Tommy Lawson*
Πρόσφατα, ένας αριθμός ανθρώπων που κάποτε αποκαλούνταν αναρχικοί προσχώρησαν στο νεοσύστατο Australian Communist Party (ACP - Αυστραλιανό Κομμουνιστικό Κόμμα). Το ACP είναι μια νέα διάσπαση από το Communist Party of Australia (CPA - Κομμουνιστικό Κόμμα Αυστραλίας) για ασαφείς κατηγορίες γραφειοκρατίας και την αδυναμία του CPA να συνάψει «σχέσεις με τη νεολαία». Το παρόν CPA, ωστόσο, ιστορικά εντοπίζει την καταγωγή του από το σταλινικό Socialist Party of Australia (SPA - Σοσιαλιστικό Κόμμα Αυστραλίας), που στη δεκαετία του '60 διαχωρίστηκε από το CPA. Το SPA υποστήριξε τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία (το αρχικό CPA ήταν το μοναδικό κόμμα της Κομιντέρν στον κόσμο που κατήγγειλε την εισβολή) και δεν ασκούσε κριτική για την κληρονομιά του Στάλιν. Όταν το αρχικό CPA διαλύθηκε στη δεκαετία του '90, το SPA ανέλαβε την πρωτοβουλία να πάρει το όνομα και να διεκδικήσει την ιστορία του αρχικού CPA. Έτσι λοιπόν, πώς γίνεται άνθρωποι που όχι και πολύ καιρό πριν ισχυρίζονταν ότι έφεραν την πολιτική ετικέτα του Αναρχικού να εντάσσονται σε ένα αυστραλιανό σταλινικό κόμμα; Θα ήταν λάθος για εμάς ως αναρχοκομμουνιστές να μην ασχοληθούμε με αυτήν την προσχώρηση αναρχικών στο ACP.
Ο αναρχισμός είναι μια πολιτική φιλοσοφία που επιδιώκει την πλήρη απελευθέρωση του ανθρώπινου είδους από την εκμετάλλευση και την κυριαρχία. Οι αναρχικοί υποστηρίζουν την ταξική πάλη ως μέσο ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων και του κράτους και στη θέση τους τάσσονται υπέρ μιας μια φεντεραλιστικής, σοσιαλιστικής κοινωνίας οργανωμένης μέσω της «αυτοδιεύθυνσης» τόσο στην κοινότητα όσο και στον χώρο εργασίας. Ο αναρχισμός γεννήθηκε στο εργατικό κίνημα στα μέσα του 1800ς και οι ιδέες των ίδιων των εργαζομένων διατυπώθηκαν από διανοούμενους όπως ο Μπακούνιν, ο Κροπότκιν και ο Μαλατέστα. Ως πολιτική φιλοσοφία, ο αναρχισμός όχι μόνο στοχεύει στην ανάλυση των πραγματικών μορφών καταπίεσης που υφίστανται στην κοινωνία, αλλά και στη μεταμόρφωση των ανθρώπινων σχέσεων ώστε να επιτευχθεί το μέγιστο της ανθρώπινης ελευθερίας, εναρμονισμένης με την κοινοτική ανάπτυξη.
Δυστυχώς, δύο προβληματικές τάσεις αναπτύχθηκαν στο εσωτερικό του αναρχισμού, που είτε έβλεπαν την πολιτική φιλοσοφία να ασχολείται μόνο με την ατομική ελευθερία (ατομικισμός), είτε να βασίζεται στη ριζοσπαστική δράση κάποιων μικροσκοπικών μειονοτήτων (εξεγερτισμός). Πρέπει να αναγνωριστεί ότι η δεύτερη από αυτές τις τάσεις, η εξεγερτική, είναι συχνά μια κολλεκτιβίστικη φιλοσοφία στους στόχους της, αλλά οι στρατηγικές και οι τακτικές της αντικατοπτρίζουν περισσότερο τη φύση των ατομικιστικών φιλοσοφιών. Αν και φαίνεται αρχικά αντιθετικό, θέλω να υποστηρίξω ότι υπάρχει μόνο ένα μικρό άλμα από την ατομικιστική «αναρχία» και την εξεγερτική τακτική στην πιο υποβαθμισμένη μορφή της μαρξιστικής πολιτικής, τον σταλινισμό. Καθώς ο ατομικισμός και ο εξεγερτισμός αναπτύχθηκαν από την παρακμή της σχέσης του αναρχισμού με την ταξική πάλη, έτσι και ο σταλινισμός εξελίχθηκε από την καταστροφή του σοσιαλιστικού κινήματος.
Οι ατομικιστικές και εξεγερτικές ιδέες που αναδύθηκαν άφησαν ανεξίτηλο σημάδι στον αναρχισμό κατά τη διάρκεια της μακράς, παγκόσμιας ήττας των κινημάτων της εργατικής τάξης στα τέλη του 1800 και στις αρχές του 1900, όπου ο αναρχισμός έχανε αργά τη θέση του στα κοινωνικά κινήματα της εργατικής τάξης. Ενώ αυτό ακούγεται σαν μια ευρεία χρονική περίοδος, όπως είναι, κατά τη διάρκεια της οποίας τα κινήματα της εργατικής τάξης άνθισαν πραγματικά σε πολλά έθνη, αντικατοπτρίζει επίσης την άνιση γεωγραφική ανάπτυξη αυτών των κινημάτων. Συνολικά, όμως, όλη αυτή η περίοδος χαρακτηρίστηκε από μια κυκλική πτώση των κινημάτων της εργατικής τάξης και την επακόλουθη καταστολή. Παρά τις διαφορετικές αιτίες της καταστολής, το γενικό πρότυπο ήταν το ίδιο στα περισσότερα έθνη.
Στην Ευρώπη, η αναρχική φιλοσοφία είχε διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην Κομμούνα του Παρισιού, που πνίγηκε στο αίμα από το γαλλικό κράτος το 1871. Οι ελεύθερες περιοχές της Ουκρανίας που εμπνεύστηκαν από τον αναρχισμό συντρίφτηκαν από τους Μπολσεβίκους το 1921, και το πιο διάσημο παράδειγμα αναρχοσυνδικαλισμού, η ισπανική CNT, συντρίφτηκε από τον φασιστικό και σταλινικό τρόμο μέχρι το 1939. Σε άλλα μέρη του κόσμου, για παράδειγμα στην Αργεντινή, η FORA κατέρρευσε υπό την κρατική καταστολή και την έκρηξη της μπολσεβίκικης επιρροής το 1929, και τα ελεύθερα αναρχικά εδάφη της Κορεατικής Λαϊκής Ένωσης έπεσαν κατά την ιαπωνική εισβολή το 1931. Αυτά είναι μερικά συγκεκριμένα παραδείγματα, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο οι άρχουσες τάξεις συνέτριψαν πολλά εργατικά κινήματα καθώς αγωνίστηκαν να περιορίσουν την κομμουνιστική επιρροή, όπως ακριβώς τα επίσημα κομμουνιστικά κόμματα αγωνίστηκαν να συμπεριλάβουν τους εργατικούς αγώνες στην πολιτική της Κομιντέρν. Αποπροσανατολισμένοι από την κατάρρευση τόσων ισχυρών κινημάτων, πολλοί αγωνιστές στράφηκαν σε μεμονωμένες πράξεις τρομοκρατίας, μερικές φορές σε απελπισμένες προσπάθειες να εμπνεύσουν την αλλαγή και μερικές φορές επειδή η βίαιη κρατική και καπιταλιστική καταστολή τους είχε στριμώξει σε μια γωνία όπου ο ένοπλος αγώνας αποδείχτηκε παγίδα. Αυτή ήταν η περίπτωση του Juan Antonio Moran, επικεφαλής του συνδικάτου λιμενεργατών στην Αργεντινή. Αρχικά παίρνοντας τα όπλα για να υπερασπιστεί τις απεργίες από την καταστολή των αφεντικών, βρέθηκε παγιδευμένος στον ένοπλο αγώνα ενός εξασθενημένου κινήματος, όπου θα συναντούσε την τελική του καταστροφή.
Με την πάροδο του χρόνου, άλλοι «παραιτήθηκαν» από την κοινωνία για να ζήσουν σε «κοινότητες» και «ιλεγκαλιστικούς» τρόπους ζωής. Είχαν χάσει την πίστη ότι η εργατική τάξη ήταν ικανή να ανατρέψει τον καπιταλισμό και το κράτος, και υποχώρησαν από τη φύση του αναρχισμού ως φιλοσοφίας της ταξικής πάλης, για να τον μετατρέψουν σε μια απλή αστική μορφή κοινωνικής κριτικής. Με την πάροδο του χρόνου, αυτή η αλλοτριωμένη μορφή «αναρχισμού» διαιωνίστηκε, θέτοντας τις αυθεντικές αναρχικές θεωρίες εκτός πλαισίου για να δικαιολογηθεί η φιλελεύθερη ερμηνεία της. Η πιο διάσημη προσαρμογή θα ήταν η έννοια της εξέγερσης του Max Stirner έναντι αυτής της επανάστασης.
«Η επανάσταση αποσκοπεί σε νέους κανόνες. Η εξέγερση σημαίνει πως δεν αφήνουμε να μας κανονίζουν, αλλά κανονίζουμε μόνοι μας, και δεν στηρίζει μεγάλες ελπίδες σε «θεσμούς» ... Αφού λοιπόν σκοπός μου δεν είναι να ανατρέψω την κατεστημένη τάξη, αλλά να υψωθώ εγώ πάνω από αυτήν, τα κίνητρά μου και η δράση μου -αφού αποβλέπουν αποκλειστικά και μόνο σε μένα και τη μοναδικότητά μου- δεν έχουν χαρακτήρα πολιτικό ή κοινωνικό, αλλά εγωιστικό”. (Στίρνερ, Ο μοναδικός και το δικό του *Το απόσπασμα αυτό παρατίθεται από το βιβλίο “Ο Μοναδικός και το Δικό του”, Έκδοση της Μαρμίτας, Αθήνα 2002, σε μετάφραση Αλεξάνδρας Παπαθανασοπούλου).
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ίδιος ο Στίρνερ δεν ήταν ποτέ αναρχικός, αλλά οι ιδέες του υιοθετήθηκαν αργότερα από κάποιους στο αναρχικό κίνημα. Το παραπάνω απόσπασμα του Στίρνερ απεικονίζει την άμεση σύνδεση μεταξύ της ατομικιστικής φιλοσοφίας και της «στρατηγικής» της εξέγερσης που υιοθετούν ορισμένοι «κολεκτιβιστές». Ο ατομικιστικός αναρχισμός έγινε τελικά ένα αυτοαναφορικό τμήμα της ευρύτερης «αναρχικής» φιλοσοφίας, αλλά απέτυχε ακόμα να επιτύχει κάτι σημαντικό για τη μάζα των εργατών. Δεν είχε σημασία αν οι ατομικιστές ακτιβιστές «παραιτήθηκαν» ή αγωνίστηκαν ηρωικά για την «εξέγερση» ενάντια στην καταπιεστική κοινωνία που τόσο μισούσαν. Δεν μπορούσαν να υπάρξουν εκτός του συνόλου των καπιταλιστικών σχέσεων. Όλες οι ποιητικές θεωρίες της εξεγερτικής δράσης δεν μπορούσαν να καλύψουν την απόλυτη αποτυχία φιλοσοφιών που έχουν διαχωριστεί από τον μαζικό αγώνα.
Ταυτόχρονα για τους μαρξιστές, μετά την αποτυχία της Ρωσικής Επανάστασης να εξαπλωθεί στην Ευρώπη, οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές αντιμετώπισαν μια κατάσταση όπου το νέο κρατικό καπιταλιστικό καθεστώς στη Ρωσία έμεινε στάσιμο και στη συνέχεια πήγε προς τα πίσω όσον αφορά την ανάπτυξη νέων κοινωνικών σχέσεων. Οι επαναστάτες έπρεπε να αναθεωρήσουν τις θεωρίες τους στο γιατί η επανάσταση δεν είχε εξαπλωθεί διεθνώς και τι θα μπορούσε να γίνει γι’ αυτό. Στη Ρωσία, οι γραφειοκρατίες αναπτύχθηκαν από τον Λένιν και τον Τρότσκι για τη διαχείριση του υπό κατάρρευση οικονομικού συστήματος, των πολιτικών διαφωνιών και για τη διαχείριση της καταστολής των αντεπαναστατών, επεκτάθηκαν και απέκτησαν τη δική τους ζωή. Ο κεντριστής Στάλιν ήρθε στο προσκήνιο εκπροσωπώντας τα συμφέροντα αυτής της νέας γραφειοκρατικής «διαχωριστικής τάξης» από τους εργάτες. Ο Στάλιν και η Κομιντέρν ανέπτυξαν τη θεωρία του «Σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα». Αυτό ήταν η σημαντικότερη υποχώρηση της μαρξιστικής θεωρίας από την οικοδόμηση της μαζικής πάλης της εργατικής τάξης διεθνώς.
Ωστόσο, ο Στάλιν και οι ακολουθητές του αντιπροσώπευαν ένα ισχυρό νέο κράτος, με τεράστιους πόρους, επαναστατική ρητορική και παγκόσμια εμβέλεια. Ήταν αρκετά δύσκολο να υπάρχει πρόσβαση σε κάθε πληροφορία για την πραγματική ζωή υπό το νέο «σοβιετικό» καθεστώς, δεδομένης της πλήρους κρατικής κυριαρχίας στην κοινωνική ζωή στην ΕΣΣΔ. Οι επαναστάτες σε όλο τον κόσμο άρχισαν να υπόκεινται στην εξουσία της σταλινικής πολιτικής. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ήταν πραγματικοί επαναστάτες της εργατικής τάξης που είχαν πέσει θύματα των ψευδαισθήσεων του σταλινικού καθεστώτος. Σε άλλες, μεσοαστοί ευκαιριακοί τύποι ασχολήθηκαν με την επιρροή του νέου καθεστώτος για να προωθήσουν την καριέρα τους.
Όσοι απέρριψαν την πολιτική του νέου καθεστώτος και συνέχισαν να υποστηρίζουν τη διεθνή επανάσταση, ωστόσο, έπεσαν σε νέα στρατόπεδα διαίρεσης. Οι Αναρχικοί-Κομμουνιστές υποστήριζαν τις θεωρίες που είχαν από την εποχή του Μπακούνιν ότι το νέο καθεστώς ήταν μια μορφή Κρατικού Καπιταλισμού, ενώ οι Τροτσκιστές είδαν το νέο καθεστώς ως «παραμορφωμένο εργατικό κράτος», με βάση τις αρχικές, σημαντικές, υλικές κατακτήσεις της εργατικής τάξης, και τον επακόλουθο εκφυλισμό καθώς το κίνημα της εργατικής τάξης συντρίφτηκε. Ωστόσο, οι ατομικιστές αναρχικοί, ενώ απέρριπταν την καταπίεση του κράτους και του νέου σοβιετικού καθεστώτος, αμφισβήτησαν επίσης την ικανότητα της εργατικής τάξης να πραγματώσει τη διεθνή επανάσταση. Τα συμπεράσματα που συνήγαγαν από αυτές τις τριβές θα τους οδηγούσαν σε παραπλάνηση και σε ορισμένες θεωρητικές απόψεις εντυπωσιακά παρόμοιες με αυτές των Σταλινικών. Διότι, όπως ακριβώς ο σταλινισμός είναι το αποτέλεσμα του αστικού εκφυλισμού της πρώτης εργατικής επανάστασης, έτσι και ο ατομικιστικός αναρχισμός αντικατοπτρίζει τη συντριβή του εργατικού κινήματος και της σχέσης του με τον αναρχισμό.
Αυτό ακριβώς συνέβη και με τον Βίκτωρ Σερτζ, τον Γάλλο αναρχικό και συγγραφέα που εντάχθηκε στους Μπολσεβίκους. Ο Σερτζ είχε αρχικά διαδοθεί ότι ήταν μέλος της «Συμμορίας Bonnot», μιας ομάδας ατομικιστών αναρχικών που χρησιμοποίησαν ποιητική γλώσσα για να δικαιολογήσουν τις ληστείες τραπεζών ως «ζώντας ελεύθεροι» από τον καπιταλισμό και την εργασία. Όταν έφτασε στη Ρωσία, τον προσέλκυσε αναμφίβολα η πραγματική ανησυχία για την εργατική τάξη των πρώτων μπολσεβίκων και του Λένιν. Αλλά καθώς η επανάσταση εκφυλίστηκε και οι μέθοδοι των Μπολσεβίκων έγιναν μια άλλη δύναμη συντριβής της ελεύθερης πρωτοβουλίας της εργατικής τάξης, ο Σερτζ έγινε απολογητής των πρώτων. Ο ελεύθερος Τύπος έκλεισε, οι απεργίες απαγορεύτηκαν και οι ανεξάρτητες οργανώσεις των εργαζομένων σίγησαν υπό την απειλή βίας και ο Σερτζ κατέληξε ακόμη και να υπερασπίζεται τη συντριβή της εξέγερσης της Κροστάνδης. Όπως σημειώνει ο Luigi Fabbri σε σχετική σημείωση για τον Σερτζ:
«Ο [Σερτζ] είναι το ίδιο το αρχέτυπο του αναρχικού που έχει διαμορφώσει την αναρχία σαν ένα όμορφο όνειρο της φαντασίας του, γιατί, κατά βάθος, [έχουν] ελάχιστη πίστη σε αυτό: και μόλις εμφανιστούν τα γεγονότα, μπροστά από τα οποία [καλούνται] να συμμορφωθούν με τις δικές τους ιδέες, ακόμη κι αν προκαλέσουν τριβή, σύγκρουση και θυσίες, σκαρφαλώνουν αμέσως στην αντίθετη κατεύθυνση» (Luigi Fabbri, Επανάσταση και δικτατορία).
Ας εξετάσουμε λοιπόν μερικά παραδείγματα των ομοιοτήτων της σταλινικής και της ατομικιστικής πολιτικής και δράσης.
Βασικό σημείο του ατομικιστικού αναρχισμού είναι η αφηρημένη «ελευθερία» να κάνουν ό,τι θέλουν για να «απελευθερώσουν» τους εαυτούς τους από την καπιταλιστική και κρατική καταπίεση. Δεδομένου ότι το ενδιαφέρον αυτό δεν είναι κοινωνικής υφής, αλλά ατομικό στη φύση του, οι μορφές οργάνωσής τους (ή η έλλειψη αυτής) το αντικατοπτρίζουν. Η άμεση δράση, που αποτελεί βασικό συστατικό της ευρύτερης «αναρχικής» πρακτικής, προσφέρεται όταν επικρατεί θεωρητική υπανάπτυξη των ατομικιστών στους κόλπους των μικρών, μυστικοπαθών και αυτοαναφορικών ομάδων που αποφασίζουν μια πορεία πολιτικής δράσης που δεν επιτρέπει στην ευρύτερη τάξη να έχει λόγο ποια δράση είναι κατάλληλη για τις ανάγκες της. Όταν κάποιος σκέπτεται την αρχική αντίληψη της άμεσης δράσης, καθίσταται προφανές ότι σχετίζεται άμεσα με τη μαζική δράση των εργαζομένων, ως εργαλείο για την ανάπτυξη της αλληλεγγύης και των ιδεών.
«Άμεση δράση… σημαίνει ότι η εργατική τάξη, όντας σε συνεχή εξέγερση ενάντια στην υπάρχουσα κατάσταση, δεν περιμένει τίποτα από εξωτερικές ή άλλες δυνάμεις, αλλά δημιουργεί τις δικές της συνθήκες πάλης και κοιτά στον εαυτό της για τα μέσα δράσης της. Αυτό σημαίνει ότι, ενάντια στην υπάρχουσα κοινωνία που αναγνωρίζει μόνο τον πολίτη, ανεβαίνει ο παραγωγός. Και ότι ο παραγωγός, έχοντας κατανοήσει ότι κάθε κοινωνική ομαδοποίηση διαμορφώνεται στο σύστημα παραγωγής του, σκοπεύει να επιτεθεί άμεσα στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής για να τον μεταμορφώσει, εξαλείφοντας τον εργοδότη και επιτυγχάνοντας έτσι κυριαρχία στο εργαστήριο - την απαραίτητη προϋπόθεση για η απόλαυση της πραγματικής ελευθερίας. (Emile Pouget, Άμεση δράση).
Ή όπως εξηγεί ο Rudolph Rocker «η εκπαίδευση για τον σοσιαλισμό» είναι η «προσπάθεια να καταστούν σαφείς στους εργαζόμενους οι εγγενείς συνδέσεις μεταξύ των κοινωνικών προβλημάτων μέσω τεχνικής διδασκαλίας και της ανάπτυξης των διοικητικών τους ικανοτήτων. «Τίποτα δεν είναι πιο «κατάλληλο» γι’ αυτόν τον σκοπό από τις οικονομικές μαχητικές οργανώσεις των εργατών, επειδή ο άμεσος και αδιάκοπος πόλεμος με τους υποστηρικτές του παρόντος συστήματος αναπτύσσει ταυτόχρονα τις ηθικές έννοιες χωρίς τις οποίες είναι αδύνατη οποιαδήποτε κοινωνική μεταμόρφωση: ζωτική αλληλεγγύη με τους συναδέλφους τους και ηθική ευθύνη για τις δικές τους πράξεις». (Αναρχοσυνδικαλισμός, Θεωρία και Πρακτική)
Ωστόσο, οι εξεγερμένοι έβαλαν το καροτσάκι μπροστά στο άλογο, δηλώνοντας ότι οι ριζοσπαστικές ενέργειές τους θα έδιναν το παράδειγμα των ιδεών πριν από τη δράση των μαζών. Δράσεις όπως η ληστεία τραπεζών, οι βομβιστικές επιθέσεις και οι δολοφονίες στις αρχές του 1900 αποδίδονται όλες στον ατομικιστικό και εξεγερτικό αναρχισμό. Αυτές οι τακτικές διατυπώθηκαν ιδιαίτερα από ανθρώπους όπως ο Luigi Galleani, ο Emile Armand και ο Severino Di Giovanni. Ο Di Giovanni εμφανίστηκε στην Αργεντινή ειδικά με την παρακμή της αναρχοσυνδικαλιστικής FORA και θεωρείται ότι συνέβαλε σημαντικά στην αποξένωση των εργατών από τον αναρχισμό και στην ενθάρρυνση της κρατικής καταστολής. Η ατομικιστική δράση δεν βασίστηκε ποτέ σε καμία πολιτική λογοδοσία ή δεν είχε καμία σχέση με τη μαζική δημοκρατία του εργατικού κινήματος.
Με τον ίδιο τρόπο, ο σταλινισμός ήταν σοσιαλισμός με το διάταγμα μιας μη λογικής πρωτοπορίας. Σε συμφωνία με τα εξαδέλφια τους, τους αναρχοτρομοκράτες, οι σταλινικές ομάδες σχημάτιζαν συνήθως ένοπλες ομάδες αγώνα εμπροσθοφυλακής, και χρησιμοποιούσαν παρόμοιες βομβιστικές επιθέσεις, δολοφονίες και ληστείες τραπεζών χωρίς διαβούλευση με μαζικά κινήματα. Αυτό δεν συνέβαινε πάντοτε - αλλά ομάδες όπως η RAF στη Δυτική Γερμανία και η «17 Νοέμβρη» στην Ελλάδα αποξενώθηκαν από τον μαζικό αγώνα και έφεραν μόνο την περαιτέρω κρατική καταστολή στις εργατικές τάξεις για χάρη μιας αυτόκλητης εμπροσθοφυλακής. Παρ΄ ότι οι ένοπλες σταλινικές / λενινιστικές ομάδες θα καταφέρνουν να ξέρουν πότε να την ονομάζουν ημέρα, σε αντίθεση με τους εξεγερτικούς αναρχικούς.
«Στην Ιταλία… Κατά τη δεκαετία του ’70, πολλές λενινιστικές ομάδες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο καπιταλισμός βρισκόταν στο τέλος της τελικής του κρίσης και μετακινήθηκαν στον ένοπλο αγώνα. Αυτές οι ομάδες ενήργησαν ως επαγγελματίες επαναστάτες, μειώνοντας τη ζωή τους σε έναν μοναδικό κοινωνικό ρόλο. Αλλά από τη δεκαετία του 1980 πίστεψαν ότι είχε τελειώσει η εποχή του επαναστατικού κοινωνικού αγώνα… Αυτό τους χώρισε από τους εξεγερτικούς αναρχικούς που πίστευαν ότι o επαναστατικός αγώνας για την ανατροπή του καπιταλισμού και του κράτους συνεχίζεται, γιατί καμία ντετερμινιστική ιστορία δεν θα μπορούσε να ορίσει τη σωστή στιγμή για να επαναστατήσει. Στην πραγματικότητα, η ντετερμινιστική ιστορία γίνεται συχνά μια δικαιολογία μη αγώνα, ωθώντας μόνο μια πιθανή ρήξη με το παρόν περαιτέρω στο αδύνατο». (Κολλεκτίβα «Do or Die», Οργάνωση για επίθεση).
Το στρατιωτικό ζήτημα είναι σημαντικό και οι γνήσιοι αναρχικοί θα έκαναν καλύτερα να εξετάσουν μοντέλα όπως οι επιτροπές άμυνας της CNT, παρά τρομοκρατικές στολές. Η αποξένωση των Σταλινικών από τις εργατικές τάξεις δεν ήταν μόνο θέμα στρατιωτικού ζητήματος, αλλά αντανακλούσε ολόκληρο το μοντέλο μιας γραφειοκρατίας που οργάνωνε τις ζωές των μαζών για λογαριασμό τους. Η γραφειοκρατική εμπροσθοφυλακή ερμηνεύει τον κόσμο μέσω της δικής της αποξενωμένης φιλοσοφίας και κάνει οικονομικά και πολιτικά σχέδια και τα εφαρμόζει στις μάζες των εργατών.
Σε ένα άλλο παράλληλο παράδειγμα, στα πιο ακραία παραδείγματα της ατομικιστικής αναρχικής φιλοσοφίας, όπως ο Στίρνερ, ο Sidney Parker, ο Hakim Bey και (αργότερα) ο Benjamin Tucker, υπάρχει μεγάλη έμφαση στη λατρεία του ατόμου. Μερικοί ατομικιστές αντλούν ακόμη και από φιλόσοφους που απέχουν πολύ από την επαναστατική παράδοση όπως ο Νίτσε. Επίσης, στην σταλινική πολιτική, υπάρχει η λατρεία της προσωπικότητας, που αποδίδει την υπέρβαση της επαναστατικής πολιτικής όχι στον μαζικό αγώνα, αλλά στις ατομικές ιδιότητες ενός μεγάλου ηγέτη που κατά κάποιον τρόπο ξεπέρασε προσωπικά τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις. Και τα δύο αυτά παραδείγματα υπάρχουν εκτός του χώρου και του χρόνου και είναι φιλοσοφίες που βασίζονται σε φιλελεύθερες αντιλήψεις του ατόμου. Και πάλι, και οι δύο αντιπροσωπεύουν κάτι παράλληλο στο διαχωρισμό των επαναστατικών ιδεών από τη βάση των μαζικών κινημάτων και του αγώνα της εργατικής τάξης.
Τρίτον, και οι δύο τάσεις χαρακτηρίζονται από έλλειψη πολιτικού περιεχομένου με λογοτεχνική και αισθητική έκφραση. Συνήθως θα βλέπετε ατομικιστική και εξεγερτική αναρχική προπαγάνδα με συνθήματα που διαχωρίζονται εντελώς από την πραγματικότητα της ζωής των περισσότερων ανθρώπων. «Ανατινάχτε τα φράγματα», «Σκοτώστε τον Τραμπ!» Ενώ είναι εύκολο να παρουσιάσετε τα πιο ριζοσπαστικά συνθήματα που μπορείτε να σκεφτείτε, είναι πολύ πιο δύσκολο να οικοδομήσετε σιγά-σιγά την εξουσία των εργατικών τάξεων για να ανατρέψετε τον καπιταλισμό.
Στη συνέχεια, οι σταλινικοί θα διαδώσουν ιδέες για το πόσο μεγάλος είναι ο μεμονωμένος ηγέτης, ή αφαίρεση για τις μάζες που οδηγούν σε μια Γη της Επαγγελίας του «σοσιαλισμού». Για παράδειγμα, διαβάζουμε σε μια αφίσα από την κινεζική επανάσταση. «Η πλοήγηση στις θάλασσες εξαρτάται από τον τιμόνι, η επανάσταση εξαρτάται από τη σκέψη του Μάο Τσε Τουνγκ». Ούτε ενθαρρύνονται οι άνθρωποι να πάρουν συγκεκριμένα, ρεαλιστικά μέτρα στην καθημερινή τους ζωή, ούτε αντανακλώνται τα λαϊκά αιτήματα και συνθήματα. Ακόμη και η σύγχρονη αισθητική και των δύο αυτών τάσεων είναι ντροπή. Ολόσωμα μαυροντυμένοι, μασκοφόροι αναρχικοί και σταλινικοί που ντύνονται σαν σοβιετική live-action-roleplay.
Το ίδιο φαινόμενο που οδήγησε τους αναρχικούς να εγκαταλείψουν την πραγματική αναρχική πολιτική για τον ατομικισμό υπάρχει ακόμη σήμερα. Όταν οι άνθρωποι έχουν περάσει αρκετό χρόνο σε κύκλους που βασίζονται σε ατομικιστικές και εξεγερτικές φιλοσοφίες και τακτικές, συνήθως συνειδητοποιούν ότι αυτές οι ιδέες δεν λειτουργούν. Δυστυχώς, αντί να ακολουθήσουν τη μεγαλύτερη πορεία ανάπτυξης μιας πολιτικής που έχει μια εξελιγμένη ανάλυση του τι απαιτείται για να ανατραπεί ο καπιταλισμός, οι άνθρωποι μπορούν να ακολουθήσουν τη συντόμευση για τον σύγχρονο σταλινισμό. Η δύναμη μιας γιγαντιαίας κρατικής μηχανής που ονομαζόταν «σοσιαλιστική» εξακολουθεί να κρέμεται σαν μυλόπετρα στον λαιμό της σύγχρονης Αριστεράς.
Η θεωρητική και πρακτική αδυναμία του ατομικιστικού «αναρχισμού» θα πέσει εύκολα θύμα της πολιτικής καθεστώτων που λάτρευαν προσωπικότητες, κλισέ στερεότυπα των εργαζομένων και προπαγάνδα που εγκρίθηκε από το κράτος. Μια πολιτική που βασίζεται σε τέτοιες ασυνάρτητες ιδέες μπορεί να αποτύχει.
Χμμ…, αυτό το σύνθημα φαίνεται οικείο.
Ωστόσο, δεν αρκεί να επικρίνουμε μόνο τον ατομικιστικό αναρχισμό, σαν να φταίει μόνο το άτομο που έχει φλεγμονική αγανάκτηση για την αδικία στον κόσμο, βρήκε μόνο τις μισές απαντήσεις και στράφηκε προς άλλες κατευθύνσεις. Η ευρύτερη φιλοσοφία και πρακτική του αναρχισμού πρέπει να απαντήσει και σε αυτές τις αποτυχίες.
Ο σύγχρονος αναρχισμός έχει παραμείνει σε μεγάλο βαθμό απομονωμένος από τους μαζικούς αγώνες που αμφισβήτησαν το κεφάλαιο από τα μέσα του 20ού αιώνα. Όπως συζητήθηκε νωρίτερα, όταν ο αναρχισμός έχασε τον «κοινωνικό φορέα» του, την εγγενή σχέση του με τον αγώνα της εργατικής τάξης για αυτοοργάνωση και σοσιαλισμό, άρχισαν να ισχύουν οι αστικές ατομικιστικές ιδέες της εξέγερσης. Για να σώσουμε τον αναρχισμό από αυτό το επαναστατικό αδιέξοδο, πρέπει να ξαναχτίσουμε τη θέση του στο εργατικό κίνημα. Η σχέση της ιδεολογίας και της επιρροής της στην τάξη είναι διαλεκτική. Όσο πιο ριζωμένη είναι η ιδεολογία για να κερδίσει την ταξική πάλη, τόσο περισσότερο το ευρύτερο αναρχικό κίνημα θα έχει συνεκτική πολιτική περί της ταξικής απελευθέρωσης. Όσο περισσότεροι αναρχικοί έχουν πολιτική με ένα σαφές πρόγραμμα απελευθέρωσης των τάξεων, τόσο περισσότερο η τάξη θα επηρεάζεται από τους αναρχικούς και θα υιοθετούν αναρχικές μεθόδους αγώνα.
Το especifismo αποτελεί εξαίρεση από τον διαχωρισμό του αναρχισμού και της εργατικής τάξης. Στη Νότια Αμερική οι αναρχικοί επαναστάτες ανέπτυξαν την έννοια του «especifismo» ή «συγκεκριμένου αναρχισμού» για να ξεπεράσουν την απώλεια της μαζικής σχέσης στους αγώνες τους. Το especifismo έχει παραλληλισμό με τον πλατφορμισμό ή αυτό που οι Ιταλοί αποκαλούν «διπλό οργανωτισμό». Αυτό σημαίνει ότι οι αναρχικοί σχηματίζουν συνεκτικές πολιτικές οργανώσεις που βασίζονται σε ένα επαναστατικό πρόγραμμα. Συνεργάζονται για να χτίσουν τακτική και θεωρητική ενότητα. Η οργάνωση βασίζεται στη συλλογική ευθύνη και τις ομοσπονδιακές δομές. Ο στόχος είναι να μεγιστοποιηθεί η επιρροή του αναρχισμού ως πολιτικής φιλοσοφίας στην ταξική πάλη. Σε αντίθεση με το λενινιστικό μοντέλο, οι ειδικές οργανώσεις δεν βασίζονται σε κεντρικές επιτροπές και δεν επιδιώκουν να πάρουν την κρατική εξουσία - αλλά προσπαθούν να βοηθήσουν τις εργατικές τάξεις να χτίσουν τα δικά τους όργανα εξουσίας και μορφές αυτοδιαχείρισης στον αγώνα. Χάρη στο especifismo, ο αναρχισμός στην Ουρουγουάη, τη Βραζιλία, τη Χιλή και την Αργεντινή γνώρισε μια σημαντική αναβίωση ως πολιτική φιλοσοφία που επηρεάζει τον αγώνα της εργατικής τάξης.
Η ειδική οργάνωση στην Αργεντινή οδήγησε στην αναβίωση του αναρχισμού τόσο στους αγώνες της εργατικής τάξης όσο και στα κοινωνικά κινήματα όπως ο φεμινισμός.
Ωστόσο, αυτή είναι μια τάση που αγωνίζεται ακόμα να σταθεί στα πόδια της στον αγγλόφωνο κόσμο. Αυτό συμβαίνει λιγότερο εξαιτίας οποιασδήποτε έλλειψη εφαρμοσιμότητας ως θεωρίας οργάνωσης, αλλά μάλλον ότι η μάζα της αναρχικής πολιτικής σήμερα παρεμποδίζεται από την έλλειψη σαφήνειας γύρω από ιδέες και μια κοινωνική βάση ριζωμένη σε ταξική πάλη και μαζικά κινήματα.
Στο αυστραλιανό πλαίσιο όπου δεν υπάρχει συνεκτικός πόλος έλξης για ανεπτυγμένες αναρχικές ιδέες, οι άνθρωποι έχουν παρασυρθεί σε άλλα ρεύματα - συνήθως είτε τροτσκιστικές ομάδες είτε τους Πράσινου;, αλλά σαφώς υπάρχει μια νέα ξεχωριστή τάση, με μερικούς ακτιβιστές να στρέφονται σε σύγχρονες σταλινικές ομάδες όπως το Australian Communist Party.
Για να διορθώσουμε αυτό το πρόβλημα πρέπει να ξεπεράσουμε την ατομικιστική επιρροή στην αναρχική πολιτική και πρέπει να δείξουμε την πρακτικότητα της αναρχικής-κομμουνιστικής πολιτικής σε πραγματικό αγώνα.
*Δημοσιεύτηκε στις 17 Ιούνη 2020 εδώ: http://www.redblacknotes.com/2020/06/17/the-thin-line-between-individualism-insurrection-and-authoritarianism/?fbclid=IwAR092aUF-PJhbAyb4r_C2xOesFcrGq58Xf8oLQyxDJaEJCYkHX9SG9m7xMw
**Μετάφραση: Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης.