Φωτογραφία του Μπορισλάφ Μένκοφ και απεικόνιση του στρατοπέδου Μπέλενε

Ο συντάκτης μας Yavor Tarinski προσθέτει σήμερα ακόμη μία άγνωστη ιστορία στην έρευνά του για το μαύρο ημερολόγιο του ελευθεριακού κινήματος της Βουλγαρίας, επί της εποχής του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ένα από τα μεγαλύτερα ελευθεριακά κινήματα στην Ευρώπη, το βουλγαρικό αναρχικό κίνημα, πνίγηκε στο αίμα του από την «εξουσία του λαού». Σήμερα, το 8ο άρθρο αυτής της σειράς του αφιερώματος. Όλα τα άρθρα της σειράς βρίσκονται εδώ.

Σαν σήμερα, στις 2 Νοέμβρη 1953, ένας από τους πιο ενεργούς Βούλγαρους αναρχικούς του 20ού αιώνα, ο Μπορισλάφ Γκεοργκίεφ Μένκοφ, βγαίνει ζωντανός από το στρατόπεδο συγκέντρωσης «Μπέλενε» (ένα από τα πιο τερατώδη γκούλαγκ του κομμουνιστικού καθεστώτος). Είναι μόλις 38 ετών, έχει ήδη ταλαιπωρηθεί πάρα πολύ από την «εξουσία του λαού», αλλά είναι αποφασισμένος να μην προδώσει τις ιδέες του μέχρι το τέλος. Παρακάτω είναι η ιστορία του:

Ο Μένκοφ γεννιέται στις 16 Σεπτέμβρη 1915 στην πόλη του Κιουστεντίλ της Βουλγαρίας. Γίνεται αναρχικός σε μικρή ηλικία. Ως μαθητής στην πόλη του, αλλά και αργότερα ως φοιτητής στην Αυστρία, λαμβάνει ενεργό ρόλο στη συγκρότηση αναρχικών ομάδων.

Έπειτα ταξιδεύει για την Ισπανία για να πολεμήσει στο πλευρό των αναρχικών στον Ισπανικό εμφύλιο. Πολεμά στα μέτωπα της Σαραγόσας, της Βαρκελώνης, της Αραγόν, μέσα από το τάγμα «Νέστορ Μάχνο», το οποίο βρίσκεται υπό τη διοίκηση του Ντουρούτι. Παραμένει στην Ισπανία από το 1936 έως και το 1939. Γίνεται μέλος του βουλγαρικού τμήματος του Ισπανικού αναρχικού σωματείου CNT, καθώς και της FAI (Ιβηρική Ομοσπονδία Αναρχικών).

Με το τέλος του Ισπανικού εμφύλιου και τη νίκη των εθνικιστών-φασιστών του Φράνκο, ο Μένκοφ αναγκάζεται να επιστρέψει πίσω στη Βουλγαρία. Εκεί όμως το μοναρχοφασιστικό καθεστώς τον στοχοποιεί και ο Μένκοφ φυλακίζεται.

Μετά την αλλαγή του καθεστώτος και τον ερχομό του Κομμουνιστικού Κόμματος στην εξουσία (9 Σεπτεμβρίου 1944), στην προσπάθεια του αναρχικού κινήματος της χώρας να ανασυγκροτηθεί, ο Μένκοφ εκλέγεται γραμματέας της Ομοσπονδίας Αναρχοκομουνιστών της νοτιοδυτικής Βουλγαρίας.

Οι νέες Αρχές όμως είναι αποφασισμένές όχι μόνο να μην αφήσουν χώρο στους αναρχικούς να επεκτείνουν την κοινωνική τους επιρροή, αλλά και να τους εξοντώσουν. Από την αρχή της εξουσίας τους ξεκινούν ένα κύμα διώξεων κατά του κινήματος. Τον Μάρτη του 1945 ο Μένκοφ βρίσκεται ανάμεσα στους δεκάδες συλληφθέντες, εκπροσώπους ελευθεριακών οργανώσεων, στο Πανβουλγαρικό Αναρχικό Συνέδριο στο Κνιάζεβο της Σόφιας, που διεξάγεται εκείνη την ημέρα. Είναι η πρώτη, αλλά όχι η τελευταία φορά, που θα πέσει στα χέρια της «εξουσίας του λαού». Παραμένει σε φυλακή για έξι μήνες.

Ο Μένκοφ, όμως, δεν τρομοκρατείται και μόλις απελευθερώνεται συνεχίζει την πολιτική του δραστηριότητα. Έχοντας πολεμήσει στον Ισπανικό Εμφύλιο στο πλευρό των αναρχικών και έχοντας ενεργή παρουσία στη χώρα, στοχοποιείται από τους κομισάριους του Κομμουνιστικού Κόμματος οι οποίοι τον ξανασυλλαμβάνουν τον Δεκέμβριο του 1948. Αυτή τη φορά όμως τον στέλνουν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης «Μπογκντάνοφ Ντολ». Αργότερα μεταφέρεται στο περιβόητο στρατόπεδο «Μπέλενε», γνωστό για τους τερατώδεις βασανισμούς και τις μαζικές εκτελέσεις, όπου θα παραμείνει μέχρι τις 2 Νοεμβρίου του 1953. Εκεί τον τοποθετούν στο χειρότερο τμήμα κρατουμένων, στο οποίο ανατίθεται η πιο βαριά εργασία και ασκείται η περισσότερη βία. Παράλληλα, η σύζυγός του και τα δύο τους παιδιά εκδιώχνονται από την πόλη του Κιουστεντίλ στο χωριό Σβέτλεν.

Όταν βγαίνει από το στρατόπεδο «Μπέλενε», η υγεία του είναι ήδη επιβαρυμένη. Δεν μπορεί να βρει δουλειά λόγω της στοχοποίησής του από τους Αρχές και ζει στο χωριό με την οικογένειά του σε μεγάλη φτώχεια.

Η Κρατική Ασφάλεια θα συνεχίσει να τον παρακολουθεί και να τον ενοχλεί μέχρι το 1981, γεμίζοντας με εκατοντάδες σελίδες τον φάκελο του. Παρεμπιπτόντως, ο φάκελός του αποτελείται συνολικά από 1.397 σελίδες που έχουν συνταχτεί στο μεγαλύτερό τους μέρος από τις κομμουνιστικές Αρχές, και στο υπόλοιπό τους από τους μοναρχοφασίστες.

Στη δεκαετία του ’80, όταν τα πράγματα στη χώρα αρχίζουν και χαλαρώνουν, ο Μένκοφ θα καταφέρει να επιστρέψει στο Κιουστεντίλ, όπου και θα αφήσει την τελευταία του πνοή στις 16 Απρίλη του 1993. Μέχρι το τέλος του, θα παραμείνει πιστός στις ιδέες του, βοηθώντας στις προσπάθειες που θα οδηγούσαν τελικά στη δημιουργία της Ομοσπονδίας Αναρχικών Βουλγαρίας το 1990, παρότι ο ίδιος βρίσκεται πια σε προχωρημένη ηλικία και με κακή κατάσταση υγείας.


Ο Μένκοφ, στην πάνω σειρά, τρίτος από τα αριστερά, στη γενέτειρά του το Κιουστεντίλ, Σεπτέμβριος 1934

ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ:

– Μπορισλάφ Μένκοφ: Ούτε θεός, ούτε αφέντης: Αναμνήσεις (2020, υπό την επιμέλεια του ιστορικού Κοσταντίν Ζιάπκοφ).

– Η Κρατική Ασφάλεια και οι Αναρχικοί στη Βουλγαρία (1944-1991): Συλλογή εγγράφων της Κρατικής Ασφάλειας (2018, Comdos) [Μέσα σε αυτή τη συλλογή δημοσιεύονται 517 σελίδες από τον φάκελο του Μένκοφ].

https://www.aftoleksi.gr/2021/11/02/oi-dioxeis-anarchikoy-mporislaf-menkof-tin-exoysia-laoy/?fbclid=IwAR3uIms01nPh1YzkuGqsTvHvaeJXTMMAfASSV2RnMuKg3-LYWGW031y3cs0