ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΗ ΓΕΩΡΝΤΑΜΙΛΗ ΚΑΙ ΦΑΝΗΣ ΤΣΙΟΥΜΠΕΚΟΥ*

Στις 30 του περασμένου Μαϊου, συμπληρώθηκαν 200 χρόνια από τη γέννηση του θεμελιωτή του επαναστατικού συνδικαλισμού και του ελευθεριακού σοσιαλισμού Μιχαήλ Μπακούνιν. Το παρακάτω κείμενο φιλοδοξεί να ρίξει λίγο φως σε ορισμένες πτυχές του έργου του, ελπίζοντας να δοθούν κάποιες απαντήσεις στο σύγχρονο παρόν. Ίσως ακόμη γίνει αντιληπτό ότι δεν είναι καθόλου τυχαία η συνεχής ενασχόληση κάθε ριζοσπαστικού αντικαπιταλιστικού κοινωνικού κινήματος με τον επίκαιρο όσο ποτέ ανατρεπτικό λόγο του.

Ίσως ο ίδιος δεν είχε φανταστεί την απήχηση που θα είχε η σκέψη του στο διηνεκές όταν απαρνήθηκε την αριστοκρατική του καταγωγή για να μετεγκατασταθεί στη Γερμανία για σπουδές με την οικονομική βοήθεια του Αλεξάντερ Χέρτσεν. Από αυτή τη χρονική στιγμή, το 1842, ξεκινάει και η μεγάλη του περιπλάνηση τόσο σε φιλοσοφικά ρεύματα όσο και σε γεωγραφικά σημεία του ορίζοντα. Αναγκάστηκε να φύγει στην Ελβετία μετά από ένα δοκίμιό του που δημοσιεύθηκε με τον τίτλο «Η αντίδραση στη Γερμανία», γραμμένο την περίοδο που ήταν σαφώς επηρεασμένος από την εγελιανή φιλοσοφία - μετέφρασε μάλιστα και στα ρωσικά το «Gymnasial Letters» του Χέγκελ. Ένα χρόνο αργότερα επισκέπτεται το Παρίσι όπου έρχεται σε επαφή με τον Προυντόν και τις αναρχικές ιδέες.

Λίγα χρόνια αργότερα, η ρωσική κυβέρνηση κατηγορώντας τον για κατασκοπεία ανακάλεσε την άδειά του να ζει στο εξωτερικό. Ο Μπακούνιν όμως αντί να επιστρέφει στη Ρωσία, απηύθυνε κάλεσμα σε Πολωνούς και Ρώσους για ένωση σε μια πανσλαβική επαναστατική συνομοσπονδία, κίνηση που επέφερε την επικήρυξή του για 10.000 ρούβλια και την απέλασή του από τη Γαλλία, όπου επέστρεψε κατά την επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1848. Στη συνέχεια τον βρίσκουμε στην Πράγα, όπου γίνεται μέλος της σλαβικής επαναστατικής επιτροπής. Το Σλαβικό Συνέδριο στο οποίο συμμετείχε, τελείωσε απρόσμενα όταν τα αυστριακά στρατεύματα βομβάρδισαν την πόλη. Στο Ανχάλτ-Κέτεν της Γερμανίας όπου βρίσκει καταφύγιο γράφει το πρώτο του σημαντικό μανιφέστο «Κάλεσμα στους Σλάβους», όπου καταγγέλλει την αστική τάξη ως ξοφλημένη αντεπαναστατική δύναμη, ζητά την ανατροπή της αυτοκρατορίας των Αψβούργων και τη δημιουργία στην Ευρώπη μιας ελεύθερης ομοσπονδίας σλαβικών λαών.

Τα οδοφράφγματα της Δρέσδης

Ένα χρόνο αργότερα, το 1849, μάχεται στα οδοφράγματα της Δρέσδης, όπου συλλαμβάνεται και καταδικάζεται σε θάνατο το 1850. Η αποτυχημένη του προσπάθεια απόδρασης τον οδηγεί ξανά σε σύλληψη και έκδοση στη Ρωσία όπου φυλακίζεται σε ένα μπουντρούμι στο φρούριο Νέβα της Βαλτικής και στη συνέχεια για μεγάλο χρονικό διάστημα στη Σιβηρία. Η επιτυχημένη, αυτή τη φορά, απόδραση, τον οδηγεί στην Ιαπωνία, στη συνέχεια στην Καλιφόρνια κι έπειτα στη Ν. Υόρκη για να βρει καταφύγιο τελικά στα τέλη του 1861 στο Λονδίνο και τον Χέρτσεν, με τον οποίο δημοσιεύουν το «Συναγερμό της Επανάστασης».

Μεσολάβησαν ακόμα πολλές περιπλανήσεις σε διάφορες χώρες της Ευρώπης μέχρι το 1868 όταν προσχώρησε στη Διεθνή Ένωση Εργαζομένων, γνωστής επίσης ως Πρώτη Διεθνής, μια ομοσπονδία ριζοσπαστικών συνδικάτων με παραρτήματα-σωματεία στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Μέσα στη Διεθνή υπήρξε το αντίπαλο δέος του Καρλ Μαρξ, αντιπαρατάσσοντας τον ελευθεριακό στον κρατικό σοσιαλισμό. Η αντιπαράθεση αυτή κατέληξε στη διαγραφή του Μπακούνιν και των συντρόφων του -με αμφιλεγόμενες διαδικασίες- από τη Διεθνή και στην οριστική ιστορική διάσπαση του εργατικού κινήματος.

Η στάση του Μπακούνιν στην Πρώτη Διεθνή αντικατοπτρίζει την ελευθεριακή αντιπολίτευση στο συγκεντρωτικό μαρξισμό. Αμφιαβητεί κάθε έννοια οργανωτικής γράφειοκρατίας και προτείνει στους εργαζόμενους να μη μετατρέπονται σε υψηλά αμειβόμενους λειτουργούς του κινήματος, αλλά να παραμένουν εργαζόμενοι, οι αποφάσεις να λαμβάνονται από τα μέλη των τμημάτων και η εξουσία να δίνεται μόνο στα μέλη των συμβουλίων που εκπροσωπούν τους εργαζόμενους ώστε να αποφευχθεί η ανάδυση ηγετών στις τάξεις τους. Ο Μπακούνιν αποτελεί ιστορικά τον εκφραστή της θεωρίας του φεντεραλισμού και της οριζόντιας εργατικής οργάνωσης, αμφισβητώντας το Κράτος οριστικά και απορρίπτοντας κάθε σκέψη δημιουργίας ενός «εργατικού Κράτους».

Ένα ελευθεριακό πνεύμα

Οι θέσεις που ττήρε ο Μπακούνιν στην Α’ Διεθνή είναι εξαιρετικά σημαντικές για την εξέλιξη της επαναστατικής προοπτικής, της ολοκληρωτικής σύγκρουσης με τον καπιταλισμό και του οράματος του ελευθεριακού κομμουνισμού. Σε αντίθεση με τις αναγνώσεις του «συνωμότη» Μπακούνιν και τη δογματική αντίληψη των υποτιθέμενων μαθητών του, των «αληθινών επαναστατών» πέρα απ’ τους οποίους υπάρχει μόνο μια «προσκυνημένη κοινωνία», τα κείμενά του την περίοδο της Διεθνούς δείχνουν ένα πραγματικό και ολοκληρωμένο ελευθεριακό πνεύμα. Όταν για παράδειγμα το 1869 γράφει πως «η Διεθνής, αποδεχόμενη στις τάξεις της ένα νέο μέλος, δεν το ρωτά αν είναι θρησκευόμενος ή άθεος, ούτε αν ανήκει στο τάδε ή στο δείνα πολιτικό κόμμα ή αν δεν ανήκει σε κανένα», δίνει ένα στίγμα της πραγματικής ταξικής συνθήκης η οποία είναι απαραίτητη για την κοινωνική χειραφέτηση, πέρα από τους δογματισμούς κάθε απόχρωσης. Από αυτόν θα εμπνευστούν οι επίγονοί του τη θέση που εκφράζεται στη Χάρτα της Αμιένης ότι: «όλοι οι εργαζόμενοι, όποιες και αν είναι οι πολιτικές ή οι φιλοσοφικές αντιλήψεις ή επιρροές τους έχουν την υποχρέωση να συμμετέχουν στην κύρια συλλογικότητα, που είναι το συνδικάτο». Ο Μπακούνιν έλεγε άλλωστε: «Ένας εργάτης δε χρειάζεται καμία ιδιαίτερη πνευματική προετοιμασία πριν γίνει μέλος της επαγγελματικής του ένωσης. Είναι ήδη μέλος απόλυτα φυσικά, πριν ακόμα το μάθει».

Αν προσπαθήσουμε ωστόσο να περιγράφουμε το έργο του Μπακούνιν στο σύνολό του, θα είναι σίγουρα πολύ δύσκολο, καθώς οι αντιφάσεις της πολυσχιδούς προσωπικότητάς του, αλλά και οι προσωπικές του περιπλανήσεις και περιπέτειες αντικατοπτρίζονται και στο έργο του. Αυτό όμως που μπορούμε να πούμε με Βεβαιότητα, είναι ότι αποτελούσε ένα βαθιά επαναστατημένο άτομο και ήταν μάλλον επαναστάτης της δράσης παρά της άπραγης αποστασιοποιημένης θεωρίας. Ο Μπακούνιν δεν έγραψε συστηματική φιλοσοφία, ποτέ άλλωστε ο ίδιος δεν θεώρησε τον εαυτό του συστηματικό διανοητή. Ωστόσο, τα κοινά σημεία που διαπνέουν όλη τη σκέψη του, παραμένει ο αντι-απολυταρχισμός, ο αντικρατισμός και το πρόταγμα για επαναστατική ελευθεριακή δράση της εργατικής τάξης προκειμένου να ανατραποϋν οριστικά το κράτος και η κεφαλαιοκρατία.
Μελετώντας τα κείμενα που παρατίθενται στο βιβλίο του Γκαστόν Λεβάλ «Για την ελευθερία του καθενός και την ισότητα όλων - Μπακούνιν, ο θεμελιωτής του επαναστατικού συνδικαλισμού» (εκδ. Καινά Δαιμόνια, 2009), βρίσκουμε τη σύνοψη του γενικού θεωρητικού πλαισίου που ονομάστηκε επαναστατικός συνδικαλισμός και στη συνέχεια αναρχοσυνδικαλισμός, και αποτέλεσε το πιο μαζικό επαναστατικό κίνημα που εμφανίστηκε στην εργατική τάξη κατά την πρώτη περίοδο του 20ού αιώνα. Εκεί βρίσκουμε και τη σύνδεση της συνδικαλιστικής πάλης με τον κοινωνικό μετασχηματισμό, απαλλαγμένη από τη γραφειοκρατία που πηγάζει από τον κρατικό συγκεντρωτισμό.

Η συμβολή του Μπακούνιν στην αφύπνιση της εργατικής τάξης και στο σύνολο του επαναστατικού συνδικαλιστικού κινήματος είναι τεράστια και αποτελεί προμετωπίδα στο συνολικό αγώνα του κόσμου της εργασίας για καθολική απαλλαγή από τα δεσμά του με στόχευση την ολοκληρωτική κοινωνική χειραφέτηση. Σε αντιδιαστολή με το Μαρξ που αντιμετωπίζει όλα τα επιμέρους ζητήματα, όπως για παράδειγμα τη χειραφέτηση της γυναίκας, με αποκλειστική βάση την οικονομική σκοπιά, θεωρώντας ότι μόνο η εξέλιξη των παραγωγικών δομών μπορεί να αποτελέσει τη βάση για να συζητηθεί το ζήτημα, ο Μπακούνιν ασχολείται με το ζήτημα από την οικονομική του πλευρά, αλλά και από την ηθική και την ανθρώπινη. Οι αρχές που περιγράφηκαν από τον Μπακούνιν, χαρακτήρισαν το αναρχοσυνδικαλιστικό κίνημα, το οποίο αναπτύχθηκε πολύ πιο πέρα από τις υποδείξεις του, ειδικά όταν εφαρμόστηκαν οι ομοσπονδιακές αρχές στην οικοδόμηση μαζικών βιομηχανικών οργανώσεων. Η επανάσταση του ’36 στην Ισπανία που πέτυχε την ευρεία λαϊκή υποστήριξη, επικύρωσε, μορφοποίησε, συγκεκριμενοποίησε και πραγμάτωσε σε μεγάλο βαθμό τις προτάσεις αυτές.

Η παρακαταθήκη του Μπακούνιν

Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι η σαφήνεια με την οποία περιγράφει ο Μπακούνιν την αναγκαιότητα της οικονομικής ένωσης των εργαζομένων με επαναστατική προοπτική σε αντιδιαστολή με την πολιτική οργάνωση, είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο θεωρείται ο προπάτορας του αναρχοσυνδικαλισμού. Ωστόσο, είναι αλήθεια ότι είναι πολλοί εκείνοι που διεκδικούν τον Μπακούνιν ως το δικό τους θεωρητικό, ως το δικό τους γκουρού. Ακόμη και ρεύματα του αναρχικού κινήματος που αρνούνται τη θεωρία για χάριν της «πράξης», και πολύ περισσότερο αρνούνται πως έχουν το δικό τους γκουρού, χρησιμοποιούν πολύ συχνά τη σκέψη του Μπακούνιν για να δικαιολογήσουν τις επιλογές ή τις πρακτικές τους. Ακόμη πιο σύνηθες είναι η χρησιμοποίηση της μπακουνικής σκέψης να γίνεται με τρόπο καθολικά διαστρεβλωτικό. Στην πραγματικότητα, η παρορμητικότατα και ο αυθορμητισμός του μεγάλου αυτού Ρώσου επαναστάτη εκτός απ’ το ότι συνέβαλε να κατατάσσεται σήμερα στους μεγαλύτερους επαναστάτες της ιστορίας, τον οδήγησαν συγχρόνως σε παλινδρομήσεις της σκέψης του και σε τραγικά λάθος επιλογές που χρεώθηκε τόσο εν ζωή όσο και μετά θάνατον. Έτσι, από τη σύλληψη ενός παγκόσμιου σοσιαλισμού χωρίς κράτος κι εξουσία και το ξεπέρασμα της λογικής του «εργατικού κράτους», τα σημαντικά του κείμενα για την οργάνωση της εργατικής τάξης, μπερδεύονται με τα ολισθήματά του σε απόψεις για την παράνομη, συνωμοτική δράση και τους επαγγελματίες σκοτεινούς επαναστάτες που δρουν στα παρασκήνια των κοινωνικών αγώνων. Η ιστορική άποψη που θέλει τον Μπακούνιν να βοηθά ή να συγγράφει από κοινού με το Νετσάγιεφ -απ’ τον οποίο κι ο ίδιος ο Μπακούνιν θεωρούσε πως εξαπατήθηκε- την «Κατήχηση του Επαναστάτη», είναι ίσως το μεγαλύτερο παράδειγμα αυτών των «ασυγχώρητων παλινωδιών». Και είναι πραγματικά εντυπωσιακό πως αυτό το σύγγραμμα χρονολογείται το 1869 και υποστηρίζει θέσεις άκρως αντίθετες και συγκρουόμενες με τις θέσεις του Μπακούνιν για τη Διεθνή Ένωση των Εργαζομένων, την ίδια χρονολογική περίοδο.

*Δημοσιεύτηκε στην αναρχοσυνδικαλιστική εφημερίδα «Ροσινάντε», Φύλλο 35, καλοκαίρι 2014.