Το παρακάτω κείμενο είναι βασισμένο σε μια συζήτηση-συνέντευξη που έγινε με ένα σύντροφο από την Αργεντινή το περασμένο καλοκαίρι.
Εισαγωγή
Καταρχάς να ξεκαθαρίσω ότι σέβομαι πάρα πολύ τα κινήματα των πικετέρος, των κατειλημμένων επιχειρήσεων, των λαϊκών συνελεύσεων. Άλλωστε συμμετείχα σε αυτά από το έτος 1999 ή 2000 και έτσι έζησα όλη αυτή την περίοδο, όντας σε κάποια πιο ενεργός από ότι σε άλλα. Όμως, όταν συζητάω με συντρόφους από άλλες χώρες, ειδικά από την Ευρώπη, τον Καναδά ή της ΗΠΑ, βλέπω ότι υπάρχει αρκετός μύθος γύρω από αυτά τα κινήματα.
Το κίνημα των πικετέρος
Τη δεκαετία του ’90 είχαμε την κυβέρνηση του Κάρλος Μένεμ. Εδώ την περίοδο αυτή τη λέμε «Εποχή του Μένεμ» (La Era Menemista). Κατά τη διάρκεια της, τα περισσότερα εργοστάσια, ειδικά τα μεγάλα, σταμάτησαν να λειτουργούν και οι δημόσιες υπηρεσίες άρχισαν να ιδιωτικοποιούνται με αποτέλεσμα πολλοί εργαζόμενοι να μένουν άνεργοι. Τότε άρχισε να αναδύεται το κίνημα των πικετέρος. Στην αρχή, κυρίως στο νότιο τμήμα της χώρας ή σε άλλες βιομηχανικές περιοχές όπου άνεργοι μπλόκαραν τις κεντρικές οδικές αρτηρίες και ζητούσαν δουλειά.
Καθώς πάμε στο 2000, όλο και περισσότερα εργοστάσια και επιχειρήσεις κλείνουν και η ανεργία αυξάνεται. Έτσι, αυτή η μορφή αγώνα, το μπλοκάρισμα των δρόμων, ήρθε και εδώ στην πρωτεύουσα και έγινε μεγαλύτερο. Ως κίνημα ήταν αρκετά πολύπλοκο, επειδή όλες οι πολιτικές τάσεις είχαν κάποια επίδραση σ’ αυτό. Έτσι, π.χ. είχαμε ομάδες που επικεντρώνονταν μόνο στο μπλοκάρισμα των δρόμων και άλλες ομάδες που εκτός από αυτό, έκαναν και προσπάθειες να φτιάξουν τρόπους συλλογικής εργασίας, κοπερατίβες σε πολλούς διαφορετικούς τομείς. Προσπαθούσαν να εργάζονται συλλογικά και να βρουν ένα τρόπο να επιβιώσουν, διότι εκείνο τον καιρό ήταν αληθινά πολύ δύσκολο ακόμα και να βρεις να φας.
Το μπλοκάρισμα των κεντρικών οδικών αρτηριών ήταν κάτι πολύ περισσότερο από μια μορφή διαμαρτυρίας. Έπληγε πραγματικά τον καπιταλισμό, γιατί οι βιομηχανικές επιχειρήσεις ενώ συνέχιζαν να παράγουν, τα προϊόντα τους δεν μπορούσαν να φτάσουν στην αγορά. Είχαν τα φορτηγά γεμάτα προϊόντα, αλλά δεν μπορούσαν να μπουν μέσα στις μεγάλες πόλεις. Το μπλοκάρισμα λοιπόν δεν ήταν μια απλή διαμαρτυρία αλλά ένας ταξικός αγώνας με διαφορετική μορφή από τη συνηθισμένη. Είχαμε συνηθίσει τον ταξικό αγώνα με τη μορφή μιας απεργίας, δηλαδή το σταμάτημα της παραγωγής. Αυτός ήταν ένας διαφορετικός τρόπος ταξικού αγώνα που εκείνο τον καιρό ήταν πραγματικά αποτελεσματικός. Οι βιομήχανοι τρελάθηκαν. Μπορούσαν να παράγουν, αλλά δεν μπορούσαν να πουλήσουν τα προϊόντα τους.
Το αποκορύφωμα όλου αυτού του κινήματος ήταν στις 22 Δεκέμβρη 2001 με το μπλοκάρισμα της γέφυρας Pueyrredon (εκεί που 6 μήνες αργότερα οι Dario και Maxi σκοτώθηκαν από την αστυνομία). Αυτή ήταν και η τελευταία πραγματικά μεγάλη δράση του κινήματος των πικετέρος. Από τότε συνέβησαν πολλές διασπάσεις που θα εξηγήσω παρακάτω τις αιτίες τους.
Στις 21 Δεκέμβρη, ο πρόεδρος παραιτήθηκε από την κυβέρνηση επειδή πολλές χιλιάδες κόσμου ήταν στους δρόμους. Μετά είχαμε διαδοχικά πολλούς προέδρους που έμειναν πολύ λίγο χρόνο στην κυβέρνηση, κάποιοι ακόμα και μια ημέρα μόνο. Ανελάμβαναν, έλεγαν «αυτό είναι πολύ μεγάλο για μένα» και παραιτούνταν. Μετά έχουμε την κυβέρνηση του Duhalde. Ήταν αυτός που διέταξε την καταστολή στη γέφυρα Pueyrredon. Υπήρχαν πολλές αναταραχές στους δρόμους, και γι αυτό ανακοίνωσε πρόωρες εκλογές.
Σε εκείνες τις εκλογές εκλέχτηκε πρόεδρος ο Néstor Kirchner. Δεν το λέω αυτό επειδή έχει σημασία για μας ποιος είναι πρόεδρος, αλλά το λέω επειδή έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αλλαγή της κατάστασης του κινήματος. Η νέα κυβέρνηση υποσχόταν ότι θα σταματήσει την πείνα, θα δημιουργήσει δουλειές και είχε επίσης ένα ισχυρό λόγο για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτός ο λόγος «άγγιξε» τις περισσότερες οργανώσεις, γιατί εδώ οι δολοφόνοι στρατιωτικοί της δικτατορίας ήταν ελεύθεροι και κυκλοφορούσαν στους δρόμους, ενώ ήταν υπεύθυνοι για το δολοφονία 30.000 αγωνιστών. Ο αριθμός πιστεύω ότι είναι μεγαλύτερος, γιατί σε κάποια μέρη της χώρας ήταν τόσο συνηθισμένο οι αγωνιστές να σκοτώνονται και να εξαφανίζονται που κάποιες φορές οι άνθρωποι δεν το κατάγγελλαν καν. Αυτός λοιπόν ο λόγος «άγγιξε» θετικά πολύ κόσμο. Για παράδειγμα τις οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που περίπου 30 χρόνια αγωνίζονταν για να βρουν δικαιοσύνη για τις δολοφονίες των γιων, των συζύγων και των κορών τους. Έτσι μια νέα κυβέρνηση που έλεγε ότι θα φέρει δικαιοσύνη ήταν ένα σημείο καμπής.
Με αυτές τις υποσχέσεις η κυβέρνηση κατάφερε να διασπάσει το κίνημα των πικετέρος, τις συνελεύσεις γειτονιάς, την εργατική τάξη, τα αριστερίστικα κόμματα, τα κινήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις οργανώσεις των ιθαγενών, κτλ. Πολλές από αυτές τις ομάδες είπαν: «Ω ναι, αυτός είναι ο πρόεδρος που χρειαζόμαστε! Αυτός είναι που θα σταματήσει την πείνα, την ανεργία, κτλ». Άλλες ομάδες είπαν: «Όχι. Πρέπει να κρατήσουμε το δικό μας τρόπο, το δικό μας σχέδιο, πρέπει να συνεχίσουμε τα μπλοκαρίσματα, τις συνελεύσεις κτλ». Έτσι δημιουργήθηκαν πολλές διασπάσεις. Για παράδειγμα, υπήρχε ένα κίνημα που λεγόταν Κίνημα Λαϊκής Eνότητας (Movimiento de Unidad Popular), το οποίο εκείνο τον καιρό διασπάστηκε σε τέσσερα διαφορετικά τμήματα. Δεν πήγαν αναγκαστικά όλα τα τμήματα με την κυβέρνηση. Ένα τμήμα πήγε με την κυβέρνηση, άλλο τμήμα έλεγε «όχι πια μπλοκαρίσματα, μόνο συλλογική εργασία», άλλο τμήμα έλεγε «να συνεχίσουμε τα μπλοκαρίσματα», κτλ.
Πρόκειται δηλαδή για μια ιδιαίτερα πολύπλοκη κατάσταση στην οποία δεν έχουμε πλέον την ενότητα που υπήρχε προηγουμένως. Φτάσαμε στο σημείο κάποιες ομάδες που λίγα χρόνια πριν ήταν εναντίον της κυβέρνησης, τώρα να τη στηρίζουν περισσότερο και από το μέσο πολίτη. Για παράδειγμα, υποστηρίζουν ότι αυτή η κυβέρνηση δημιουργεί δουλειές περισσότερο απ’ οτι το υποστηρίζει ο μέσος άνθρωπος που είναι άνεργος.
Ένας άλλος πιο αντικειμενικός λόγος για τη διάσπαση των κινημάτων είναι ότι πράγματι δημιουργήθηκαν κάποιες νέες δουλειές, το οποίο προκάλεσε μια αντιπαράθεση εντός του κινήματος των πικετέρος. «Είσαι οργανωμένος και αγωνίζεσαι για δουλειά εδώ και αρκετό χρόνο. Οι δουλειές είναι εδώ. Τι κάνουμε; Επιστρέφουμε στα εργοστάσια ή παραμένουμε στο κίνημα των πικετέρος;». Αυτό με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι το κίνημα των πικετέρος ήταν μια χειροπιαστή και πάρα πολύ καλή αντίδραση στην κρίση, αλλά δεν είναι μια λύση για πάντα.
Κάποιες ομάδες είναι οργανωμένες με τον τρόπο που γενικά εμείς οι αναρχικοί θα προτιμούσαμε. Κάποιες άλλες ομάδες είναι δομημένες πολύ ιεραρχικά και άρα έχουν 2-3 ηγέτες που παίρνουν τα χρήματα από την κυβέρνηση και τα μοιράζουν με τον τρόπο που θεωρούν καλύτερο, ή δεν τα μοιράζουν. Συχνά λένε «εντάξει, θα σας δώσω χρήματα, πηγαίνετε στην τάδε δράση του κόμματος μου», ή «θα σας δώσω χρήματα, αλλά φορέστε μπλουζάκι με το όνομα του κόμματος μου». Αυτοί οι ηγέτες σκέφτονταν: «αν έχουμε λιγότερους ανθρώπους στο κίνημα μας, θα πάρουμε λιγότερα χρήματα», και γι αυτό για τις νέες δουλειές έλεγαν: «μην πας στη δουλειά, μείνε εδώ, θα σου δώσω λεφτά, θα σου δώσω φαΐ». Μιλάμε για το 2003-04 όπου βιομηχανίες άρχισαν να ανακάμπτουν, κλειστά εργοστάσια ξαναλειτούργησαν, καινούργια εργοστάσια άνοιξαν, αν και όχι πολλά.
Εμείς ως οργάνωση σκεφτήκαμε ότι είναι ώρα να πάμε πίσω στα εργοστάσια και εξοπλισμένοι με την εμπειρία που αποκτήσαμε όλο αυτό το διάστημα που ήμασταν οργανωμένοι, αγωνιζόμασταν, κάναμε μπλοκαρίσματα, συνελεύσεις και εργαζόμασταν με συλλογικό τρόπο, να αναπαράγουμε όλα αυτά μέσα στους χώρους δουλειάς. Όμως, πολλές ομάδες αποφάσισαν να μην πάνε στους χώρους δουλειάς και συνέχισαν σε ένα τρόπο οργάνωσης που σε κάποιες περιπτώσεις δεν είχε πλέον κανένα νόημα. Π.χ. Είσαι 30 χρονών, δουλεύεις για 10 χρόνια σ’ ένα εργοστάσιο, το εργοστάσιο κλείνει και είσαι σε μια γειτονιά που πολλοί άνθρωποι διώχνονται από τις δουλειές τους, οργανώνεσαι κτλ. Και τώρα το εργοστάσιο ξανανοίγει. Το λογικό είναι να πεις: «εντάξει, ας πάμε να δουλέψουμε το εργοστάσιο ξανά, γι αυτό μπλοκάραμε τους δρόμους». Σε αυτό το πράγμα υπάρχει ακόμα αντιπαράθεση.
Κατειλημμένες / Αυτοδιαχειριζόμενες Επιχειρήσεις
Μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα υπήρξαν πολλές κατειλημμένες επιχειρήσεις, αλλά υπάρχει επίσης αρκετός μύθος γύρω από αυτές. Κάθε εργοστάσιο που έπαιρναν στα χέρια τους οι εργάτες είχε να κάνει με μια δράση άμυνας και όχι επίθεσης. Για παράδειγμα, οι εργάτες σε ένα εργοστάσιο πάνε ένα πρωί στη δουλειά και βλέπουν ότι το εργοστάσιο έκλεισε. Κατόπιν κάνουν μια συνέλευση στο δρόμο για να δουν τι μπορούν να κάνουν. Κάποιες φορές δεν κάνουν τίποτα, κάποιες φορές κάνουν διαδηλώσεις και κάποιες φορές καταλαμβάνουν τα εργοστάσια. Και κάποιες φορές, όταν καταλαμβάνουν τα εργοστάσια, αρχίζουν και να τα λειτουργούν. Δεν υπήρξε μια διαδικασία όπου οι εργάτες οργανώθηκαν, πήγαν εναντίον των αφεντικών, τους πήραν το εργοστάσιο και άρχισαν να παράγουν. Δε λέω ότι έτσι όπως έγιναν τα πράγματα δεν είναι σημαντικό, όμως αυτή η διαδικασία έχει και τα όρια της.
Έχουμε και άλλες περιπτώσεις, όπως της Zanon, όπου οι εργάτες πήραν το εργοστάσιο κατά την περίοδο της κρίσης, δεν ήξεραν εάν το εργοστάσιο επρόκειτο να κλείσει ή αν θα συνεχίσει να παράγει και είπαν: «δεν μας νοιάζει, θα αρχίσουμε να παράγουμε εμείς». Έχουμε λοιπόν και αυτές τις περιπτώσεις που είναι πολύ σημαντικές για την κατάσταση της εργατικής τάξης, γιατί όχι μόνο κράτησαν τις δουλειές τους, αλλά δημιούργησαν και άλλες θέσεις εργασίας και επίσης ανέπτυξαν άμεση επαφή με τον ντόπιο πληθυσμό. Για παράδειγμα, στη Zanon φτιάχνουν κεραμικά και πολλοί άνθρωποι στην περιοχή που δεν είχαν δουλειά τώρα δουλεύουν στο εργοστάσιο. Έτσι την περίοδο της κρίσης όπου κάθε επιχειρηματίας απέλυε εργάτες, αυτοί οι εργάτες δημιουργούσαν νέες δουλειές. Και το άλλο είναι ότι με τα κεραμικά βοήθησαν στην κατασκευή νοσοκομείων και σχολείων στην περιοχή.
Η όλη διαδικασία συνεχίζεται μέχρι σήμερα με νέα αυτοδιαχειριζόμενα εργοστάσια να δημιουργούνται. Περίπου 500.000 άνθρωποι εργάζονται σε αυτοδιαχειριζόμενες επιχειρήσεις και έχουν φτιάξει και ομοσπονδία [1].
Ένα ζήτημα που έχει ενδιαφέρον από αναρχική σκοπιά είναι ότι το ερχόμενο καλοκαίρι [2] η βουλή θα πάρει μια απόφαση για το αν θα νομιμοποιήσει ή όχι τις κατειλημμένες επιχειρήσεις. Λογικά οι περισσότερες από αυτές θα θέλουν να βρεθούν σε κατάσταση νομιμότητας, έτσι ώστε να έχουν σύνταξη, ασφάλιση, κλπ. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι με αυτόν τον τρόπο το κράτος θα ενσωματώσει κάποιες καταστάσεις που είναι οργανωμένες πολύ κοντά στις ιδέες μας.
Ωστόσο ακόμα και σήμερα υπάρχουν διαφορετικές περιπτώσεις. Για παράδειγμα, η Zanon είναι νόμιμη εδώ και περίπου ενάμισι χρόνο. Τυπικά δεν ανήκει στους εργάτες, ανήκει στο δήμο. Ο δήμος δίνει το εργοστάσιο για ένα χρονικό διάστημα στους εργάτες. Αυτό είναι διαφορετικό από το να λέμε ότι το εργοστάσιο είναι των εργατών. Όταν αυτό το χρονικό διάστημα λήγει, ο δήμος μπορεί να τους το ξαναδίνει για ορισμένο πάλι χρόνο, ή να το κάνει ότι θέλει. Φυσικά, θα έχει μεγάλους μπελάδες αν δώσει το εργοστάσιο σε κάποιον άλλον.
Γενικά υπάρχει μια συζήτηση στο αναρχικό κίνημα σχετικά με αυτά τα ζητήματα. Κάποιες φορές όταν οι εργάτες ενός εργοστασίου το καταλαμβάνουν, πολλοί σύντροφοι λένε: αυτοδιαχείριση! Σε ορισμένες περιπτώσεις, όμως, αυτό είναι αδύνατο. Από μια αναρχική οπτική η αυτοδιαχείριση είναι αδύνατη εντός του καπιταλισμού. Η αυτοδιαχείριση είναι κάτι πιο διευρυμένο ή αλλιώς δεν είναι πραγματική αυτοδιαχείριση, γιατί μπορεί να παράγεις πράγματα αλλά είσαι αναγκασμένος να αγοράζεις πρώτες ύλες από την αγορά, από εργοστάσια που δεν είναι υπό εργατικό έλεγχο. Επομένως, η αυτοδιαχείριση είτε είναι όπως στην Ισπανία το ’36, ή αλλιώς δεν είναι αυτοδιαχείριση.
Τέλος πάντων, θεωρώ ότι πρέπει να εξετάζουμε κάθε περίπτωση χωριστά και μετά να ψάχνουμε για τη λύση. Είναι πολύ δύσκολο να πω αν πρέπει οι εργάτες να είναι αντίθετοι στο να είναι νόμιμοι. Ίσως ζητάμε πολλά. Η πραγματικότητα είναι ότι όταν οι περισσότερες από αυτές τις ομάδες εργατών γίνονται νόμιμες, τότε γίνονται θεσμικοί και πηγαίνουν δίπλα στην κυβέρνηση και το κράτος. Και αυτό είναι φυσικό από τη στιγμή που αυτοί οι άνθρωποι είναι απλά εργάτες και όχι επαναστάτες. Θέλουν να εργάζονται και να ζουν και όχι να κάνουν επανάσταση. Στην πορεία της όλης διαδικασίας μπορεί να γίνουν επαναστάτες μπορεί και όχι. Κάποιοι θα γίνουν και κάποιοι όχι. Πάντως είναι μια θετική διαδικασία. Και είναι θετική επειδή συνεχίζει να διαδίδεται και ίσως γίνει καλύτερη.
Δράσεις στις φτωχογειτονιές
Κάθε ομάδα έχει διαφορετικό τρόπο λειτουργίας. Για παράδειγμα, με άλλους ανθρώπους ξεκινάς μιας διαδικασία στην οποία υπογράφεις σε μια λίστα και όταν ζητείται κάποια εργασία που θες να κάνεις, σε καλούν και κατόπιν παίρνεις επίδομα. Στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για οικοδομικές δουλειές, βαψίματα, εργασίες εριουργίας και γενικά τέτοιου είδους πράγματα. Σε άλλες περιπτώσεις, πολλές από αυτές τις ομάδες άρχισαν να παράγουν κάτι. Στις περισσότερες περιπτώσεις μικρά και φτηνά πράγματα, π.χ. μαρμελάδες. Το κάνουν αυτό συλλογικά, το πουλάνε και μοιράζονται τα χρήματα. Υπήρχαν πάρα πολλές τέτοιες δουλειές, αλλά καθώς συνεχίζουμε να απομακρυνόμαστε από το Δεκέμβρη του 2001 γίνονται ολοένα λιγότερες.
Επίδραση των αναρχικών στο κίνημα των πικετέρος και όχι μόνο
Υπήρχαν πάρα πολλοί αναρχικοί που συμμετείχαν στο κίνημα των πικετέρος και μάλιστα πολλές από τις ομάδες τους δημιουργήθηκαν από αναρχικούς που ήταν σε πολύ φτωχιές γειτονιές και είπαν: «δεν πάει άλλο. Αρκετά! Πρέπει να παλέψουμε!» και άρχισαν να οργανώνουν τις γειτονιές τους. Μιλάμε για μέρη πάρα πολύ φτωχά, σχεδόν χωρίς σπίτια, μόνο παράγκες. Φυσικά λοιπόν υπήρχε επίδραση από τους αναρχικούς συντρόφους, αλλά είναι δύσκολο να μετρηθεί. Εντάξει, μπορείς να πεις αυτή η οργάνωση συμμετείχε εδώ, αυτή η οργάνωση συμμετείχε εκεί, αλλά είναι δύσκολο να πω πόση ήταν η επίδραση τους. Σε κάποια μέρη ήταν μεγαλύτερη από ότι σε άλλα.
Επίσης, κάτι που οι περισσότεροι, ακόμα και αγωνιστές, δε γνωρίζουν είναι ότι ο Maxi ήταν ένας αναρχικός σύντροφος και είναι πλέον ένα σύμβολο του κινήματος των πικετέρος. Δε λέω ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό επειδή ήταν αναρχικός, ούτε με πληγώνει περισσότερο η δολοφονία του. Είναι το ίδιο οδυνηρό για μένα όταν οποιοσδήποτε αγωνιστής σκοτώνεται από την αστυνομία.
Εκτός από τους πικετέρος, πολλοί σύντροφοι συμμετείχαμε και σε πολλές άλλες διαδικασίες. Είχαμε συντρόφους που ήταν συνδικαλιστές, συντρόφους στις συνελεύσεις γειτονιών, στα πανεπιστήμια, στα σχολεία κτλ. Και είχαμε επίσης πολλούς συντρόφους που συμμετείχαν – και η συνεισφορά τους ήταν πάρα πολύ σημαντική – στην εξέγερση του Δεκέμβρη του 2001.
Αναρχία και κοινωνικές διεργασίες
Όταν έγινε η εξέγερση το Δεκέμβρη του 2001, οι αναρχικοί ήμασταν ανοργάνωτοι. Άλλωστε, δεν μπορούμε να πούμε ότι ήταν μια αναρχική εξέγερση. Φυσικά και δεν ήταν. Όμως, πολλά στοιχεία της αναρχικής ιδεολογίας και των αναρχικών πρακτικών (ιδιαίτερα των δεύτερων) υιοθετήθηκαν από το κίνημα των πικετέρος, των κατειλημμένων επιχειρήσεων, των συνελεύσεων γειτονιάς. Μπορεί οι συνελεύσεις να μην έλεγαν «είμαστε αναρχικές», αλλά οι ιδέες και η δομή τους ήταν σαν να ανέμιζε μια αναρχική σημαία σε όλη τη διαδικασία. Προτιμούσαν την άμεση δράση από την ανάθεση και τις οριζόντιες δομές από τις κατακόρυφες. Έτσι πολλοί νέοι άνθρωποι που ενεπλάκησαν σε αυτές τις διαδικασίες, στην πορεία ενστερνίστηκαν τις αναρχικές ιδέες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μεγαλώσουμε ως κίνημα, και είναι σημαντικό ότι μεγαλώσαμε όχι από τη δική μας δράση, αλλά από τις ίδιες τις διεργασίες που λάμβαναν χώρα.
Σημερινή κατάσταση του αναρχικού κινήματος
Δεν μπορώ να πω αν σήμερα ως αναρχικό κίνημα είμαστε πιο οργανωμένοι ή όχι. Σίγουρα όμως είμαστε πιο πολλοί και κάνουμε περισσότερα πράγματα. Για παράδειγμα, περπατάς στο δρόμο και αμέσως καταλαβαίνεις ότι υπάρχουν περισσότεροι αναρχικοί σε σχέση με πριν. Θα δεις συνθήματα στους τοίχους, θα δεις περισσότερες αφίσες και αναρχικά έντυπα, αλλά αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ότι είμαστε πιο οργανωμένοι.
Η ομάδα στην οποία συμμετέχω εγώ είναι οργανωμένη, αλλά ούτως ή άλλως εμείς γεννηθήκαμε μέσα από τις διαδικασίες εκείνης της περιόδου. Τότε ήταν που πολλοί σύντροφοι καταλάβαμε ότι χρειάζεται να οργανωθούμε, γιατί ήμασταν πολλοί αλλά διαχωρισμένοι. Σε πολλές περιπτώσεις δεν ξέραμε καν ο ένας τον άλλο, γιατί για παράδειγμα είχαμε συντρόφους που δραστηριοποιούνταν στο κίνημα των πικετέρος και βρίσκονταν πολλά μίλια μακριά από εδώ. Έτσι, δημιουργήσαμε την οργάνωση μας.
Γενικά υπάρχουν πολλές διαφορετικές τάσεις. Αυτό όμως δεν είναι απαραιτήτως πρόβλημα. Εμείς ως οργάνωση θεωρούμε ότι υπάρχουν οι ιδέες που μας ενώνουν και υπάρχουν διαφορετικές αντιλήψεις και απόψεις σε διαφορετικά ζητήματα, αλλά χρειάζεται να ανεχόμαστε αυτές τις διαφορές. Αυτό είναι κάτι που είχε πει κι ο Μαλατέστα: «Όταν συμφωνούμε είμαστε ενωμένοι, όταν διαφωνούμε σεβόμαστε τη διαφορετική άποψη των συντρόφων».
Γενικότερη σημερινή κατάσταση
Μπορούμε να δούμε πολλά θετικά πράγματα που συμβαίνουν σήμερα και που οι ρίζες τους μπορούν να ανιχνευθούν σε εκείνο τον καιρό. Για παράδειγμα, όλες οι φοιτητικές οργανώσεις στα πανεπιστήμια ήταν στα χέρια της δεξιάς, ενώ τώρα είναι στα χέρια των αριστερών. Δεν είναι μεγάλο πράγμα, αλλά είναι μια ένδειξη ότι πολλά πράγματα άλλαξαν.
Μια άλλη απόδειξη και αληθινά σημαντικό πράγμα είναι ότι λίγα χρόνια πριν άρχισε στην εργατική τάξη μια διαδικασία ανασύστασης των οργανώσεων βάσης από τους ίδιους τους εργαζόμενους στους χώρους δουλειάς (στα εργοστάσια, στις επιχειρήσεις, στο μετρό κτλ). Είναι μια διαδικασία που συνεχίζεται εδώ και τρία χρόνια, αλλά τις ρίζες της μπορούμε την αναζητήσουμε πίσω σε εκείνη την περίοδο. Βέβαια, οι μεγάλες συνδικαλιστικές ενώσεις διοικούνται ακόμα από γραφειοκράτες συμμάχους των αφεντικών.
Ιθαγενείς Πληθυσμοί – Mapuche
Οι Mapuche ζουν κυρίως στη Χιλή και στη νότια περιοχή της Αργεντινής. Κάνουν πολλά πράγματα. Για παράδειγμα, το νότιο τμήμα της Αργεντινής, η Παταγονία, έχει πουληθεί εδώ και πολλά χρόνια σε πλούσιους ανθρώπους από διάφορα μέρη του κόσμου. Όχι μόνο εταιρείες, αλλά ακόμα και απλά άτομα. Για παράδειγμα, ο ηθοποιός Christopher Lambert αγόρασε πολλή γη στη χώρα μας. Πολλές φορές όμως, στη γη που αγοράζουν, ζουν οι Mapuche, οι οποίοι αντιστέκονται σε αυτό, καταλαμβάνουν τη γη, κάνουν διαδηλώσεις, τους διώχνουν, ξαναγυρίζουν, κοκ. Είναι πάρα πολύ δραστήριοι.
Υπάρχουν βέβαια και πολλές άλλες φυλές, εκτός από τους Mapuche, αλλά δεν έχω ιδιαίτερη επαφή με αυτά τα κινήματα γιατί γεννήθηκα, μεγάλωσα και ζω εδώ στην πρωτεύουσα. Με ενδιαφέρουν, αλλά δεν ξέρω πολλά και γι αυτό δεν θα πω περισσότερα γιατί δεν μπορώ να πω ακριβώς την αλήθεια. Μπορώ, όμως να πω με σιγουριά ότι ναι οι Mapuche είναι πάρα πολύ δραστήριοι, πολύ οργανωμένοι και έχουν αυτό το συγκεκριμένο πρόβλημα: ζουν σε ένα μέρος που η κυβέρνηση το ξεπουλά σε οποιονδήποτε μπορεί να πληρώσει. Έτσι, δεν έχουν που να μείνουν και άρα μάχονται για το μέρος που ζουν και ζούσαν πριν από μας.
Στην Αργεντινή οι ιθαγενείς πληθυσμοί είναι μικρότεροι από άλλες χώρες γιατί εξολοθρεύτηκαν σε μεγαλύτερο βαθμό από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της κυβέρνησης εναντίον τους και κυρίως κατά την επονομαζόμενη «Εκστρατεία της Ερήμου» (Desert Campaign, σημ. 1878) από το στρατηγό Roca. Προσπαθούσαν να κάνουν την Αργεντινή περισσότερο σαν μία ευρωπαϊκή χώρα, προσπαθούσαν να κάνουν το Buenos Aires σαν το Παρίσι και προσπαθούσαν να αντιγράψουν τις βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης και έτσι είπαν: «δε θέλουμε ινδιάνους» και τους σκότωσαν σχεδόν όλους. Εξολοθρεύτηκαν παντού στην Αμερική, αλλά εδώ έγινε πραγματική γενοκτονία. Χρόνια και χρόνια ο στρατός τριγύριζε στη χώρα σκοτώνοντας τους ιθαγενείς. Πολύ λίγοι επέζησαν από αυτό και η ικανότητα να αναπτύξουν τις οικογένειες και τις φυλές τους περιορίστηκε δραματικά.
Είναι μια πολύ άθλια ιστορία και δεν υπάρχει αυτοκριτική από κανένα. Για παράδειγμα, ο πρόεδρος Roca που έφτιαξε το σχέδιο εξολόθρευσης των ινδιάνων απεικονίζεται στο χαρτονόμισμα των 100 πέσος και θεωρείται εθνικός ήρωας.
Σημειώσεις:
[1]FACTA (Federación Argentina de Cooperativas de Trabajadores Autogestionados – Ομοσπονδία Εργατικών Αυτοδιαχειριζόμενων Κοπερατίβων Αργεντινής)
[2]Υπενθυμίζεται ότι το καλοκαίρι στην Αργεντινή συμπίπτει με το χειμώνα στην Ευρώπη.
* Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στην αναρχική εφημερίδα της Κρήτης Άπατρις το Νοέμβρη του 2010.