Κείμενο που παρουσιάστηκε στην εκδήλωση της ομάδας "Πλατύπους" με θέμα "Αντίσταση, Μεταρρύθμιση, Επανάσταση", την Τετάρτη, 30 Μαΐου 2012 Φιλοσοφική Α.Π.Θ εσσαλονίκης
Άρης Τσιούμας
Ι.
H σημερινή εκδήλωση είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα λόγω της θεματικής που πραγματεύεται. Εάν κατορθώσουμε νομίζω μια βαθύτερη, μια όσο το δυνατόν πιο ενδελεχή επεξεργασία στους άξονες: “αντίσταση, μεταρρύθμιση, επανάσταση”, ίσως έχουμε μια καθαρή εικόνα για την σημερινή πολιτική συγκυρία.
Η δική μου συνεισφορά στη κουβέντα θα γίνει μέσω της παρουσίασης ενός σχήματος το οποίο επιθυμεί να παράξει ένα πολιτικό πρόσημο μέσω της παρακολούθησης των ταξικών ανα-διαρθρώσεων του καπιταλισμού τα τελευταία χρόνια, και την επακόλουθη αλληλεπίδραση τους με τις δυναμικές συγκροτήσεις, αφηγήσεις και τακτικές του ευρύτερου αντικαπιταλιστικού κινήματος και των προβληματικών που αυτό ανέπτυξε.
Κάνοντας μια εισαγωγή, θα ορίσω ως ιστορική αφετηρία του σχήματος, το έτος 1933, όπου η ρύθμιση του New Deal, θα αποτελέσει την πρώτη διαμόρφωση μιας σοσιαλδημοκρατικής οικονομικής βάσης, στην προσπάθεια της κυβέρνησης των ΗΠΑ να απαντήσει αποτελεσματικά στην κρίση του 1929. Η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία της Γερμανίας την ίδια χρονιά και η σταδιακή αναβάθμιση του ρόλου της ΕΣΣΔ την ίδια περίοδο θα καταδείξουν ένα σημαντικό πρόβλημα. Η ρύθμιση του New Deal και η νέα διαχείριση που εισάγει δεν αποτελούν ακόμα ένα οικουμενικό μοντέλο. Οι εναλλακτικές διαχειρίσεις του καπιταλισμού σε παγκόσμιο επίπεδο θα αποτελέσουν έναν ακόμα από τους πολλούς λόγους, εξ’ αιτίας των οποίων η ανθρωπότητα θα οδηγηθεί σε μια παγκόσμια πολεμική σύρραξη.
Η επόμενη μέρα του πολέμου θα βρει την Ευρώπη στη μέση δυο υπερδυνάμεων με μόνη ελπίδα μια μεγενθυμένη ανάπτυξη από αυτές που μπορούν να υπάρξουν μόνο πάνω στα ερείπια ενός ολοκληρωτικού πολέμου. Την περίοδο μεταξύ 1950 – 1970 η Ευρώπη -και οι λαοί της- θα γνωρίσουν την πλήρη ανάπτυξη του σοσιαλδημοκρατικού μοντέλου. Πρόκειται για την αναβάθμιση της σοσιαλδημοκρατικής οικονομικής βάσης μέσω κυρίως του κρατικού παρεμβατισμού σε νέα βιοπολιτική διαχείρισης του καπιταλισμού.
Περιληπτικά, δύο εκ των βασικότερων λόγων διαμόρφωσης αυτής της συνθήκης θα αποτελέσουν: η γεωπολιτική πίεση που ασκεί η ΕΣΣΔ στο μαλακό ευρωπαϊκό υπογάστριο καθώς επίσης και η ύπαρξη προπολεμικά –και όχι μόνο- επαναστατικών εργατικών κινημάτων, από αυτά που ζητούσαν όχι απλά ένα κομμάτι ψωμί αλλά ολόκληρο το φουρνάρικο.
Ο τρόπος λειτουργίας του σοσιαλδημοκρατικού συστήματος υπήρξε σχετικά απλώς. Ένα κρατικό πλέγμα προστασίας απλώνεται με όρους ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, & την εργατική δύναμη. Παράλληλα καλλιεργείται ο χυδαίος ορισμός του δημόσιου αγαθού ως κρατικού προϊόντος. Παρακολουθούμε δηλαδή την ανάπτυξη της διαδικασίας εισδοχής των δημόσιων αγαθών στην αγορά, την εμπορευματοποίηση τους.
Οι βασικοί στόχοι της όλης διαδικασίας είναι: η διατήρηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, και η συνεχής διαχείριση της εξουσίας από την αστική ελίτ μέσω του ελέγχου του κράτους από το πολιτικό προσωπικό.
Με θεωρητικό πλαίσιο τις υποσχέσεις ευμάρειας και πρακτικό εργαλείο τους μαζικούς φορείς ενσωμάτωσης [τα πολιτικά κόμματα, και τα συνδικάτα ως μέρος του κρατικού μηχανισμού] ξεκινά η διαδικασία πρόσδεσης της εργατικής τάξης στο πλάνο ανάπτυξης του καπιταλισμού.
Πρόκειται για την προσπάθεια ευνουχισμού μέσω της από-πολιτικοποίησης της εργατικής τάξης που εκ της θέσης της [είναι η τάξη η οποία αναπαράγει τον καπιταλισμό] είναι δυνάμει επαναστατική. Αυτή η διαπίστωση μας φέρνει και στο κύριο σώμα της σημερινής εκδήλωσης.
ΙΙ.
Σε αυτή τη νέα συνθήκη κατά την οποία απουσιάζει η πολιτικοποίηση της τάξης, [δηλαδή η αλλοτρίωση δημιουργεί ευνοϊκούς συσχετισμούς εναντίον της επανάστασης] θα διαμορφωθούν κάποιες νέες κουλτούρες στο ευρύτερο ανταγωνιστικό κίνημα. Θα προσπαθήσω να περιγράψω δυο από αυτές σε συνάρτηση με μια τρίτη, αποκωδικοποιώντας τα τεχνικά πολιτικά μέσα που εισάγουν στο δημόσιο λόγο.
Με μήτρα και γέννημα ταυτόχρονα το Μάη του 1968, θα αναπτυχθεί η Νέα Αριστερά της οποίας βασικό στοιχείο χαρακτηριοδομής θα αποτελέσουν τα νέα κοινωνικά κινήματα.
Σε ένα πρόχειρο πλαίσιο ο J. Alexander θα πει ότι: «τα κοινωνικά κινήματα αποτελούν βάση έκφρασης των μεταμοντέρνων κοινωνιών και ταυτόχρονα βασικό χαρακτηριστικό τους».
Ο A. Touraine θα συμπληρώσει επεξηγηματικά: «το κοινωνικό κίνημα αποτελεί ένα πλαίσιο πολιτισμικών μοντέλων που θέτουν κοινωνικές πρακτικές», ενώ τονίζει ότι: «οι υλικές απαιτήσεις και οι ταξικές διακρίσεις δεν βρίσκονται πλέον στο επίκεντρο». Η δε συνοχή των κοινωνικών κινημάτων δεν εδράζεται στο έδαφος του ταξικού αλλά μέσα από το σχήμα του «ενεργού πολίτη» [της ταυτότητας δηλαδή υπηκόου της κοινωνίας των πολιτών] εδράζεται πλέον σε διαταξικά σχήματα. Στόχος είναι είτε οι νομοθετικές μεταρρυθμίσεις υπέρ της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων ή η εδραίωση νέων συλλογικών συμπεριφορών[1].
Μη αναγνωρίζοντας ως βασική αντίθεση της καπιταλιστικής διάρθρωσης της κοινωνίας την αντίθεση μεταξύ κεφαλαίου-εργασίας αυτά τα κινήματα μετακινούνται από την ταξική σύγκρουση στην ενασχόληση με ζητήματα εποικοδομήματος [φύλο, μειονότητες, μεταναστευτικό, αντιψυχιατρικό, εγκλείσμου κλπ].
Αυτή η διαδικασία θα έχει ως αποτέλεσμα να μετατεθεί το βάρος από την επανάσταση ως μέσω απελευθέρωσης στην μεταρρύθμιση μέσω του συμπεριφορισμού του μαζικού ατόμου που πετυχαίνει τη νομοθετική ρύθμιση προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το ίδιο το πλαίσιο εξουσίας στο οποίο εναντιώνεται.
Στην Ελλάδα λόγω της λενινιστικής επικυριαρχίας το κίνημα αυτό θα εκπροσωπηθεί σχεδόν αποκλειστικά από το νέο-ελευθεριακό ρεύμα και μετά το 1990 από το μετα-αναρχικό[2].
Πρόκειται ουσιαστικά για την θέσμιση του κοινωνικού ρεφορμισμού μέσω των διαταξικών σχημάτων πρωτοβουλίας πολιτών σε πολιτικό ρεφορμισμό, μια διορθωτική κίνηση εν τέλει μέσα στον καπιταλισμό με τη μορφή παρέμβασης στο νομοθετικό του πλαίσιο.
Μια διαδικασία η οποία μιλά στο όνομα της επανάστασης φέρει όμως το ονοματεπώνυμο «Μεταρρύθμιση».
ΙΙΙ.
Σε έναν εντελώς φανταστικό αντίποδα θα καλλιεργήσει μετά το 1990 και με αφορμή την κατάρρευση των σοσιαλιστικών σχηματισμών ένα κομμάτι της μετά-σταλινικής αριστεράς το δικό του κίνημα «αντίστασης».
Χρησιμοποιώντας μια επίφαση μαρξικής κληρονομιάς αυτή η αριστερά θα επικαθορίσει το κοινωνικό με βάση μια πολιτική φαντασιακή θέσμιση. Συγκεκριμένα ερμηνεύοντας τον κόσμο με όρους αναδίπλωσης των χειραφετησιακών κινημάτων θα διατηρήσει τις αναφορές της στην ταξική πάλη η οποία πλέον όμως στη βάση μιας «ρεαλιστικής προσέγγισης» θα συνδικαλιστικοποιηθεί.
Ενώ η συνοχή του κινήματος αντίστασης δεν διαφέρει ουσιαστικά από την διαταξική σύσταση του μεταμοντέρνου κινήματος μεταρρύθμισης η διαφορά θα σημειωθεί στους όρους χρήσης.
Και πάλι στο όνομα της επανάστασης ένας πολιτικός ρεφορμισμός ο οποίος συνέχεται στο πεδίο της άρνησης περιγραφής ενός άλλου παραγωγικού μοντέλου, μιας «μεγάλης αφήγησης» της απελευθέρωσης με κοινωνικούς όρους θα εκφυλιστεί σε έναν κοινωνικό ρεφορμισμό μέσω της οριοθέτησης αυστηρά συντεχνιακών αιτημάτων τα οποία μπορούν να βρουν πεδίο ανάπτυξης σε όλες τις κοινωνικές τάξεις διαμέσου μιας πολιτικής του χώρου.
Η απόφαση του κινήματος αντίστασης, [το οποίο στην Ελλάδα θα εκπροσωπήσουν όλες οι δυνάμεις του αριστερού εξωκοινοβουλίου] ότι οι εργαζόμενοι [με τους οποίους δεν θα αποκτήσουν ποτέ οργανική σχέση] βρίσκονται σε μαζική άμυνα θα μετατρέψει την ίδια την αντίσταση σε ένα αποκομμένο, κούφιο νοήματος, κέλυφος, έναν φαύλο κύκλο, καθώς η διαλεκτική σχέση της αντίστασης ως προοίμιο της επανάστασης, θα διακοπεί βίαια. Το όνομα που θα φέρει αυτή η διαδικασία είναι το όριο της αιώνιας αντίστασης, πρόκειται ουσιαστικά για την μετουσίωση του πολιτικού ρεφορμισμού σε κοινωνικό ρεφορμισμό.
Εάν μοιράζονται ένα ακόμα κοινό αυτές οι δύο προβληματικές του αντικαπιταλισμού είναι το φαίνεσθαι. Θεωρούν ότι μιλούν στο όνομα της επανάστασης ενώ μιλούν στο όνομα είτε της απομονωμένης από την επανάσταση αντίστασης είτε της μερικής μεταρρύθμισης.
Επανερχόμενοι στο σήμερα, προσωρινά κερδισμένος από το σύνολο της σύγκρουσης και των λανθανουσών διαδικασιών διαταξικής «αντίστασης», θα είναι η ρεφορμιστική αριστερά η οποία σε αντίθεση με ότι είδαμε παραπάνω δεν αρνείται να πει το όνομα της, είναι η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία, η οποία θα εκφραστεί στην Ελλάδα από την κοινοβουλευτική αριστερά και κυρίως από αυτό το κομμάτι της που διαθέτει την ευελιξία ώστε να εκφράσει ακόμα και κομμάτια του ντόπιου κεφαλαίου.
Παρακολουθούμε λοιπόν το τελευταίο διάστημα την προσπάθεια αναγέννησης τάχα της επιλογής της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης. Ο πολιτικός θάνατος του ΠΑΣΟΚ σηματοδοτεί την ανάγκη νεκρανάστασης του Α. Παπανδρέου. Η πιθανότητα δε πολιτικής νεκρανάστασης της σοσιαλδημοκρατίας συγκεντρώνει ακριβώς της ίδιες πιθανότητες επιτυχίας κατά τη γνώμη μου , καθώς η τελευταία έχοντας επιτελέσει τον ιστορικό της ρόλο, να παραδώσει δηλαδή τα κλειδιά της παραγωγής στην αγορά, θα δραπετεύσει από το ιστορικό παρόν.
Εάν παρόλα αυτά υπάρχει μια πιθανότητα αναγέννησης της σοσιαλδημοκρατίας αυτή θα εκφραστεί εφόσον δημιουργηθεί ένα παγκόσμιο επαναστατικό εργατικό κίνημα το οποίο θα αγωνιστεί και πάλι για την κατάκτηση της ζωής με συνολικούς όρους χειραφέτησης της ανθρωπότητας.
Τότε όμως όπως πάντα εμείς, [οι πολιτικές δυνάμεις που εκφράζονται μέσω του κοινωνικού αναρχισμού και του επαναστατικού μαρξισμού], θα πλέξουμε την μοίρα μας με τους εργαζόμενους και την κοινωνία των καταπιεσμένων, οι οποίοι σε αυτόν τον όμορφο αγώνα της απελευθέρωσης από τα δεσμά του κράτους και του κεφαλαίου μπορεί να καταλήξουν στα βρώμικα νερά κάποιου σύγχρονου Spree. Όπως και να έχει ο ρόλος μας δεν είναι πλάι στους σοσιαλδημοκράτες θύτες, αυτής της προδοσίας, η οποία επαναλαμβάνεται διαρκώς, ξανά και ξανά μέσα στην ιστορία.
Ρόλος των χειραφετησιακών κινημάτων σήμερα που μιλούν και όντως τάσσονται με την επαναστατική διαδικασία είναι να υπενθυμίζουν διαρκώς στην τάξη και την κοινωνία των καταπιεσμένων ότι:
Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά επαναστατική πολιτική εάν δεν μιλάς για την αυτοδιεύθυνση της κοινωνίας από αυτούς που παράγουν τον πλούτο, εάν δεν μιλάς για την ολοκληρωτική άρση της διαχωρισμένης εξουσίας σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο.
Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά χειραφετησιακή πολιτική από τα πάνω προς τα κάτω, κανένα λαϊκό κίνημα στη βάση επικυριαρχίας του πολιτικού στο κοινωνικό. Η άμεση δημοκρατία ως μια πολιτική μορφή κομμουνισμού αποτελεί απαραίτητο συντελεστή στην προσπάθεια χειραφέτησης του ανθρώπου.
Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά αριστερά και καμιά αναρχία εάν δεν μιλούν για το ζήτημα αλλαγής παραγωγικού μοντέλου εάν δεν μιλούν για το ζήτημα της κατάργησης της ιδιοκτησίας της κατάργησης της εξουσίας ανθρώπου σε άνθρωπο σε όλα τα επίπεδα.
Μένει να υπενθυμίζουμε και να δρούμε διαρκώς με βάση την αποστροφή: «Όσα είπαμε ισχύουν».
ΙV.
Δεν μου αρέσουν καθόλου οι δευτερολογίες, αλλά μιας και θεωρούνται μάλλον ενός είδους πολιτικός πολιτισμός απλά θα συμπληρώσω την κύρια εισήγηση με ένα ποίημα, μια αποστροφή και ένα κομμάτι μιας συνέντευξης. Τέλος μια διαπίστωση.
Το ποίημα είναι ενός εκ των συνδαιτυμόνων του Ν. Σεβαστάκη από τον τόμο «Χειμώνες της μνήμης», που κυκλοφόρησε το Φλεβάρη το 2010 από τις εκδόσεις Πανοπτκόν, και τιτλοφορείται «οι σύγχρονοι»
Δεν ζω στο χτες λένε με έμφαση,
Σα να ανησυχούν ότι θα λείψουν
Από το μεσημεριανό τραπέζι
Και η ομήγυρη θα τους ξεχάσει.
Δε ζω στον παρελθόν – επιμένουν:
Σα να θυμώνουν που έχουν ιστορία
Η αποστροφή που συμπληρώνει αρμόνικα τους παραπάνω στίχους είναι ενός πολύ καλού αναρχικού συντρόφου ο οποίος έχει αγωνιστεί χρόνια για την οργάνωση του κοινωνικού αναρχισμού στην Ελλάδα και λέει:
«...Ένα κίνημα που αγνοεί ή αποστρέφεται την κοινωνική ιστορία, αλλά και την ιστορικότητά του, δεν κάνει τίποτα άλλο από το να βρίσκεται διαρκώς στο νησί των λωτοφάγων... "
Τέλος το απόσπασμα της συνέντευξης ανήκει στον μεγάλο αναρχικό επαναστάτη Μπ. Ντουρούτι, ο οποίος απαντώντας σε έναν Καναδό δημοσιογράφο στη μέση του ισπανικού εμφυλίου, για το πρόβλημα ότι ακόμα και ο νικητής θα παραλάβει ερείπια, δήλωσε: «Μη ξεχνάς πως, εμείς μπορούμε να χτίσουμε, οι εργάτες έφτιαξαν τα παλάτια, τις πόλεις, εμείς οι εργάτες μπορούμε να τα ξαναχτίσουμε και μάλιστα ακόμη καλύτερα. Εμείς θα κληρονομήσουμε τη γη κουβαλάμε ένα νέο κόσμο εδώ, στις καρδιές μας».
Σήμερα παρατηρώ ότι ενώ υπάρχει μια χώρα που πόρρω απέχει από μια ολοκληρωτική καταστροφή που φέρνει ένας εμφύλιος, κανείς πολιτικός σχηματισμός δεν έχει το θάρρος να αναπαράγει αυτά τα ίδια λόγια του Ντουρούτι, τα όποια άλλο δεν σημαίνουν παρά σιγουριά στη δύναμη της Επανάστασης.
Διεθνής και ντόπιοι προφέσορες, πολιτικοί, αστοί επιχειρηματίες και δημοσιογράφοι έρχονται σήμερα να μας εκβιάσουν με την καταστροφή της εξόδου από το Ευρώ, την ΕΕ, και ποιος ξέρει άλλο τι. Μα μια ενωμένη και αποφασιστική τάξη, μια επαναστάτρια τάξη μπορεί να ξεπεράσει αυτούς τους εκβιασμούς αλλάζοντας παραγωγικό μοντέλο και αναγεννώντας την έννοια της ισότητας σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Άλλωστε οι φτωχοί μέσα στην Ιστορία έχουν αντιμετωπίσει μυριάδες τραγωδίες πολύ χειρότερες από αυτή με την οποία σήμερα μας εκβιάζουν.
Κι όμως δεν βρέθηκε κανείς να μιλήσει με το επιχείρημα της επανάστασης. Βρέθηκαν δεκάδες σχήματα, κόμματα και ακούστηκαν φωνές αριστερές, οι οποίες φαίνεται φοβούνται παραπάνω τα μελλοντικά ερείπια του αστικού κόσμου από τα τωρινά ερείπια των ζωών των εκμεταλλευομένων.
Είναι αυτή μια αφήγηση που δεν ανήκει στην ιστορία και την ιστορικότητα της επανάστασης, ούτε καλά - καλά και σ’ αυτή την ιστορία της αντίστασης ή της μεταρρύθμισης.
Στο σημαντικό ερώτημα που έθεσαν οι διοργανωτές: «Τι κατά τη γνώμη σας είναι σημαντικό να κρατήσουμε από τα παλαιότερα κινήματα κοινωνικής αλλαγής»; Απαντώ η ίδια η επανάσταση.
Σημειώσεις
[1] Πάνω ακριβώς στην ίδια περιγραφόμενη βάση θα πρέπει να ενσκήψουμε για να ανακαλύψουμε τις ρίζες των (κατά Bookchin) life-style κινημάτων που θα ξεπηδήσουν την αμέσως επόμενη περίοδο.
[2] Πρόκειται για το ρεύμα του μεταμοντέρνου αναρχισμού.