Το διάβασμα των εφημερίδων και των βιβλίων το θεωρεί η φτώχεια ως περιττόν πράγμα ως μια πολυτέλειαν. Τούτο είνε μέγα λάθος της.Έως τώρα είχαν δίκαιον οι φτωχοί να μη δίνουν προσοχή στο διάβασμα· γιατί τίποτε δεν εγράφετο για το συμφέρον της φτώχειας, παρά για το συμφέρον των κομματαρχών, των πλουσίων και των συντακτών, αλλά σήμερα που άρχισαν να βγαίνουν εφημερίδες για το λαό και βιβλιάρια, πρέπει όλη η εργατουριά να ριχθή στο διάβασμα.

 

Γιατί ο μικρός λαός υβρίζεται, περιδρονείται, κλέφτεται και τυραννείται από τους λεγόμενους μεγάλους; Γιατί είνε αμαθής· είνε δε αμαθής, γιατί δεν διαβάζει.

 

Εάν τη φτώχεια την σκοτίζει το ολίγο διάβασμα και την φοβίζει η δεκάρα που θα δώση στην εφημερίδα ή στο βιβλίο, τι θα κάμη μεθαύριον που θα χρειασθούν μεγαλείτερες θυσίες για να ελευθερωθή από την σκλαβιά του ημεροδουλίου, των φόρων και των τόκων;

 

Ας μάθη ο φτωχός λαός ότι όσαι θυσίαις και εάν κάμη χάριν της ελευθερίας του θα πάνε χαμένες εάν δεν έχη στο κεφάλι του γνώσεις.

 

Εδώ έχουμε ιστορία, εδώ η ανθρωπότης έχει πίσω της τόσα παθήματα, τα οποία πρέπει να της γίνουν μαθήματα. Πως θα κατορθωθεί τούτο παρά με το διάβασμα; Πόσες φορές δεν ξεσηκώθηκαν οι φτωχοί εναντίον των πλουσίων; Πόσες φορές δεν ξεσηκώθηκαν οι δούλοι κατά των κυρίων; Ύστερα από λίγο καιρό άλλοι αφεντάδες και άλλοι τύραννοι εξεφύτρωσαν επάνω από το κεφάλι τους.

 

Γιατί;

 

Γιατί αυτοί δεν ήξεραν τίποτε, και εκείνοι που ήξεραν τους εξεγέλασαν.

 

Για να ελευθερωθή ο μικρός λαός από την δουλεία του Παρά και του Κουβέρνου πρέπει πρώτα να ελευθερωθή από την αμάθειαν, πρέπει να συνειθίση να διαβάζη».

 

*Δημοσιεύτηκε στο «Νέον Φως», 18 Οκτωβρίου 1898, Αρ. Φυλ. 3, σελ. 4.