Morris Brodie*
Ο αναρχισμός βρίσκεται σε μια ολοένα αυξανόμενη αναβίωση τα τελευταία χρόνια, με πολλούς σχολιαστές να αναρωτιούνται εάν το κρατικό σύστημα της Βεστφαλίας (Westphalian) είναι ικανό να επιβιώσει από τις απειλές της παγκοσμιοποίησης, τα νέα κοινωνικά κινήματα και την ολοένα και πιο ασταθή φύση του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου. Σε αυτό το κλίμα είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε τον ρόλο που διαδραμάτισαν οι αναρχικοί στην πρόσφατη ιστορία, ιδιαίτερα στα μέσα του εικοστού αιώνα, ο οποίος θεωρείται συχνά ως ένας τριπλός ανταγωνισμός μεταξύ των ιδεολογιών του κομμουνισμού, της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του φασισμού. Η αυξανόμενη ενοποίηση της κρατικής εξουσίας, του μιλιταρισμού και του εθνικισμού ήταν σημαντικά θέματα κατά την περίοδο του μεσοπολέμου, αλλά υπήρχε επίσης ένα επίμονο, αν και μικρό, διεθνές αναρχικό κίνημα, που συνεχώς πρότεινε την υπόθεση της επαναστατικής αλλαγής, προκαλώντας εκείνους που υποστήριζαν την αυξανόμενη κυβερνητική παρέμβαση για την καταπολέμηση των επιπτώσεων της μεγάλης ύφεσης (του 1929).
Σε αυτήν την εργασία θα ήθελα να διερευνήσω το αναρχικό κίνημα σε τρεις χώρες τη δεκαετία του 1930: τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, εφεξής αποκαλούμενο «διατλαντικό» Αναρχικό κίνημα. Οι πολιτικές ιδέες δεν υπάρχουν στο κενό, και οι κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνθήκες σε καθεμία από αυτές τις χώρες -με την κάθε μια σε διαφορετικό στάδιο ανάπτυξης- είχε μεγάλο αντίκτυπο στην ανάπτυξη των εργατικών τους κινημάτων, συμπεριλαμβανομένης της αναρχικής πτέρυγας. Ωστόσο, οι ομοιότητες στη γλώσσα, τον πολιτισμό και τους θεσμούς (καθώς και την ανταλλαγή μεμονωμένων αναρχικών μεταξύ των χωρών) επιτρέπουν σημαντικές συγκρίσεις. Θα τελειώσω με έναν απολογισμό της αντίδρασης του διατλαντικού Αναρχικού κινήματος στον εμφύλιο πόλεμο της Ισπανίας, που αποτέλεσε μια τεράστια ώθηση στο κύρος του αναρχισμού κατά την περίοδο του μεσοπολέμου.
Το αναρχικό κίνημα στις ΗΠΑ ήταν κάπως το μεγαλύτερο στις διατλαντικές χώρες, με πολλές χιλιάδες ακτιβιστές να διασκορπίζονται σε όλη τη χώρα σε διάφορες τοποθεσίες, όπως η Νέα Υόρκη, το Σικάγο, το Νιου Τζέρσεϋ και οι μεγαλύτερες πόλεις της Καλιφόρνιας. Το κίνημα στις ΗΠΑ είχε ισχυρούς δεσμούς με τη μετανάστευση, με διαφορετικά δίκτυα συγκεντρωμένα σε διαφορετικές εθνοτικές κοινότητες. Πράγματι, ο αναρχικός ιστορικός Paul Avrich, υποστήριξε ότι «ο αναρχισμός, για όλες τις διεθνείς προσδοκίες του, για όλη την πίστη του στην ενότητα της ανθρωπότητας, ήταν πάντα χωρισμένος σε εθνικές και εθνοτικές ομάδες». Οι πιο σημαντικές από αυτές τις εθνοτικές κοινότητες κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ήταν οι Εβραίοι, οι Ρώσοι, οι Ιταλοί και οι Ισπανοί. Από ορισμένες απόψεις, κάθε κίνημα είχε μια ξεχωριστή αναρχική ιδεολογία που επηρέασε τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπίδρασαν με άλλους τομείς του εργατικού κινήματος. Οι Εβραίοι και οι Ρώσοαμερικανοί αναρχικοί, για παράδειγμα, είχαν την κύρια δύναμή τιυς στα συνδικάτα, ιδιαίτερα στην Ένωση Ρώσων Εργαζομένων (Union of Russian Workers - URW), στην Διεθνή Ένωση Γυναικών Εργαζομένων στην Ένδυση(International Ladies Garments Workers’ Union - ILGWU) και στους Ενωμένους Εργαζόμενους στον Ρουχισμό (Amalgamated Clothing Workers of America - ACWA). Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 οι δύο από αυτές αποτέλεσαν σκηνές φαύλων εσωτερικών διαφορών μεταξύ κομμουνιστών και μη κομμουνιστών για τον έλεγχο των συνδικάτων. Σε αυτές τις μάχες πολλοί Εβραίοι Αναρχικοί συμμάχησαν με συντηρητικούς συνδικαλιστές για να πολεμήσουν τους Κομμουνιστές. Σύμφωνα με τον Αναρχικό Sam Dolgoff, αυτό τους οδήγησε να ενταχθούν πλήρως στην «δεξιά πτέρυγα» του συνδικαλιστικού κινήματος και πολλοί στράφηκαν προς τον φιλελευθερισμό και το New Deal του Franklin D. Roosevelt τη δεκαετία του 1930.
Η εχθρότητα στον κομμουνισμό ήταν σήμα κατατεθέν των δραστηριοτήτων άλλων αναρχικών στις ΗΠΑ κατά τη δεκαετία του 1930. Παρά την κάποια συνεργασία σε προηγούμενες εποχές, η δίωξη των Αναρχικών από τους Μπολσεβίκους κατά τη διάρκεια και μετά τη Ρωσική Επανάσταση έπληξε τις σχέσεις μεταξύ των δύο κινημάτων, και οι Αναρχικοί θεώρησαν ως αποστολή τους τα τελευταία χρόνια να αποκαλύψουν τα ελαττώματα της έννοιας της «δικτατορίας του προλεταριάτου» που υποστηριζόταν από οπαδούς του Τρότσκι και του Λένιν. Στον τομέα της ναυτιλίας (maritime), για παράδειγμα, οι ριζοσπάστες των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου (International Workers of the World ή Wobblies, αναγκάστηκαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους με μερικούς αρκετά αντιδραστικούς ηγέτες συνδικάτων για να αποφύγουν την κομμουνιστική διείσδυση σε όλη την ακτή του Ειρηνικού. Οι εντάσεις μεταξύ των Wobblies και των Κομμουνιστών διαίρεσαν τελικά τη Ναυτιλιακή Ομοσπονδία της Ακτής του Ειρηνικού (Maritime Federation of the Pacific Coast - MFPC) το 1937, και αποτέλεσαν επίσης το επίκεντρο των διαφορών στην ακτή του Κόλπου. Πράγματι, μερικοί νεότεροι αναρχικοί, όπως ο Abe Bluestein, θυμούνται με πάθος να παλεύουν με τους κομμουνιστές έξω από συναντήσεις και διαλέξεις, όπου «προστατεύονταν από τους Wobblies με σιδερένιους σωλήνες τυλιγμένους με μαντήλια». Μερικές φορές, φαίνεται ότι οι Αναρχικοί ξόδεψαν περισσότερο χρόνο με τους κομμουνιστές παρά με τους εργοδότες τη δεκαετία του 1930, αλλά συμμετείχαν σε άλλες δραστηριότητες.
Ο αντιφασισμός έδωσε ώθηση στο ιταλικό αναρχικό κίνημα της εξορίας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 και συνεχίστηκε η δραστηριότητα από ομάδες τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μερικές από τις πιο θεαματικές επιχειρήσεις περιλάμβαναν απόπειρες δολοφονίας εναντίον του φασίστα δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι. Στο Λονδίνο, για παράδειγμα, ο Ιταλός επιχειρηματίας Emidio Recchioni παρείχε βόμβες, ένα φορτωμένο περίστροφο και 35 £ για να βοηθήσει μια αποτυχημένη κατά του Il Duce στη Ρώμη το 1931. Στο Λονδίνο, η φιλο-φασιστική εφημερίδα Daily Telegraph πήρε τις πληροφορίες αυτές και τις δημοσίευσε, μια κίνηση που εξόργισε τον Recchioni, ο οποίος υποστήριξε ότι αυτό είχε καταστρέψει τη θέση του στην τοπική κοινότητα. Μήνυσε την εφημερίδα για δυσφήμιση, παρά το γεγονός ότι οι ισχυρισμοί ήταν απολύτως αληθινοί. Στη συνέχεια, η Telegraph ζήτησε από το Υπουργείο Εσωτερικών να επιβεβαιώσει την αλήθεια της πηγής της στη Ρώμη, αλλά η τελευταία ήταν απρόθυμη να δώσει πληροφορίες, καθώς ο Recchioni ήταν προσωπικός φίλος του πρωθυπουργού Ramsay MacDonald, ο οποίος τον είχε βοηθήσει να αποκτήσει βρετανική υπηκοότητα. Ως αποτέλεσμα, η Telegraph έχασε την υπόθεση και της ζητήθηκε να καρταβάλει ως αποζημίωση στον Recchioni 1.750 £ (συν κόστος), το οποίο χρησιμοποίησε για να προωθήσει το τοπικό αντιφασιστικό κίνημα.
Στις ΗΠΑ, οι Ιταλοαμερικανοί Αναρχικοί συγκρουστηκαν με τους Blackshirts κατά τη διάρκεια των εορτασμών της Ημέρας του Κολόμβου, όπου ήταν πολύ λιγότεροι αριθμητικά. Υπήρξε διαχωρισμός στο ιταλοαμερικανικό αναρχικό κίνημα μεταξύ των οπαδών του Carlo Tresca -ο οποίος συμμετείχε σε πολλές από τις εργατικές κινητοποιήσεις της δεκαετίας του 1910- και οπαδών του Luigi Galleani, του εξεγερτικού αναρχικού που απελάθηκε από τις ΗΠΑ το 1919 για το ρόλο του σε σειρά βομβιστών ενεργειών. Ο Tresca, ο οποίος εξέδωσε το περιοδικό Il Martello, ήταν πιο πρόθυμος να συνεργαστεί με άλλους σε αντιφασιστικές δραστηριότητες από τους Galleanistas, οι οποίοι ήταν πολύ πιο σεχταριστικοί στις απόψεις τους. Ο Walter Starrett, ο οποίος επιμελήθηκε την αγγλική εφημερίδα «Road to Freedom», παραπονέθηκε ότι η τελευταία ομάδα «θα κρεμάσει έναν άνδρα σε τεχνικότητα» (‘would hang a man on a technicality’) και ονομάστηκαν «φανατικοί» από άλλους συντρόφους.
Μία από τις άλλες κύριες δραστηριότητες των Αναρχικών, ιδιαίτερα στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 ήταν η εκστρατεία υπέρ του ελεύθερου λόγου (free speech). Στη Σκωτία, για παράδειγμα, υπήρξε μια συνεχής εκστρατεία από τους Αναρχικούς που ήταν μέλης της Αντικοινοβουλευτικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας (Anti-Parliamentary Communist Federation - APCF) και άλλους ακτιβιστές σχετικά με το δικαίωμα διεξαγωγής δημόσιων συναντήσεων στη Glasgow Green, η οποία υπήρξε σημαντικός τομέας για τους δημόαιους ομιλητές από όλο το πολιτικό φάσμα για αρκετές δεκαετίες. Το υπό τον έλεγχο του Εργατικού Κόμματος δημοτικό συμβούλιο εισαγάγει ένα σύστημα αδειών για ομιλητές που επιθυμούσαν να μιλήσουν στην πλατεία Jail, σε μεγάλη ενόχληση ενός γεννημένου στο Λονδίνο αναρχικού, του Guy Aldred, ο οποίος κατηγορήθηκε και τελικά απαλλάχθηκε από μια κατηγορία βλασφημίας που έλαβε κατά τη διάρκεια της στο Hyde Park. Επιχειρήθηκαν νομικά κανάλια, αλλά όταν απέτυχαν, δημιουργήθηκε ένα Συμβούλιο Δράσης που αποτελείτα από το APCF, το Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα (Independent Labour Party - ILP), το Κομμουνιστικό Κόμμα Μεγάλης Βρετανίας (Communist Party of Great Britain - CPGB) και άλλους. Διοργάνωσαν συναντήσεις και διαδηλώσεις, με αποκορύφωμα κάποια επεισόδια στην πλατεία Τζορτζ το 1931, όταν η αστυνομία επιτέθηκε σε 50.000 διαδηλωτές που προσπαθούσαν να διαδηλώσουν στην πόλη. Μια δικαστική παρέμβαση έσπρωξε το θέμα στο long grass και το ζήτημα της ελευθερίας του λόγου αντικαταστάθηκε τελικά από τις κομμουνιστικές ηγετικές πορείες Hunger Marches,, στις οποίες οι αναρχικοί δεν είχαν καμία επιρροή.
Η ανεργία ήταν επίσης ένα μεγάλο ζήτημα για τους διατλαντικούς Αναρχικούς, με πολλά από τα μέλη τους να είναι άνεργοι. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, συνεχίστηκαν οι στάσεις και οι μικροεξεγέρσεις ενάντια σε κυβερνητικά στρατόπεδα εργασίας που ανάγκασαν άνεργους εργαζόμενους από περιοχές που πλήττονταν από την Ύφεση, με τον φόβο της απώλειας των χρημάτων τους, να αναλάβουν υποτιμητικά καθήκοντα όπως κατασκευή δρόμων, υλοτομία και ισοπέδωση χωραφιών. Οι Αναρχικοί ονόμασαν αυτά τα στρατόπεδα (στα οποία απεστάλησαν περισσότεροι από 200.000 άνδρες κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930) «στρατόπεδα σκλαβιάς» ή «στρατόπεδα συγκέντρωσης», και τα είδαν ως απόπειρα της κυβέρνησης να «σκληρύνει» τους ανθρώπους στην προετοιμασία για έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο. Στις Η.Π.Α. Ιδρύθηκαν συνδικάτα ανέργων (Unemployed Unions) με πρωτοβουλία της IWW, σε διάφορες πόλεις σε ολόκληρη τη χώρα προκειμένου να συγκεντρώσουν πόρους και να συντηρήσουν ανθρώπους χωρίς να βασίζονται στην κυβέρνηση. Συγκέντρωσαν προμήθειες από τοπικές κοινότητες και επίσης πίεζαν εργοδότες όπου μειώθηκαν οι μισθοί.
Συνολικά, ωστόσο, ο αναρχισμός στις διατλαντικές χώρες στις αρχές της δεκαετίας του 1930 βρισκόταν σε μια σαφώς χαμηλή πτώση. Ο αριθμός τους είχε καταρρεύσει από τη δεκαετία του 1910 και στις αρχές της δεκαετίας του 1920, εν μέρει μέσω της κρατικής καταστολής. Ο λεγόμενος «κόκκινος τρόμος» (Red Scare) στις ΗΠΑ από το 1919 έως το 1920 είχε ως αποτέλεσμα τεράστιες απελάσεις και οι μεταναστευτικοί νόμοι (Immigration Acts) του 1921 και του 1924 μείωσαν σημαντικά τη μετανάστευση από χώρες με σημαντικό αναρχισκό και ριζοσπαστικό κλινημα όπως η Ιταλία και η Ρωσία. Η βρετανική κυβέρνηση στόχευσε επίσης τους Αναρχικούς για την αντιπολεμική στάση τους κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και έκλεισε την κύρια εβραϊκή αναρχική εφημερίδας Der Arbeter Fraint, μεταξύ άλλων εκδόσεων. Η Ιρλανδία γνώρισε το δικό της «κόκκινο τρόμο» στις αρχές της δεκαετίας του 1930, με την κυβέρνηση να απαγορεύει μια σειρά ριζοσπαστικών ομάδων, πολλές από τις οποίες δεν υπήρχαν πλέον, δείχνοντας την περιορισμένη γνώση τους για την κατάσταση του κινήματος. Η Ιρλανδία δεν είχε οργανωμένο αναρχικό κίνημα, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά υπήρχαν ορισμένοι αγωνιστές που εγκατέλειψαν την ασφυκτική ατμόσφαιρα, που δημιουργήθηκε τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την Καθολική Εκκλησία, προκειμένου να ενταχθούν σε δίκτυα Αναρχικών στο Ηνωμένο Βασίλειο ή τις ΗΠΑ.
Ωστόσο, η κρατική και η εκκλησιαστική καταστολή ευθύνονται εν μέρει για την αδυναμία του αναρχικού κινήματος κατά τα πρώτα χρόνια της Ύφεσης. Οι αναρχικές ομάδες, παρά το ότι ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητες και αρκετά μικροσκοπικές, αναλώνονταν σε εξαιρετικά διχαστικές αντιπαραθέσεις, τόσο από ιδεολογική όσο και από προσωπική άποψη. Αναπτύσσονταν επιχειρήματα σχετικά με την οργάνωση έναντι της μη οργάνωσης, την τρομοκρατία έναντι της ειρηνικής δουλειάς και το κατά πόσονθα συνεργαστούν με άλλους στο συνδικαλιστικό και εργατικό κίνημα. Ωστόσο, αυτά τα ζητήματα μερικές φορες αποδεικνύονταν ασήμαντα μπροστά σε μνησικακίες μεταξύ τους. Η ομάδα Vanguard στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, διαλύθηκε όταν ο «ηγέτης» της ομάδας έκλεψε τη φίλη ενός άλλου μέλους. Η ομάδα του Λονδίνου Freedom, η οποία κυκλοφορούσε την ομώνυμη εφημερίδα Freedom από το 1886, διασπάστηκε όταν ο συντάκτης της Tom Keell, αποφάσισε να αποσυρθεί από την ομάδα, αλλά θεώρησε καλό να πάρει μαζί του ό,τι υπήρχε σχεδόν στο γραφείο της Freedom από το Whiteway Colony στο Gloucestershire, εξοργίζοντας πολλούς άλλους συντρόφους του. Ήταν τόσο εξοργισμένοι που ξεκίνησαν ένα αντίπαλο περιοδικό με τον ίδιο τίτλο Freedom, και δημοσίευσαν ένα επιθετικό άρθρο κατά του Keell στην πρώτη σελίδα του πρώτου τεύχους. Η διαμάχη ήταν τόσο δημόσια που ορισμένες ομάδες αρνήθηκαν να πουλήσουν την εφημερίδα, αναρωτώμενοι, και πολύ σωστά, «πόσο σεβασμό είναι πιθανό να τρέφουν οι αναγνώστες για μια ομάδα που επιτρέπει τη λάσπη μεταξύ των μελών της εν, από την άλλη, κηρύσσει αμοιβαία κατανόηση και καθολική αγάπη προς τους άλλους;» Εκτός από αυτό, η μεταναστευτική φύση του κινήματος, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, δυσκόλευε ορισμένους αναρχικούς των οποίων τα αγγλικά δεν ήταν πολύ καλά να συνδεθούν με το ευρύτερο εργατικό κίνημα. Συχνά ήταν ενεργοί στις δικές τους κοινότητες -το ισπανικό κίνημα ειδικότερα έκανε μια έντονη προσπάθεια να προσελκύσει τον ευρύτερο πληθυσμό των μεταναστών - αλλά παρέμεινε μακριά από το ευρύ κοινό.
Το γεγονός ότι πολλοί Αναρχικοι αγωνιστές ήταν άνεργοι σήμαινε ότι τα μέλη δεν μπορούσαν να πληρώσουν τις συνδρομές τους και η χρηματοδότηση ήταν ένα επίμονο ζήτημα καθ‘ όλη τη διάρκεια της Ύφεσης. Υπήρξε μια γενική αποτυχία του κινήματος να κερδίσει νέα μέλη, και έτσι αρκετοί προσελκύθηκαν από τον κομμουνισμό σε βάρος του αναρχισμού. Οι νεότεροι αγωνιστές ήταν γενικά τα παιδιά των Αναρχικών και αγωνίστηκαν να ξεπεράσουν την απομόνωσή τους, αν και πρέπει να ειπωθεί ότι έκαναν διάφορες προσπάθειες για να διαδώσουν την επιρροή τους, αλλά με λίγη επιτυχία. Για παράδειγμα, μια προσπάθεια οργάνωσης ενός Αναρχικού Συνεδρίου στις Μεσοδυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ (Midwest Anarchist Conference), τελείωσε άδοξα όταν οι περισσότεροι αντιπρόσωποι ομάδων απέτυχαν να παρευρεθούν. Όταν ρωτήθηκε για την ομάδα της στο Κλίβελαντ και γιατί ήταν η μόνη που εμφανίστηκε, η αναρχική Rose Krutchkoff απάντησε: «Λοιπόν, οι Ιταλοί δεν πιστεύουν στα συνέδρια και οι δύο Εβραίοι δεν μιλιούνται μεταξύ τους».
Η Ύφεση παρουσίασε ένα άλλο δίλημμα για τους Αναρχικούς: η μαζική ανεργία σήμαινε ότι οι άνθρωποι εξαρτώνταν όλο και περισσότερο από την κυβερνητική βοήθεια για να ξεπεράσουν την πείνα. Το New Deal στις ΗΠΑ παρείχε σχετικά σταθερές θέσεις εργασίας σε εκατομμύρια Αμερικανούς και οι περισσότερες από τις διαμαρτυρίες στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία επικεντρώθηκαν στην αύξηση των μέτρων κρατικής ανακούφισης, χωρίς να απαλλαγούν εντελώς από το κράτος. Η αναρχική πεποπιθηση της αλληλοβοήθειας υπονομεύθηκε με την αύξηση του κρατικού ελέγχου στην οικονομία και οι Αναρχικοί συχνά θεωρείτο -αρκετά λανθασμένα όμως- ότι υποστήριζαν την ίδια laissez-faire στάση που υποστηρίζουν και οι συντηρητικοί. Αυτό ώθησε τον Αμερικανό Αναρχικό Harry Kelly, να θρηνήσει: «Νομίζω ότι ο καπιταλισμός είναι συγκλονιστικός και οι μέθοδοι και τα μέτρα του Ρούσβελτ πιθανότατα θα παραμείνουν και θα συγκρατήσουν την Ύφεση για τουλάχιστον για ένα χρόνο τουλάχιστον. Με άλλα λόγια, φοβάμαι ότι δεν θα ζήσω για να δω την επανάσταση για την οποια εργάστηκα και ονειρευόμουν για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα». Οι Αναρχικοί στις διατλαντικές χώρες είχαν πνιγεί στα εθνοτικά τους πλαίσια και χωρίς κάποια δραστική αλλαγή κινδύνευαν να χάσουν κάθε συνάφεια με το ευρύτερο εργατικό κίνημα.
Δεδομένης της διεθνούς φύσης του Αναρχισμού, ίσως δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι τα γεγονότα στο εξωτερικό, στην Ισπανία, θα έδιναν την ευκαιρία αναζωογόνησης του κινήματος. Το πραξικόπημα στην Ισπανία, με επικεφαλής τους στρατηγούς, στις 19 Ιουλίου 1936, επιτάχυνε μια κατάσταση σχεδόν ολικής κατάρρευσης του κράτους στη χώρα, με τον στρατό, το ναυτικό, το κοινοβούλιο και την αστυνομική δύναμη να διαχωρίζονται μεταξύ υποστηρικτών και εχθρών της Ισπανικής Δημοκρατίας. Οι απαλλοτριώσεις της ααρχοσυνδικαλιστικής CNT και της σοσιαλιστικής UGT σηματοδότησαν την έναρξη ενός επαναστατικού κύματος στην Ισπανία, με τον ελευθεριακό κομμουνισμό να διακηρύσσεται σε τεράστιες περιοχές της Καταλονίας, της Ανδαλουσίας και της Αραγονίας.
Η διατλαντική αναρχική απάντηση σε αυτά τα γεγονότα ήταν μια αυξημένη και, αναμφισβήτητα, άνευ προηγουμένου δραστηριότητα. Στις ΗΠΑ, η Ισπανική Επανάσταση προκάλεσε την ενοποίηση πολλών αναρχικών ομάδων στις Ενωμένες Ελευθεριακές Οργανώσεις (United Libertarian Organizations - ULO). Η ULO κυκλοφόρησε την εφημερίδα Spanish Revolution (Ισπανική Επανάσταση, σε 7.000 αντίτυπα, και περιέγραψε λεπτομερώς την πρόοδο της επανάστασης στη χώρα, ιδίως στην Καταλωνία. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, πραγματοποιήθηκε παρόμοιο εγχείρημα με την έκδοση της εφημερίδας Spain and the World (Η Ισπανία και ο Κόσμος), η οποία είχε 4.000 αναγνώστες. Αυτές οι εφημερίδες ήταν ζωτικής σημασίας, δεδομένου ότι ήταν μια από τις ελάχιστες πηγές από τις οποίες οι άνθρωποι μπορούσαν να διαβάσουν για την Ισπανική Επανάσταση χωρίς την εγγενή προκατάληψη των φιλελεύθερων και κομμουνιστικών πηγών, η οποία δυσφήμηζε και λεηλατούσε την επανάσταση. Οι Αναρχικοί πίστευαν ότι αν δεν διεξαχθούν ταυτόχρονα ο πόλεμος και η επανάσταση, δεν θα υπήρχε αρκετή υποστήριξη από τον λαό για να νικήσει τελικά τον φασισμό. Αναρχικοί όπως η Έμμα Γκόλντμαν ταξίδεψαν στην Ισπανία και μετέφεραν τις εμπειρίες τους σε εφημερίδες και σε συναντήσεις πίσω στην Αγγλία. Τα χρήματα συγκεντρώθηκαν σε αυτές τις συναντήσεις, με πρωταρχικό στόχο τη βοήθεια στην Καταλονία και τους Ισπανούς Αναρχικούς απευθείας μέσω της οργάνωσης Solidaridad Internacional Antifascista (Διεθνης Αντιφασιστική Αλληλεγγύη - SIA). Οι επιτροπές Aid Spain θεωρήθηκαν από τους Αναρχικούς ως κανάλια διοχέτευση κεφαλαίων καθαρά μέσω του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος, χωρίς βοήθεια ή κεφάλαια που δόθηκαν στους Αναρχικούς της CNT. Από τον Μάη του 1937 έως τον Νοέμβρη του 1938, το αμερικανικό τμήμα της SIA συγκέντρωσε πάνω από $55.000. Δύο Αναρχικές από τη Σκωτία, οι Ethel MacDonald και Jenny Patrick, ταξίδεψαν στην Ισπανία για να εργαστούν στο τμήμα προπαγάνδας της αγγλικής γλώσσας της CNT. Η MacDonald βοήθησε επίσης τους Αναρχικούς να εγκαταλείψουν την Ισπανία όταν εκδηλώθηκε το κύμα των διωγμών που ακολούθησε τις Ημέρες του Μάη στη Βαρκελώνη το 1937, όταν ξέσπασαν μάχες μεταξύ επαναστατικών ακτιβιστών και της Ρεπουμπλικανικής κυβέρνησης, με τη βοήθεια των Κομμουνιστών, κερδίζοντας το ψευδώνυμο «Scots Scarlet Pimpernel».
Οι προσπάθειες αποστολής όπλων ήταν λιγότερο επιτυχημένες. Ο Ιρλανδός Jack White, πρώην διοικητής του Irish Citizen Army, πήγε στην Ισπανία με μονάδα ασθενοφόρων όπου μετατράπηκε σε αναρχικό. Συνέλαβε ένα ευφυές σχέδιο για λαθρεμπόριο όπλων και το έθεσε σε εφαρμογή μόλιςεπέστρεψε στην Αγγλία. Χρησιμοποιώντας τη διεύθυνση ενός Τσέχου κατασκευαστή όπλων στο Λονδίνο, του οποίου η σοφίτα καταλήφθηκε από έναν Αναρχικό, ο White και οι σύντροφοί του κατάφεραν να στείλουν τρεις αποστολές στην Ισπανία μέσω ενός γερμανικού λιμανιού. Όταν το πλοίο, σηματοδοτημένο για τους εθνικιστές, έφτασε στην Ισπανία, τα όπλα κατασχέθηκαν από τους Αναρχικούς, φέρνοντας σε αμηχανία τη βρετανική κυβέρνηση, η οποία δεν έπρεπε να επιτρέψει να περάσουν όπλα στο πλαίσιο της συμφωνίας μη παρέμβασης.
Η ισπανική CNT αποθάρρυνε την αποστολή εθελοντών στην Ισπανία, προτιμώντας χρήματα και όπλα σε περισσότερους άνδρες, αλλά αρκετοί υπερατλαντικοί Αναρχικοί έκαναν το ταξίδι τους για να πολεμήσουν σε αναρχικές πολιτοφυλακές, όπως στη Μαδρίτη και την Αραγονία με τη Διεθνή Ομάδα της Φάλαγγας Durruti. Άλλοι εντάχθηκαν στη Φάλαγγα Ascaso ή στο περίφημο Batallón de la Muerte (Τάγμα του Θανάτου). Περίπου 100-200 Αναρχικοί από τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία πολέμησαν στην Ισπανία, μερικοί από αυτούς με τις κομμουνιστικές Διεθνείς Ταξιαρχίες. Ένας Ιρλανδός, ο Pat Read, διώχθηκε από την Ταξιαρχία Λίνκολν για τη συνεχή κριτική του στη γραμμή του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Συνοψίζοντας, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, το διατλαντικό Αναρχικό κίνημα δεν αναζωογονήθηκε εξαιτίας των εσωτερικών διαμαχών, της έλλειψης χρημάτων και ,κατά συνέπεια, της αδυναμίας του να ξεφύγει από τη δική του απομόνωση. Η Ισπανική Επανάσταση έδωσε την ευκαιρία σε αυτούς τους αγωνιστές να αμφισβητήσουν αυτήν την κατάσταση και να θέσουν στην πράξη τις ιδέες τους σε ένα ευρύτερο κοινό. που έκανε, και για λίγο, ο αναρχισμός έγινε σχετικά δημοφιλής και πάλι. Ωστόσο, η συντριβή της επανάστασης, πρώτα από τους κομμουνιστές και τους φιλελεύθερους Ρεπουμπλικάνους και μετά από τη νίκη του Φράνκο ήταν καταστροφική για το κίνημα. Πολλοί αγωνιστές φυλακίστηκαν ή σκοτώθηκαν, και πολλοί άλλοι εγκατέλειψαν το κίνημα απογοητευμένοι εντελώς. Τελικά, ακόμη και το κύρος των Αναρχικών στην Ισπανία δεν μπόρεσε να σταματήσει την πτωτική τάση και θα περνούσαν άλλα τριάντα χρόνια, τουλάχιστον, πριν ο Αναρχισμός αρχίσει να έχει ξανά σημαντικό αντίκτυπο σε ευρύτερα πολιτικά ζητήματα στις διατλαντικές χώρες.
*Υποψήφιος διδάκτωρ, Queen’s University Belfast. Μετάφραση: Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης.