ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΡΩΑΔΙΤΗ
Έλληνες μετανάστες ζούσαν στην Αργεντινή από τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα ακόμα και αρκετοί προσπάθησαν να οργανωθούν για να προωθήσουν και εξυπηρετήσουν τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντά τους. Το 1905 ιδρύθηκε στο Μπουένος Άιρες ο Ελληνικός Σύνδεσμος και τον ίδιο χρόνο κυκλοφόρησε το περιοδικό του «Πρόμαχος», το οποίο σταμάτησε την κυκλοφορία του μετά από έξι χρόνια, εξαιτίας εσωτερικών διαμαχών στο Σύνδεσμο, ο οποίος διαλύθηκε, τελικά, το 1914. Το χρόνο αυτό κυκλοφόρησε ένα νέο ελληνικό περιοδικό ο «Απόμαχος» και το 1915 το σατυρικό «Πανελλήνιον». Ο «Απόμαχος», όμως, δεν πήγε καθόλου καλά και οι συμμετέχοντες σ’ αυτό κυκλοφόρησαν ένα άλλο περιοδικό τον «Κήρυκα» που το 1919 μετονομάστηκε σε «Ρωμηό». Ο «Ρωμηός» σταμάτησε την κυκλοφορία του το 1926, λόγω οικονομικών προβλημάτων, που ήταν μέρος της γενικότερης οικονομικής κρίσης που άρχισε τότε να μαστίζει την Αργεντινή.
Η πρώτη προοδευτική ελληνική οργάνωση (ή από τις πρώτες) στην Αργεντινή, θα πρέπει να θεωρείται, μάλλον, η ένωση με το όνομα «Η Αλληλοβοήθεια», που ιδρύθηκε το 1916, από Έλληνες εργάτες οι οποίοι εργάζονταν ως σφαγείς και βυρσοδέψες σε εργοστάσια κατεψυγμένων κρεάτων, στην πόλη Καμπάνα, στην περιοχή Λας Πάλμας. Εκείνη την εποχή χιλιάδες εργάτες ίδρυαν συντεχνιακές και αλληλοβοηθητικές οργανώσεις για να προασπίσουν, πρώτα απ’ όλα, τα συμφέροντά τους. Η εργατική νομοθεσία εκείνου του καιρού δεν προέβλεπε περιπτώσεις ατυχημάτων, ασθενειών και απολύσεων από την εργοδοσία. Μια άλλη συντεχνιακή αλληλοβοηθητική οργάνωση ιδρύθηκε στη συνοικία Παλέρμο του Μπουένος Άιρες το 1922, από Έλληνες εργάτες, με το όνομα «Ένωση», αλλά η ύπαρξή της ήταν βραχύβια και η δράση της άστοχη.
Η Αργεντινή ήταν τότε χώρα πλούσια σε πρώτες ύλες και είδη διατροφής και άλλα και εξήγε μεγάλες ποσότητες προϊόντων σε διάφορες χώρες του κόσμου. Το εξαγωγικό εμπόριο στις δεκαετίες του 1910 και 1920 ήταν σε μεγάλη άνθιση και απασχολούνταν σε αυτό χιλιάδες εργάτες που αντιπροσώπευαν ένα μωσαϊκό εθνοτήτων. Μέσα σε αυτούς ήταν και πολυάριθμοι Έλληνες μετανάστες, μερικοί από τους οποίους άρχισαν να συγκροτούν εταιρίες και να αποκτούν συμφέροντα και προνόμια. Έτσι, το 1921, εκδόθηκε στο Μπουένος Άρες, η ελληνική εφημερίδα «Νέα Ζωή», όργανο της ανερχόμενης τάξης των Ελλήνων εμπόρων, που το 1924 μετονομάστηκε σε «Πατρίς» και αποτέλεσε το όργανο της Ελληνικής Κοινότητας Μπουένος Άρες.
Όπως συχνά συνέβαινε την εποχή εκείνη, οι διάφοροι ελευθεροτέκτονες (μασόνοι) αναμιγνύονταν στο εργατικό και γενικότερο κοινωνικό κίνημα. Έτσι και στην Αργεντινή, ιδρύθηκε το 1924 μια τέτοια ελληνική μασονική στοά με το όνομα «Παρθενών», από την οποία αποσχίστηκε ένας αριθμός μελών που συγκρότησαν το 1925 τη στοά «Ορφέας». Αλλά οι δύο αυτές στοές διαλύθηκαν γρήγορα, αφού δεν κατόρθωσαν να δημιουργήσουν κάτι βιώσιμο. Γιατί, όπως είπαμε πριν, η πλειοψηφία της ελληνικής παροικίας στην Αργεντινή αποτελείτο από εργάτες και μεροκαματιάρηδες, από τους οποίους αρκετοί συμμετείχαν στο τότε εργατικό και γενικότερο κοινωνικό κίνημα το οποίο, με τη σειρά του, ήταν κάτω από την άμεση επίδραση αναρχικών και αναρχοσυνδικαλιστών. Κάτω από την επίδραση αυτή, συγκροτήθηκε το 1924 η Ένωση Ελλήνων Ελευθεροσκεπτικιστών «Σκέψις-Πράξις», η οποία στόχευε να διαδώσει τα έργα των Κροπότκιν, Ρεκλύ, Μαλατέστα, Προυντόν και άλλων αναρχικών στοχαστών. Αλλά, όμως, δεν έχουμε, προς στιγμήν, περαιτέρω διαθέσιμα στοιχεία για την ομάδα αυτή. Το 1926 εμφανίστηκε μια ελληνική εφημερίδα γενικής αριστερής κατεύθυνσης, με τον όνομα «Αγών», την οποία στήριζαν τροτσκιστές αλλά και αναρχικοί.
Το 1926 κυκλοφόρησε το περιοδικό «Ο Παρνασσός» που δεν κράτησε πολύ. Το 1927 εμφανίστηκε η μικρής κυκλοφορίας εφημερίδα «Παροικιακή Ηχώ», αλλά όμως και μια κομμουνιστική εφημερίδα το «Κομμουνιστικό Βήμα». Να πούμε εδώ ότι Έλληνες κομμουνιστές εμφανίστηκαν οργανωμένα στις αρχές της δεκαετίας του 1920 και συγκρότησαν ιδιαίτερη ελληνόφωνη οργάνωση στους κόλπους του Κομμουνιστικού Κόμματος Αργεντινής. Το 1925 αρκετοί κομμουνιστές εμφανίστηκαν ως μαξιμαλιστές, ένας όρος που λησμονήθηκε με τα χρόνια. Βέβαια, οι προξενικές ελληνικές Αρχές της Αργεντινής καθώς και το ελληνικό παροικιακό κατεστημένο (μεγαλέμποροι, μεγαλοπαράγοντες και άλλοι) συκοφάντησαν συστηματικά και αποδόθηκαν σε ανηλεή εκστρατεία εναντίον των κομμουνιστών, κατορθώνοντας, επίσης, να πετύχουν την εξορία Ελλήνων κομμουνιστών σε απομονωμένες περιοχές της χώρας ή και την απέλασή τους, με βάση αντιμεταναστευτικό νόμο που ψήφισε η βουλή της Αργεντινής το 1928.
Ενδιαφέρουσα είναι και η περίπτωση ενός Έλληνα μετανάστη στην Αργεντινή, του Μανούσου Γαληνού, όπως περιγράφεται από την εφημερίδα «El Popular» (του Μοντεβίδεο της Ουρουγουάης). Η εφημερίδα σε δημοσίευμά της με τον τίτλο «Ένας σύγχρονος Διογένης», περιγράφει ως εξής την περίπτωσή του: «Κατά το 1928 ζούσε κοντά στο Γριέγο (έτσι έλεγαν τους Έλληνες στην Αργεντινή) ονομαζόμενος Μανούσος. Κανένας μας δεν έμαθε πώς έφθασε στις ακτές μας. Δασύτριχος σαν τον Δαίδαλο, με μαλλιά πάντα αχτένιστα. ανακατεμένα. Σαραντάρης στα χρόνια. Μοναχός του έκανε μια παράγκα από παλιούς τενεκέδες, τσουβάλια και καλαμιές, δίπλα στο ακρογιάλι κι αυτή χρησίμευε ως κατοικία. Ήταν λιτοδίαιτος σαν ασκητής. Ζούσε με μερικές γαλέτες τις οποίες φύλαγε σ’ ένα τενεκεδένιο κουτί και λίγες ελιές. Με τη στάχτη της γόπας του που τη φύλαγε, καθάριζε τα φιλντισένια δόντια του και την μοναδική κατσαρόλα της κουζίνας του. Πάνω σ' ένα ράφι, με ευλάβεια εικονοστασίου, είχε τοποθετήσει κάτι βιβλία, τα οποία πότε-πότε συμβουλευόταν για να τον βοηθήσουν σε περιπτώσεις που αρκετοί ζητούσαν τις υπηρεσίες του ιδιόμορφου αυτού Γαληνού. Γιάτρευε μερικές αρρώστιες. Ήταν δεξιοτέχνης ψαράς, γι' αυτό μάλιστα και η καθημερινή του τροφή ήταν τα ψαριά. Τα παραπανίσια τα πουλούσε στους γείτονες, που είχε τακτικούς του πελάτες, για πενταροδεκάρες που του επέτρεπαν να προμηθεύεται λάδι, ελιές, τυρί, γαλέτα και κάποτε χουρμάδες. Γενικά ό,τι χρειαζόταν για να ζει. Ήταν ολιγαρκής, σαν τον προπάτορά του τον Διογένη. Τα πολλά, έλεγε, εξαγριώνουν και αποκτηνώνουν τον άνθρωπο, τον κάνουν πλεονέκτη και αδιάφορο... Μια μέρα, η αστυνομία η οποία ενδιαφέρθηκε, προφανώς, για την καλαισθησία της πρωτεύουσας, σάρωσε κυριολεκτικά τα παραπήγματα των ανέργων μεταναστών και μαζί και την παράγκα του Μανούσου. Ο Μανούσος, σε ένδειξη αποστροφής, παρέμενε στο ξάστερο, χωρίς να φύγει από το μέρος όπου βρισκόταν το τσαρδί του, μέχρι που αποφάσισε να επιστρέψει κάποια μέρα στην Ελλάδα, πένης και τρισάθλιος και από τότε χάθηκαν τα ίχνη του».
Από το 1932, η Ελληνική Μορφωτική Ένωση του Μπουένος Άιρες εξέδιδε και διένειμε δωρεάν κατά περιόδους το τετρασέλιδο «Δελτίον» («Βοletin») ως επίσημο όργανο του οργανισμού, το οποίο δεν γνωρίζουμε κατά πόσο ήταν προοδευτικών αντιλήψεων. Το «Δελτίον» περιείχε ειδήσεις, την πολιτιστική κίνηση της Ένωσης, ειδήσεις σχετικά με το ελληνικό θέατρο, περίληψη των κυριοτέρων ειδήσεων των ελληνικών εφημερίδων, αλληλογραφία και στήλες επικαίρων και πληροφοριών. Η Ένωση διαλύθηκε το 1937 και τερματίσθηκε και η κυκλοφορία του «Δελτίου».
Tέλος, στη δεκαετία του 1930, σημαντική περίπτωση πρέπει να αποτελούσε ένας Έλληνας αναρχοατομικιστής με το όνομα Costas, αλλά δεν γνωρίζουμε περισσότερα στοιχεία.
*Μερικά από τα στοιχεία αυτά τα πήρα από το διαδίκτυο και μεικά άλλα από γραφόμενα σε επιστολές που αντάλλαξα με συντρόφους από τη βιβλιοθήκη του Μπουένος Άϊρες «Jose Ingenieros» στο διάστημα 1997-2000. Επίσης στοιχεία υπάρχουν και στο βιβλίο της Μαρίας Δαμηλάκου «Έλληνες μετανάστες στην Αργεντινή (1990-1970)», εκδ. Ιστπρικού Αρχείου Εμπορικής Τράπεζας Ελλάδας, το οποίο και συμβουλεύτηκα. Οπωσδήποτε, το παρόν κείμενο είναι αρκετά ελλιπές. Ευελπιστώ ότι στο μέλλον θα υπάρξουν περισσότερα στοιχεία.