Ο αναρχισμός, ακόμη και όταν εξετάζεται σοβαρά, μπορεί να σημαίνει διαφορετικά πράγματα για διαφορετικούς ανθρώπους. Ανάλογα με την αντίληψή τους για τον όρο, η ύπαρξη των αναρχικώ στην Αυστραλία το 1970 θα φανεί ως μια εκδήλωση της εξωτερικής ανθρώπινης φύσης, μια ρομαντική αντίδραση στην «αξιοσέβαστη ή αστική» κοινωνία μας, ένας αναχρονισμός ή απλώς ένας απόλυτος παραλογισμός. Έτσι, πριν δώσουμε την ιστορία του κινήματος στη σύγχρονη Αυστραλία, ίσως είναι πολύτιμο να περιγράψουμε εν συντομία διάφορους τρόπους θεώρησης του αναρχισμού.
Ορισμένοι ιστορικοί του αναρχισμού τον βλέπουν ως μια ιδέα παρούσα ή δυνητικά παρούσα σε όλες τις πολιτισμένες κοινωνίες. Αυτή η ιδέα, ο φιλοσοφικός αναρχισμός, είναι ότι οι άνθρωποι είναι θεμελιωδώς ίσοι (και πιθανώς θεμελιωδώς καλοί) και ότι η διακυβέρνηση ενός ανθρώπου από έναν άλλο, είναι εξευτελιστική και για τους δύο.
Παράλληλα, ορισμένοι αναρχικοί βλέπουν τον αναρχισμό ως ένα κίνημα κοινωνικής διαμαρτυρίας που εμφορείται από το ιδεώδες του «φιλοσοφικού» αναρχισμού που ενσαρκώνεται σε όλη την καταγεγραμμένη ιστορία.
Αντίθετα, οι ιστορικοί της πολιτικής σκέψης βλέπουν τον αναρχισμό ως ένα σώμα θεωρίας που αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του δέκατου ένατου αιώνα και στις αρχές του εικοστού αιώνα από έναν μικρό αριθμό κοινωνικών θεωρητικών, το οποίο επηρέασε διάφορα πολιτικά, κοινωνικά και καλλιτεχνικά κινήματα.
Οι περισσότεροι αναρχικοί θα έπαιρναν την παράλληλη θέση με αυτό, δηλαδή ότι ο αναρχισμός είναι το επαναστατικό κίνημα που αναπτύχθηκε από την μπακουνική πτέρυγα της Πρώτης Διεθνούς (IWMA) υπό την επίδραση των ιδεών του ίδιου του Μπακούνιν και αργότερα του Κροπότκιν.
Σήμερα, ωστόσο, υπάρχει μια επαναστατική συνδικαλιστική ερμηνεία του αναρχισμού, η οποία πιθανότατα θα γίνει η κυρίαρχη άποψη μέσα στην άκρα αριστερά, μόλις τελειώσει η τρέχουσα μόδα του «Τρίτου Κόσμου». Αυτή η τάση σχετίζεται με το επαναστατικό προλεταριακό κίνημα του περασμένου αιώνα, δηλαδή από την Παρισινή Κομμούνα του 1870 μέχρι τις ρωσικές επαναστάσεις του 1905 και 1917-20, την ισπανική επανάσταση του 1936-7 και τη γαλλική επανάσταση του 1968. Για την άποψη αυτή ο αναρχισμός, ή τουλάχιστον το έγκυρο μέρος του αναρχισμού, είναι αναρχοσυνδικαλιστικός, είτε παρουσιάζεται ως είτε ονομάζεται επαναστατικός μαρξισμός.
Όπως θα γίνει σαφές από όσα ακολουθούν, ο αυστραλιανός αναρχισμός είναι καλύτερο να θεωρηθεί ως μια ένωση του φιλοσοφικού αναρχισμού και του επαναστατικού συνδικαλισμού του παραπάνω τύπου. Παρ’ ότι οι κλασικοί αναρχικοί θεωρητικοί διαβάζονται ακόμα, και μάλιστα από όλο και περισσότερους ανθρώπους, αποτελούν μόνο ένα ρεύμα σκέψης που συμβάλλει στον σύγχρονο αναρχισμό - παρά την επίσημη εκπροσώπηση της Αυστραλίας στο διεθνές συνέδριο του 1968 στην Carrarra, ο αυστραλιανός αναρχισμός δεν συνδέεται στενά με το ιστορικό αναρχικό κίνημα.
Υπήρξαν αναρχικές ομάδες και άτομα στην Αυστραλία από τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα. Σε γενικές γραμμές, αυτές είχαν εξαφανιστεί μέχρι την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο οι μετανάστες αναρχικοί δημιούργησαν τις δικές τους ξενόγλωσσες ομάδες και υπήρχαν επίσης αγγλόφωνες ομάδες κατά τη δεκαετία του '40 και του '50. Το σημερινό αναρχικό κίνημα αναπτύχθηκε κυρίως από την Sydney Anarchist Group (SAG - Αναρχική Ομάδα του Σίδνεϊ).
Στο Σίδνεϊ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '50 υπήρχε μια ορισμένη κοινότητα μεταξύ της μη-C.P.A. αριστεράς (σ.τμ.: C.P.A. - Communist Party of Australia - Κομμουνιστικό Κόμμα Αυστραλίας) -αναρχικοί, τροτσκιστές κ.λπ.- και των ελευθεριακών του Σίδνεϊ - μια μάλλον ξεπερασμένη ομάδα ελεύθερων στοχαστών που τελικά προερχόταν και αντιδρούσε στη φιλοσοφία του καθηγητή Anderson του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ. Αυτή η κοινότητα των αριστερών και των υπερφιλελεύθερων ήταν αρκετά μεγάλη ώστε να σχηματίσει ένα φράγμα απέναντι στο σχετικά εχθρικό περιβάλλον.
Αν και η S.A.G., η οποία αποτελούνταν κυρίως από μετανάστες, δεν κατάφερε ποτέ να ριζώσει στην κοινότητα στο σύνολό της, δεν διαλύθηκε ποτέ εντελώς. Σε διάφορες περιόδους των δεκαετιών του '50 και του '60 προφανώς κατέρρευσε και στη συνέχεια αναβίωσε. Σε περιόδους κατάρρευσης ο αναρχισμός συνεχίστηκε ως άτομα σε ελευθεριακές συναντήσεις.
Η S.A.G. προώθησε διάφορα εκδοτικά εγχειρήματα: το Anarchist Review (διπλότυπο, 3 τεύχη), το Red and Black (τυπωμένο, 3 τεύχη) και το The Anarchist (διπλότυπο, 4 [;] τεύχη). Παράλληλα, οι Libertarians εξέδιδαν το Broadsheet (μηνιαίο) και το The Sydney Line (συλλογή άρθρων του Broadsheet) και το Libertarian (περιστασιακά). Υπήρξε σημαντική διασταυρούμενη γονιμοποίηση μεταξύ των δύο ομάδων - η κύρια συμβολή των Libertarians ήταν η έντονη κριτική τους στον κλασικό αναρχισμό. Αν και ο αναρχισμός του Σίδνεϊ δεν ανέπτυξε ποτέ μια διακριτή θέση - εκτός αν ο ελευθεριανισμός (libertarianism) είναι αναρχισμός - μάλλον κινείται, μαζί με διάφορες τροτσκιστικές ομάδες προς το είδος της θέσης που υποδεικνύει ο Cohn-Bendit με διάφορες αλλαγές ανάλογα με το ατομικό πολιτικό υπόβαθρο. Οι κλασικές αναρχικές ομάδες μεταναστών έχουν πάψει να είναι σημαντικές.
Στα μέσα της δεκαετίας του '60 αναπτύχθηκε μια αναρχική ομάδα στο Brisbane. Αυτή η ομάδα ήταν υπεύθυνη για τις πρώτες ριζοσπαστικές διαδηλώσεις κατά της επιστράτευσης και του πολέμου στο Brisbane. Αργότερα, η πανεπιστημιακή της πτέρυγα βοήθησε στην ίδρυση της Campaign Against Conscription (Εκστρατεία κατά της Επιστράτευσης) και της S.D.A. Τα μέλη της ήρθαν σε επαφή με την Red and Black και αργότερα τα διασκορπισμένα μέλη της εντάχθηκαν σε ομάδες στο Σίδνεϊ και τη Μελβούρνη. Επίσης, το 1966 μια βραχύβια ελευθεριακή ομάδα ξεκίνησε στο Πανεπιστήμιο Monash στη Μελβούρνη και η ομάδα T.R.E.A.S.O.N., σε άμεση επαφή με το Σίδνεϊ και το Brisbane,. Η T.R.E.A.S.O.N. (The Revolutionary Emancipists Against State Oppression and Nationalism), η οποία επικαλυπτόταν με την A.B.S.C.H.O.L. του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης και τις αντιπολεμικές ομάδες, εξελίχθηκε αργότερα στην Melbourne Anarchist Group (Αναρχική Ομάδα της Μελβούρνης). Αυτοπροσδιοριζόταν ως «ανοιχτή σε αναρχικούς, ειρηνιστές και ελευθεριακούς» και δημοσίευσε έναν κατάλογο ηρώων που κυμαίνονταν από τον Ιησού Χριστό έως τον Εμιλιάνο Ζαπάτα. Αν και δεν διακήρυξε κάποια γραμμή, η T.R.E.A.S.O.N. υποστήριζε σιωπηρά τις ακόλουθες θέσεις:
Οι αναρχικοί πρέπει να είναι ενεργοί σε όλες τις άλλες κοινωνικές και πολιτικές ομάδες δράσης.
Οι κλασικοί θεωρητικοί ήταν αναρχικοί, αλλά ο αναρχισμός δεν είναι η κλασική θεωρία.
Ο αναρχισμός δεν είναι ουτοπικός -δεν υπάρχει τελική κατάσταση της κοινωνίας- αλλά αντίθετα με τους ελευθεριακούς του Σίδνεϊ, η αναρχική επανάσταση είναι δυνατή και επιθυμητή. Διάφορες διαφορετικές οργανώσεις της αναρχικής κοινωνίας είναι πιθανές, αλλά η θεμελιώδης εγγύηση της ελεύθερης κοινωνίας είναι η προθυμία των ατόμων να συνεχίσουν να διεκδικούν την ελευθερία τους. Έτσι, η μόνιμη αναρχική επανάσταση μπορεί να είναι απαραίτητη.
(Η θέση αυτή σχετίζεται με τη θέση της Virgilia D'Andrea στο άρθρο της «The vanquished who do not die» (Οι νικημένοι που δεν πεθαίνουν). Το άρθρο αναδημοσιεύεται κάθε χρόνο).
Η γνώση της κλασικής αναρχικής θεωρίας είναι χρήσιμη - η γνώση της αναρχικής και σοσιαλιστικής ιστορίας είναι απαραίτητη.
Επανάσταση δεν είναι μόνο η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας, αλλά είναι η αλλαγή των κοινωνικών θεσμών και η αλλαγή των νοητικών οριζόντων που συνοδεύουν την επαναστατική αλλαγή. Όπως είπε ο Γκούσταβ Λαντάουερ: «Το κράτος είναι μια μορφή σχέσεων μεταξύ ατόμων - το καταργούμε μαθαίνοντας να ζούμε χωρίς αυτό».
Το χιούμορ, σουρεαλιστικής, μποέμικης ή ρομαντικής απόχρωσης, είναι το πιο πολύτιμο όπλο στον αγώνα για την επανεκπαίδευση του πανεπιστημίου.
Η αναρχική επανάσταση είναι βασικά «συνδικαλιστική», δηλαδή πρέπει να πραγματοποιηθεί με την κατάληψη και την αναδιάρθρωση των κοινωνικών οργανώσεων εκ των έσω. (π.χ. η I.W.W.: οργανωνόμενοι βιομηχανικά χτίζουμε τη νέα κοινωνία μέσα στο κέλυφος της παλιάς). Ωστόσο, αυτή η μέρα είναι μακριά- εξαρτάται από την ανάπτυξη ενός πλατιού επαναστατικού κινήματος συνδικαλιστικής και δημοκρατικής τάσης.
Στην υπάρχουσα κατάσταση το μόνο που είναι δυνατό είναι η ανατροπή της επίσημης κοινωνίας, η δημιουργία παράλληλων και αντι-θεσμών τόσο μέσα όσο και έξω από τους επίσημους.
Δεν αξίζει ποτέ να απαντάμε σε ανόητες ερωτήσεις (ή να εξετάζουμε ψευδοπροβλήματα).
Με όλα αυτά η T.R.E.A.S.O.N. ήταν κοντά στις εξελίξεις του σιτουασιονιοσμού (στη Γαλλία), των απόψεων και δράσεων των Provos (στην Ολλανδία) και της αναβίωσης της παράδοσης της I.W.W. (neo-Wobblyism) ( στις Η.Π.Α. και το Ηνωμένο Βασίλειο).
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι αυτές οι εξελίξεις ήταν ανεξάρτητες και ήταν όλα προϊόντα της δεκαετίας του '60.
Το 1969 οι Ελευθεριακοί του Σίδνεϊ (Sydney Libertarians) άρχισαν να παίρνουν μια αναρχική στροφή και τόσο αυτοί όσο και οι αναρχισμοί (αδρανείς από το 1968) άρχισαν να αναβιώνουν.
Επίσης, μετά τα γεγονότα του 1968 στη Γαλλία και την Τσεχοσλοβακία, η μη αναρχική αριστερά άρχισε να κινείται προς τον μαρξιστικό συνδικαλισμό. Ενώ νέες αναρχικές ομάδες εμφανίστηκαν στο Brisbane και την Αδελαΐδα, διάφορες τροτσκιστικές γκρούπες και ομάδες τύπου SDS/SDA άρχισαν να μιλούν για εργατικό έλεγχο. Στη Μελβούρνη ο αναρχισμός εξαπλώθηκε πέρα από το Πανεπιστήμιο και άρχισαν να αναπτύσσονται δεσμοί με συνδικαλιστές της βάσης.
Το 1970 πραγματοποιήθηκε ένα επιτυχημένο συνέδριο στο Σίδνεϊ και στη Μελβούρνη το κίνημα έγινε ένα επικοινωνιακό δίκτυο τεσσάρων ομάδων: Τα Πανεπιστήμια Μελβούρνης και La Trobe, το περιοδικό Solidarity και μια αμιγώς εργατική ομάδα. Οργανώθηκαν «ανεξάρτητες διαδηλώσεις». Στις διαδηλώσεις της Πρωτομαγιάς, ομάδες μεταναστών ενώθηκαν με τις νέες μ’ αυτές τις ομάδες νεολαίας.
Το γενικό πρόγραμμα του αυστραλιανού αναρχισμού φαίνεται να είναι:
Συμμετοχή στο γενικό αντιπολεμικό και αντιστρατιωτικό κίνημα. Προετοιμασία για την ενδεχόμενη κατάρρευσή του, ανάληψη πρωτοβουλιών για τη δημιουργία συνασπισμών για θέματα όπως η ρύπανση, η «αποκατάσταση των φτωχογειτονιών», τα δικαιώματα των ιθαγενών και άλλα ζητήματα.
(Οι αναρχικοί της Μελβούρνης ήταν μια από τις πρώτες ομάδες που ενώθηκαν με τους κατοίκους της Vere Street, στο Richmond, στον αγώνα τους με την Housing Commission (Επιτροπή Στέγασης). Ξεκίνησαν μια γενική έρευνα για την Επιτροπή και την ανασυγκρότηση των εσωτερικών προαστίων).
Συμμετέχουν σε «διάλογο» με την παραδοσιακή αριστερά γύρω από έννοιες όπως «εργατικός έλεγχος», «αυτοδραστηριότητα» και «δικτατορία του προλεταριάτου».
Εντός των πανεπιστημίων εργάζονται για να σχηματίσουν μια συμμαχία παραδοσιακών ακαδημαϊκών, ριζοσπαστικών φιλελεύθερων και της αριστεράς ενάντια στην τεχνολογική-διαχειριστική αντίληψη του πανεπιστημίου, την επέκταση του άμεσου κυβερνητικού ελέγχου της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τον ευτελισμό των πνευματικών κλάδων.
Προωθούν τη δράση από τα κάτω, μέσω ομάδων λυκείων, και από τα πάνω, μέσω των δασκάλων κολλεγίων, για να δημιουργήσουν συνθήκες ελευθερίας και πνευματικές ευκαιρίες στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Όπου κι αν βρίσκεται κανείς, «τοποθετείται» ενάντια στην καταπίεση και την άγνοια. Αναπτύσει, με το παράδειγμα, αντιεξουσιαστικές συμπεριφορές και κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των συμφοιτητών ή των εργαζομένων στα πανεπιστήμια.
Για να υλοποιηθεί αυτό το πρόγραμμα, είναι απαραίτητο να απορριφθεί κάθε μορφή σεχταρισμού: τόσο δίνοντας έμφαση στις θεωρητικές διαιρέσεις εντός του αναρχισμού όσο και με άλλα ελευθεριακά ρεύματα. (Ο σεχταρισμός είναι απλώς το τελικό στάδιο της ιδεολογικής εγκεφαλικής νόσου.) Ο αναρχικός πουριτανισμός, όπως και ο μαρξιστικός πουριτανισμός (purism), είναι μια εκλογίκευση της ανικανότητας. Δεν υπάρχει ανάγκη για μια αντιστοιχία ένα προς ένα μεταξύ θεωρητικών ρευμάτων και ομάδων πολιτικής δράσης.
Η δουλειά των αναρχικών είναι η επανάσταση, όχι η θεολογία. Αν περισσότερα μέλη της αυστραλιανής αριστεράς υιοθετούσαν αυτή τη στάση, θα είχαμε προχωρήσει πολύ περισσότερο.
*Από τον τόμο Melbourne Anarchist Archives (Αναρχικά Αρχεία της Μελβούρνης το 1970. Μετάφραση: Ούτε Θεός Ούτε Αφέντης.