Σύντροφοι
Στις τέσσερις άκρες του κόσμου, από τη Νέα Υόρκη ώς τη Μόσχα και από τη Στοκχόλμη ώς το Μπουένος Άιρες, στο στόμα του προέδρου Μάο ή του Πάπα, του Φράνκο ή του Μπρέζνιεφ, η ίδια έκκληση αντηχεί: «ΔΟΥΛΕΨΤΕ, ΔΟΥΛΕΨΤΕ και πάλι ΔΟΥΛΕΨΤΕ. ΔΟΥΛΕΨΤΕ για την πατρίδα για τον σοσιαλισμό, για το καλό της ανθρωπότητας, για να αγοράσετε το τελευταίο επαναστατικό προϊόν, άλλα προ πάντων ΔΟΥΛΕΨΤΕ.
0ι εξουσιαστές κάθε είδους, οι υπουργοί και οι καθηγητές, οι συνδικαλιστές και οι παπάδες, τα κομματικά, αφεντικά και ή αστυνομία, ενώθηκαν σε μια Ιερή Συμμαχία για να πείσουν τις «μάζες» πόσο αναγκαία είναι η εργασία, πόσο εξευγενίζει τον άνθρωπο κατ τον κάνει να ξεχωρίζει από τα ζώα. Άλλα ό άνθρωπος -όπως ακριβώς και τα βόδια που πρέπει να ευνουχιστούν για να δουλέψουν καλά- δεν είναι πλασμένος για εργασία.
H φύση του τον ωθεί στην απόλαυση, στην ανάπτυξη κάθε είδους ελεύθερων δραστηριοτήτων που υπακούουν μόνο στις επιθυμίες του και στο πάθος του για ζωή και που είναι οργανικά συνυφασμένες με την παραγωγή των υλικών αντικειμένων που ο ίδιος κρίνει απαραίτητα για τη διατήρηση και τον εμπλουτισμό της ζωής του. Απέναντι σ' αυτά, τι προσφέρει η υπάρχουσα κοινωνία; Τα κάτεργα της παραγωγής, τα νεκροταφεία της οικογενειακής αποτελμάτωσης, τους γλοιώδικα χαμογελαστούς τόπους κατανάλωσης, που αναλαμβάνουν να τελέσουν τη θυσία μας στο βωμό του Κράτους και του Κεφαλαίου.
Η αυτονομημένη σφαίρα της παραγωγής, το θεμέλιο του όλου οικοδομήματος, είναι η κοινή μοίρα και καταδίκη των προλεταριοποιημένων ατόμων. Μέσα στην παραγωγή η ευχαρίστηση που μπορεί κανείς να αντλήσει από μια δραστηριότητα δεν έχει καμιά σημασία, γιατί δεν μπορεί να αποθηκευτεί, να συσσωρευτεί, να μετατραπεί σε χρήμα και προνόμια για τον καπιταλιστή ή τον γραφειοκράτη. Η εργασία μας είναι καταναγκαστική εργασία, που έχει πάρει τη μορφή του διαρκή εκβιασμού σε βάρος του προλεταριοποιημένου ατόμου, της μισθωτής εργασίας. ΚΑΘΕ ΩΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΩΡΑ ΚΛΕΜΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ.
Ο χρόνος της εργασίας είναι τριπλά χαμένος για μας: Είναι χρόνος που θα ευχαριστιόμασταν να χρησιμοποιήσουμε στον έρωτα, στις πραγματικές επιθυμίες, στην ελεύθερη δημιουργία. Είναι χρόνος σωματικής και ψυχικής φθοράς. Και, τέλος, καθορίζει τη μιζέρια του υπόλοιπου χρόνου του δήθεν «ελεύθερου», που ορίζεται σαν χρόνος κατανάλωσης και επιδιόρθωσης της ικανότητας για εργασία. Η ολοκληρωτική υποταγή μας κατά τη διάρκεια της εργασίας σε μια εξουσία που υπάρχει έξω από μας και εναντίον μας, έχει σαν συνέπεια την πλήρη αποξένωση από την σκοπιμότητα και το προϊόν της εργασίας μας.
Η κατανάλωση είναι έμπρακτη επιβεβαίωση της αποξενωμένης εργασίας και ταυτόχρονα μια απαραίτητη προϋπόθεση για την εξακολούθηση της. Μέσα στο σύστημα της μισθωτής εργασίας, ο χρόνος πού χάνουμε όταν εργαζόμαστε, οι επιθυμίες που πρέπει να απαρνηθούμε, ανταλλάσσονται με το χ ρ ή μ α. Αλλά το χρήμα επιτρέπει μόνο την απόκτηση αντικειμένων εκείνου που χάσαμε στην εργασία που ποτέ δεν μας επιστρέφεται. Η μιζέρια της κατανάλωσης αντιστοιχεί στη μιζέρια της εργασίας. Η υπάρχουσα κοινωνία καταδικάζει το άτομο να αποκτηνώνεται σε μια ηλίθια δραστηριότητα, για να αποκτήσει τα ασήμαντα ή άχρηστα αντικείμενα που παρήγαγε και να δικαιολογήσει έτσι την ίδια την αποχτήνωσή του. Σήμερα η μόνη ανάγκη που μετράει, είναι η ανάγκη διαιώνισης του συστήματος. Από εκεί και πέρα, εφαρμόζεται η επιστήμη της δημιουργίας επίπλαστων αναγκών που υποχρεώνει τούς ανθρώπους να βαδίζουν στο ρυθμό της εργασίας.
Έτσι ό άνθρωπος μετατρέπεται σε θεατή των αναγκών του, τώρα πια είναι οι ανθρώπινες ανάγκες που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παραγωγικού μηχανισμού και όχι το αντίστροφο. Τεράστιοι τομείς της παραγωγής απασχολούνται με την παραγωγή του αχρείαστου (παρασιτικός «τριτογενής» τομέας, πολεμική βιομηχανία, παραγωγή κηροπηγίων για γεύματα σκύλων στο Κολωνάκι, κρατικές και κομματικές «υπηρεσίες», κ.λπ.). Ποτέ μια ανθρώπινη κοινωνία δεν είχε στη διάθεσή της τόσο εντυπωσιακά μέσα και ποτέ δεν τα χρησιμοποίησε με τόσο παράλογο και απάνθρωπο τρόπο. Ποτέ δεν ήταν τόσο μεγάλο το χάσμα ανάμεσα σ' αυτό πού μπορεί να υπάρξει και σ' αυτό πού πράγματι υπάρχει. Αλλά και ποτέ ή άρνηση της υπάρχουσας κοινωνίας δεν έτεινε να είναι τόσο γενικευμένη.
Σήμερα γίνεται φανερό ότι η Κοινωνική Επανάσταση μπορεί να καταργήσει την κυριαρχία της οικονομίας πάνω στη ζωή και να υλοποιήσει άμεσα την αρχή «εργασία όχι, απόλαυση ναι», ξεκινώντας από τη ριζική εξάλειψη όλων των παρασιτικών τομέων και συγχωνεύοντας την επιθυμητή παραγωγή μέσα στο σύνολο των ελεύθερων δραστηριοτήτων.
Σύντροφοι,
Στις τέσσερις άκρες του κόσμου, από τη Νέα Υόρκη ώς τη Μόσχα και από τη Στοκχόλμη ώς το Μπουένος Άιρες, ή Πρωτομαγιά είναι ημέρα αργίας, καταχωρημένη δίπλα στο Πάσχα και την Ανάληψη σαν «γιορτή της εργασίας» — δηλαδή γιορτή της μισθωτής σκλαβιάς. Ακολουθώντας το παράδειγμα του Χίτλερ, του Πεταίν και του Φράνκο, οι περισσότερες κυβερνήσεις τη μετέτρεψαν σε επίσημη αργία (και ή κυβέρνηση του Παπαδόπουλου δεν αποτέλεσε εξαίρεση). Στις Δυτικές χώρες ή Πρωτομαγιά γιορτάζεται με συγκεντρώσεις — τελετουργίες και πορείες—λιτανείες, όπου τα πάντα είναι αυστηρά προκαθορισμένα μια και η υποταγή της πειθήνιας ανθρώπινης μάζας είναι δεδομένη.
Στις χώρες του κρατικού καπιταλισμού (Ρωσία, Κίνα, Κούβα κλπ..), οι γραφειοκράτες ιδιοκτήτες του προλεταριάτου δεν διστάζουν να οργανώνουν επιβλητικές στρατιωτικές παρελάσεις και να παρουσιάζουν τις τελειότερες μηχανές θανάτου. Η Πρωτομαγιά δεν ήταν πάντοτε μια τέτοια θλιβερή μασκαράτα και θριαμβολογία των κάθε λογής εξουσιαστών. Έχοντας ξεκινήσει στα τέλη του περασμένου αιώνα σαν διαμαρτυρία για την εκτέλεση πέντε αναρχικών εργατών ατό Σικάγο, μετατράπηκε από τούς εργάτες όλων των χωρών σε ημέρα επιβεβαίωσης της διεθνούς ταξικής τους αλληλεγγύης και σε γενική δοκιμή του πολέμου εναντίον των καταπιεστών και εκμεταλλευτών τους. Επί πολλές δεκαετίες οι λακέδες του Κράτους και του Κεφαλαίου ζούσαν με τον εφιάλτη της. Στο πλησίασμα της έκριναν αναγκαίο να κινητοποιήσουν όλες τις δυνάμεις καταστολής, τούς χαφιέδες και τις φυλακές τους, τα ξίφη και τα πολυβόλα τους, για να δαμάσουν αυτή την πρόκληση εναντίον της υπάρχουσας Κοινωνίας. Η ήττα των εργατικών επαναστάσεων στις αρχές τον αιώνα μας επέτρεψε όμως στο Κεφάλαιο να αφομοιώσει την Πρωτομαγιά, που έτσι μετατράπηκε σε τελετουργική κατανάλωση λίγης εκτόνωσης: την επομένη ήμερα οι εργάτες μπορούν να χτυπήσουν κάρτα στο εργοστάσιο τους και να εργαστούν με νέες δυνάμεις!
Σύντροφοι,
ΟΣΟ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΟΥΛΕΥΟΥΜΕ ΤΟΣΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΖΟΥΜΕ!
Ομάδα αναρχικών εργαζομένων
----------------------------------------------
ΠΡΟΣ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ
ΠΡΟΣ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
Σήμερα στις 12 με 1 το μεσημέρι, ανάμεσα στα Χαυτεία και το Πολυτεχνείο, η αστυνομία χτύπησε με τεθωρακισμένα κι εκατοντάδες αστυνομικούς με κράνη την «ομάδα αναρχικών εργαζομένων», πού ξεκινώντας από την οδό Τοσίτσα και κρατώντας πανώ με το σύνθημα: «Πρωτομαγιά: Ημέρα των εργατών, Ημέρα εναντίον της μισθωτής εργασίας» και άλλα, άρχισε μια πορεία προς το κέντρο της Αθήνας.
Δεν ζητήσαμε και δεν πρόκειται να ζητήσουμε ποτέ από κανέναν την άδεια, για να καθορίσουμε το χρόνο και το χώρο όπου θα εκφραστούμε και θα ζήσουμε.
Απέναντι στην κρατική βία αντιτάξαμε την αυτοάμυνά μας. Οι δολοφόνοι του Νοέμβρη χτύπησαν με πρωτοφανή αγριότητα όσους συμμετείχαν στην πορεία και όσους συμπαραστάθηκαν στην αντίστασή τους.
Ζητάμε των συμπαράσταση όλων των εργαζομένων κι όλων των ελεύθερων ανθρώπων για κείνους πού αιμόφυρτοι σύρθηκαν στις κλούβες και κρατούνται σε άγνωστο τόπο και κάτω από άγνωστες συνθήκες.
ώρα 3.30 - 1 τον Μάη
** Πολυγραφημένες προκηρύξεις που κυκλοφόρησαν την Πρωτομαγιά του 1974 σε 4.000 αντίτυπα