...
Ιστορία Κοινωνικών Κινημάτων

Όπως όλες οι άλλες Κυριακές άρχισε για την οικογένεια της Δήμητρας Τσάκου και εκείνη η Κυριακή της 10ης Νοέμβρης 1985.

Ήταν μόλις 10 μέρες που είχαν επιστρέψει από την Ελλάδα, μετά από τετράμηνη παραμονή και προσπαθούσαν να προσαρμοστούν πάλι στη ζωή της Αυστραλίας και να βρουν το ρυθμό τους.

Στο σπίτι επικρατούσε ηρεμία και κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τι έμελε ν' ακολουθήσει.
Όσο περνούσε η μέρα το θερμόμετρο συνέχιζε ν' ανεβαίνει και παρ' ότι δεν είχε μπει το καλοκαίρι η ζέστη ήταν μεγάλη.

Ο 16χρονος Βαγγέλης, ο μεγαλύτερος από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας, ήταν νευρικός και ανήσυχος εκείνη την μέρα.
Σε ερώτηση της μητέρας του «τι έχεις Βαγγέλη μου;» απάντησε «τίποτα» και εκείνη υπέθεσε ότι ίσως σκέπτεται τη νέα δουλειά που θ' άρχιζαν μαζί την επόμενη μέρα (Δευτέρα) στο μικρό μαγαζί (Take Away) που επρόκειτο να αγοράσουν.

Η ημέρα κύλησε αργά και ο Βαγγέλης έφυγε στις 6 το απόγευμα και πήγε μαζί με τον πατέρα του σε μια λέσχη με ποδοσφαιράκια.
Σε κάποια στιγμή, για άγνωστο λόγο, ο Βαγγέλης, ή «Άντζελο» όπως συνήθιζαν να τον φωνάζουν, μάλωσε με κάποιο φίλο του και λίγο αργότερα στις 8.30μμ. γύρισε στο σπίτι αλλά δεν βρήκε εκεί την μητέρα του που προφανώς ήθελε κάτι να της πει.
Ρώτησε τ' αδέλφια του πού ήταν και εκείνα του είπαν ότι είχε πάει με μια γνωστή της που ήταν άρρωστη στην κλινική της γειτονιάς.

Μετά από λίγο πέρασε έξω από την κλινική και χαιρέτισε την μητέρα του υψώνοντας το χέρι του.
Η ίδια σκηνή επαναλήφθηκε και στις 10.30 όταν πέρασε πάλι.έξω από την κλινική για δεύτερη φορά μαζί με φίλους του μέσα σ' ένα αυτοκίνητο.
Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που η άμοιρη μάνα είδε ζωντανό τον γιο της.

Σε λίγο το αυτοκίνητο χάθηκε μουγκρίζοντας μέσα στο σκοτάδι που είχε ήδη σκεπάσει τις φτωχογειτονιές των δυτικών προαστείων του Σίδνεϊ.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες που υπάρχουν, στη συνέχεια ο Βαγγέλης, ένας 21χρονος φίλος του «Μαλτέζος» και δύο κοπέλες, αφού έκαναν λίγες βόλτες στους δρόμους του Μπλακτάουν κατάληξαν στο «φλατ» του 21χρονου.
Εκεί κάθησαν αρκετές ώρες συζητώντας πολλά και διάφορα με το Βαγγέλη να προσπαθεί να πείσει μια από τις κοπέλες που είχε φύγει από το σπίτι της να γυρίσει πάλι στους δικούς της.

Γύρω στις 2.30 τα ξημερώματα φτάνει στο «φλατ» ο 14χρονος Μόργκαν Κέιν που προσπαθεί να πείσει τον Βαγγέλη να πάνε να βρουν τα άλλα παιδιά που τους περίμεναν προκειμένου να διαρρήξουν ένα κατάστημα παιχνιδιών στο Ριβερστάουν.
Ο Άντζελο, που είχε ήδη αρκετά μπλεξίματα με την αστυνομία, δεν έδειχνε πρόθυμος ν' ακολουθήσει τον 14χρονο που προσπαθούσε να τον πείσει να πάει μαζί τους.
Η ώρα είχε φτάσει 2.45 όταν ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο το οποίο και σηκώνει ο Βαγγέλης (άγνωστο γιατί σήκωσε αυτός το τηλέφωνο σε ξένο σπίτι).
Ποιος ήταν στο άλλο άκρο της γραμμής κανείς δεν ξέρει. Πάντως, το τηλεφώνημα δεν κράτησε ούτε ένα λεπτό.

Ο Βαγγέλης κλείνοντας το τηλέφωνο βγάζει με νευρικές κινήσεις από το χέρι το ρολόι του και γυρίζοντας προς τον «Μαλτέζο» φίλο του του λέει:
«Αν με σκοτώσουν απόψε και δεν γυρίσω δώσε το ρολόϊ αυτό στον αδελφό μου τον Στηβ»...
Και πριν προλάβει ο άλλος ν' απαντήσει γυρίζει προς τον Μόργκαν Κέιν και του φωνάζει «λετς γκόου».
Στις 2.50 ξεκινούσαν με ένα μικρό «Ford Laser» που είχε κλέψει πριν μια περίπου ώρα ο 14χρονος Κέιν!
Είκοσι λεπτά αργότερα έφθασαν έξω από το μαγαζί όπου περίμεναν άλλοι 4 με δύο ακόμα κλεμμένα αυτοκίνητα και το διέρρηξαν.
Ο καταστηματάρχης που κατοικούσε πάνω από το μαγαζί ξύπνησε από τον θόρυβο που έκαναν και έναν καυγά που ξέσπασε μεταξύ τους λίγο πριν φύγουν.
(Ο καυγάς λέγεται ότι ξέσπασε μεταξύ του Άντζελο και των άλλων νεαρών τους οποίους και προσπαθούσε να εμποδίσει να κλέψουν το μαγαζί).

Μετά την διάρρηξη μπήκαν στα αυτοκίνητα και έφυγαν. Στο μεταξύ πλησίαζε και η αστυνομία από το τμήμα του Μπλακτάουν που είχε ήδη ειδοποιηθεί από τον καταστηματάρχη.
Πέντε λεπτά αργότερα το Laser, που στο μεταξύ οδηγούσε ο Βαγγέλης, συναντήθηκε με το περιπολικό της αστυνομίας.
Το αυτοκίνητο των νεαρών κατέβαινε προς το κάτω ενώ το αστυνομικό ανέβαινε προς τα πάνω. Το ένα σταμάτησε απέναντι στο άλλο και περίμεναν ν' ανάψουν τα φώτα πράσινα.

Εκείνη την στιγμή γυρίζοντας προς τον Βαγγέλη ο 14χρονος Μόργκαν του λέει: «Στρίψε αριστερά και πήγαινε σιγά-σιγά για να μην υποψιασθούν τίποτα».
Πράγματι ο Βαγγέλης ακολούθησε την συμβουλή του Μόργκαν αλλά το αστυνομικό αυτοκίνητο τους ακολούθησε.
Ο Βαγγέλης δοκίμασε να ξεφύγει αναπτύσσοντας ταχύτητα όταν είδε ξαφνικά μπροστά του ένα μεγάλο φορτηγό που πήγαινε σχετικά αργά.
Στην προσπάθειά του να το προσπεράσει, το Laser ξέφυγε από το δρόμο για λίγο και σταμάτησε μπροστά στις γραμμές του τραίνου στην γωνία του Davis και Richmond Rds.

Πίσω ακριβώς από το Laser σταμάτησε το φορτηγό και δίπλα από το φορτηγό το περιπολικό της αστυνομίας όπου από μέσα πετάχτηκε ο αστυνομικός Τζων Ώουενς, που κατευθύνθηκε προς την αριστερά πλευρά του Laser που καθόταν ο Μόργκαν.
Σε λίγο βγήκε έξω και ο οδηγός του περιπολικού αστυνομικός Μάικλ Χάρρις, που κατευθύνθηκε στην δεξιά πλευρά του Laser που καθόταν ο Βαγγέλης Τσάκος.
Την ίδια στιγμή το αστυνομικό αυτοκίνητο άρχισε να κυλάει σιγά-σιγά προς τα πίσω και ο αστυνομικός Ώουεν έτρεξε να το σταματήσει...
Πριν προλάβει όμως καλά-καλά ο Ώουενς να φθάσει στο αυτοκίνητο άκουσε ένα πυροβολισμό και λίγο αργότερα την ώρα που προσπαθούσε να τραβήξει το χειρόφρενο άκουσε και δεύτερο.
Τι είχε συμβεί;
Σύμφωνα με τον αστυνομικό Χάρρις, ο Βαγγέλης δοκίμασε να τον πατήσει βάζοντας στο Laser όπισθεν την ώρα που ο ίδιος τον πλησίαζε από πίσω!!!
Πρόλαβε όμως, όπως είπε, και πετάχτηκε λίγο δεξιότερα, αποφεύγοντας έτσι το Laser.
Τον ίδιο καιρό τράβηξε το υπηρεσιακό του περίστροφο και, πλησιάζοντας το Laser από δεξιά, πυροβολεί δύο φορές τον Βαγγέλη από μισό μέτρο απόσταση κρατώντας το πιστόλι με τα δύο χέρια!!!
Η μια από τις σφαίρες βρήκε το νεαρό Ελληνόπουλο στο λαιμό.
Το αίμα άρχισε να τρέχει και ο άτυχος Βαγγέλης έγειρε προς τη θέση του συνοδηγού.
To Laser ξεκίνησε αργά και αφού πέρασε από την άλλη μεριά του δρόμου χτύπησε πάνω σε έναν τοίχο και σταμάτησε. (Ο ανακριτής υποστηρίζει ότι ο Βαγγέλης γέρνοντας δίπλα πάτησε με το πόδι του ασυναίσθητα το γκάζι).
Η πορεία του αυτοκινήτου δείχνει ότι πέρασε το δρόμο τελείως ακυβέρνητο.
Μόλις το Laser σταμάτησε για δεύτερη φορά, πετάχτηκε από μέσα ο 15χρονος Μόργκαν ο οποίος και το έβαλε στα πόδια για να σωθεί.
Το ίδιο προσπάθησε να κάνει και ο Βαγγέλης αλλά σωριάστηκε έξω από το αυτοκίνητο, δίπλα στο πεζοιδρόμιο, όπου και άφησε την τελευταία του πνοή πνιγμένος μέσα στο αίμα..
Οι αστυνομκοί που έφτασαν και πάλι στο μεταξύ, λένε ότι του προσέφεραν τις πρώτες βοήθειες αλλά μέχρι που να έλθει το ασθενοφόρο, ο Βαγγέλης Τσάκος είχε πεθάνει από μεγάλη αιμοραγία.
Το κοντομάνικο μπλουζάκι, το σορτσάκι, τα ολόμαυρα μαλλιά του και ολόκληρο το αδύνατο κορμί του ήταν βουτηγμένα στο αίμα…

Ο Βαγγέλης Τσάκος πλήρωσε με το αίμα του τα σφάλματα που διαπράττουν σε τέτοια ηλικία δεκάδες χιλιάδες παιδιά.
Δεν του δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει την ζωή και να δει ότι ο δρόμος που είχε πάρει ήταν λανθασμένος...

Ο ΜΑΡΤΥΡΑΣ

Εκτός από τους αστυνομικούς τα γεγονότα παρακολούθησε και ο οδηγός του φορτηγού Γκρεγκ Ντώσερ, ο οποίος υποστηρίζει ότι δεν είδε σε καμιά περίπτωση τον αστυνομικό Χάρρις πίσω από το Laser.
Εναντίον του αστυνομικού Χάρρις απαγγέλθηκε η κατηγορία της ανθρωποκτονίας αλλά στη δίκη που ακολούθησε οι ένορκοι αποφάνθηκαν ότι ήταν αθώος.
Η Δήμητρα Τσάκου όμως και μια επιτροπή που συστάθηκε για τον σκοπό αυτό στο Σίδνεϊ ζητάει από τον υπουργό Δικαιοσύνης της NSW, Τζων Ντοντ, να διατάξει επίσημη έρευνα προκειμένου να έλθουν στο φως οι πραγματικοί λόγοι και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες η αστυνομία σκότωσε στις 11 Νοεμβρίου του 1985 τον Βαγγέλη Τσάκο.

Η μητέρα του αδικοχαμένου παιδιού υποστηρίζει ότι κανείς δεν την ειδοποίησε να παραβρεθεί στην δίκη του αστυνομικού Χάρρις.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο πιο πάνω αστυνομικός στην αρχή είπε (στις ανακρίσεις που διεξήγαγε η ίδια η αστυνομία) ότι πυροβόλησε γιατί φοβήθηκε για την ζωή του την ώρα που ο νεαρός Τσάκος έκανε όπισθεν, και στη συνέχεια άλλαξε την κατάθεσή του, ισχυριζόμενος ότι εκπυσοκρότησε το περίστροφο μόνο του.

Ο αρχικός ισχυρισμός του ότι κινδύνευε η ζωή του δεν ευσταθεί γιατί όταν πυροβόλησε δεν βρισκόταν πίσω από το αυτοκίνητο, αλλά δίπλα ακριβώς από το τζάμι του οδηγού οπότε και δεν κινδύνευε...

Η Δήμητρα Τσάκου υποστηρίζει, επίσης, ότι η αστυνομία είχε προηγουμένως χτυπήσει δυο-τρεις φορές τον γιο της, ο οποίος ένα διάστημα, μάλιστα, έπρεπε να παρουσιάζεται κάθε βράδυ στις 6 μ.μ. στο τμήμα του Μπλάκτάουν.
«Μια φορά, μας λέει η Δήμητρα Τσάκου, τον κράτησαν στο τμήμα 14 ώρες και όταν έφυγε τους πήρε και έναν φορητό ασύρματο (γουώκι τόκι). Τον ασύρματο τον κράτησε περίπου 15 μέρες και στο διάστημα αυτό άκουσε πάρα πολλά πράγματα».
Μιλώντας στην εφημερίδα του Σίδνεϋ «The Sun Herald» είπε ακόμα ότι «η αστυνομία είχε προηγούμενα με τον γιο της γιατί γνώριζε πάρα πολλά».

*Δημοσιεύτηκε στο ελληνοαυστραλιανό περιοδικό της Μελβούρνης «Παροικία» τον Μάϊο του 1988. Έχει γίνει ελαφρά ορθογραφική διόρθωση.