Ο Φραντσίσκο Φερρέρ υ Γκουάρδια γεννήθηκε στις 10 Γενάρη 1859 σ’ ένα αγρόκτημα έξω από τη Βαρκελώνη. Οι γονείς του ήταν καθολικοί και θρησκόληπτοι. Ένας από τους θείους του, όμως, ήταν ελευθερόφρονας.

Ο πρώτος του εργοδότης ήταν άθεος και έτσι ο Φερρέρ απέκτησε γρήγορα ανεξάρτητο χαρακτήρα και δυναμικές αντικληρικές απόψεις. Έγινε ελευθεροτέκτονας και ριζοσπάστης ρεπουμπλικάνος, οπαδός του Μανουέλ Ρουίζ Ζορίλλα, του οποίου ο Φερρέρ ήταν ο μεταφορέας καθώς εργαζόταν ως εισπράκτορας της γραμμής Βαρκελώνης-Γαλλίας. Όλα αυτά μέχρι το 1883 που αναγκάστηκε να εξοριστεί στο Παρίσι, από όπου βοήθησε αρκετούς πολιτικούς πρόσφυγες να βρουν καταφύγιο στη Γαλλία το 1885.

Έκτοτε, με τη σύζυγο και τα τρία παιδιά τους, ζούσαν στο Παρίσι, όπου εργαζόταν ως δάσκαλος ισπανικών, πουλούσε κρασί και ήταν άμισθος γραμματέας του Ρουίζ, μέχρι το θάνατο του δεύτερου το 1895. Στην περίφημη υπόθεση, υποστήριξε τον Ντρέιφους που ήταν αντιπρόσωπος της Β’ Διεθνούς στο Λονδίνο το 1896. Έγινε, επίσης, δραστήριο μέλος ορθολογιστικών κύκλων και πήρε μέρος στο Συνέδριο της Διεθνούς των Ελευθεροσκεπτικιστών που έγινε στην Πράγα το 1897.

 

Μετά το θάνατο του Ρουίζ, πέρασε από τα ρεπουμπλικανισμό στις αναρχικές ιδέες, διαβάζοντας λογοτεχνία, συχνάζοντας σε στέκια αναρχικών και γνωρίζοντας ονομαστούς αναρχικούς της εποχής, όπως τον Ζαν Γκραβ, τη Λουίζ Μισέλ, τον Ελυζέ Ρεκλύ, το Σεμπαστιάν Φορ, τον Τσαρλς Μαλατό καθώς και τους εξόριστους εκεί ισπανούς αναρχικούς Ανσέλμο Λορέντζο και Φερνάντο Ταρρίδα δε Μαρμόλ.

Οι ικανότητες του καθένα από αυτούς τον εντυπωσίασαν και μαγεμένος από τις ιδέες τους θεώρησε τον εαυτό του σύντροφό τους και στα τέλη της δεκαετίας του 1890 είχε κιόλας κατασταλαγμένες απόψεις για την κυριαρχία σε βάρος του τόμου έχοντας πλέον απελευθερωθεί από τους περιορισμούς των θεσμών.

Ως δάσκαλος, ο Φερρέρ ήταν ονομαστός και ενδιαφερόταν αρκετά για τα εκπαιδευτικά ζητήματα τα οποία συζητιόνταν αρκετά εκείνη την εποχή ανάμεσα στους αναρχικούς και ορθολογιστικούς κύκλους, ενώ γράφτηκαν πολλά γι’ αυτά. Σε ένα φυλλάδιο του Ζαν Γκραβ, που διαβαζόταν αρκετά τότε με τίτλο «Enseignment bourgeois et enseignment libertaire» (εκδόθηκε στο Παρίσι το 1890) ο συγγραφέας έκανε ένα διαχωρισμό ανάμεσα στην αστική και την ελευθεριακή εκπαίδευση.

Ο Φερρέρ επηρεάστηκε βαθιά από το φυλλάδιο αυτό και προσπάθησε να εφαρμόσει τα γραφόμενα εκεί στο πρώτο ελευθεριακό σχολείο που ίδρυσε με την επωνυμία Escuela Moderna, το οποίο αποτέλεσε παράδειγμα από πλευράς των αναρχικών και των ορθολογιστών. Την ίδια εποχή λειτουργούσε και το σχολείο του Πολ Ρομπέν, στο Cempuis, κοντά στο Παρίσι. Ο Ρομπέν έγινε διευθυντής στο Cempuis τον Δεκέμβρη του 1880.

Το βασικό στοιχείο της μεθόδου διδασκαλίας του ήταν η ακέραιη εκπαίδευση καθώς οι μαθητές ήταν αγόρια και κορίτσια τα οποία με βάση τις φυσικές και διανοητικές του ικανότητες και μέσα σε μια αντικαταπιεστική ατμόσφαιρα μπορούσαν να αναδειχθούν. Το 1894, όμως, λόγω των συνεχών επικρίσεων και παρενοχλήσεων από θρησκευτικούς και συντηρητικούς κύκλους, εξαιτίας των αντισυμβατικών μεθόδων εκπαίδευσης και των ριζοσπαστικών του δραστηριοτήτων, ο Φερρέρ έγινε ο πρώτος που έθεσε τις βάσεις του αντισυλληπτικού κινήματος στη Γαλλία.

Το 1897 συγκροτήθηκε ο Σύνδεσμος για την Ελευθεριακή Παιδεία, με σκοπό να συνεχίσει την εργασία του Ρομπέν. Ο Σύνδεσμος υποστηρίχθηκε ενεργά από τους Ζαν Γκραβ. Λουίζ Μισέλ, Ελυζέ Ρεκλύ, Πέτρο Κροπότκιν και Λέοντα Τολστόι. Ο Σύνδεσμος ίδρυσε ένα σχολείο στο οποίο οι μαθητές μπορούσαν να παρακολουθήσουν καλλιτεχνικά και επιστημονικά μαθήματα, αλλά μέσα από την πρακτική τους εφαρμογή. Επίσης, έκαναν επισκέψεις σε ζωολογικούς κήπους και περιπάτους στην επαρχία για να δουν από μόνοι τους τη φύση, πριν διαβάσουν οτιδήποτε γι’ αυτήν. Ο Τολστόι είχε γράψει: «… και μετά από 40 χρόνια, είμαι σίγουρος ότι μόνο με την εκπαίδευση, την ελεύθερη εκπαίδευση, μπορούμε ν’ αλλάξουμε τη φρικτή τάξη πραγμάτων και να την αντικαταστήσουμε με μια λογική οργάνωση».

Δυστυχώς, όμως, λόγω έλλειψης χρημάτων το σχολείο λειτούργησε μόνο ένα καλοκαίρι. Αλλά το Μάρτη του 1900, ο Φερρέρ κληρονόμησε σχεδόν ένα εκατομμύριο γαλλικά φράγμα από μια παλιά του μαθήτρια, τη Mile Meuri, η οποία ενώ καταγόταν από μια τυπική μεσαία οικογένεια, δέχτηκε τις ιδέες και τις μεθόδους του Φερρέρ και διέθεσε τα χρήματά της στο σκοπό της ελευθεριακής εκπαίδευσης.. Τα χρήματα αυτά έδιναν την ευκαιρία στο Φερρέρ να επιστρέψει στη Βαρκελώνη και να δημιουργήσει ένα μοντέρνο σχολείο.

Επέστρεψε το 1901, σε μια εποχή πολιτικής και κοινωνικής αναταραχής, λόγω της ήττας της Ισπανίας στον πόλεμο με τις ΗΠΑ, που είχε ως αποτέλεσμα την ολοκληρωτική σχεδόν κατάρρευση της ισπανικής αυτοκρατορίας.. Ένα από τα ζητήματα που συζητιόνταν αρκετά ανάμεσα στο ισπανικό ελευθεριακό κίνημα της εποχής ήταν και το εκπαιδευτικό. Όλοι συμφωνούσαν ότι το υπάρχον σύστημα χρειαζόταν άμεση αλλαγή.

Τα δύο τρίτα του ισπανικού πληθυσμού ήσαν βουτηγμένα στην αγραμματοσύνη και από τις 45.000 πόλεις και χωριά της χώρας μόνο στις 15.000 υπήρχε σχολείο. Αλλά τα περισσότερα από τα σχολεία αυτά υπέφεραν από φοβερές ανεπάρκειες και έλλειψης δασκάλων και υλικών. Η Εκκλησία διάλεγε τους δάσκαλους στα σχολεία που ήταν υπό τον έλεγχό της και έτσι ασκούσε έλεγχο και στα παρεχόμενα μαθήματα και γνώση. Όταν ο Φερρέρ ήταν μαθητής, τα τρία τέταρτα της ώρας διδάσκονταν θρησκευτικά, προσευχές και ύμνους. Η πειθαρχία ήταν αυστηρή και οι σωματικές τιμωρίες κάτι παραπάνω από τακτικές. Μετά από 25 χρόνια, διαπίστωσε ότι ελάχιστα είχαν αλλάξει.

Ωστόσο, κατά τα δεκαετία του 1890 είχαν επέλθει βαθιές αλλαγές σε βάρος των παλιών φεουδαρχικών θεσμών στη βιομηχανία, την πολιτική και την παιδεία και ένα αντιθρησκευτικό κίνημα δυνάμωνε τη ίδια εποχή, με έμφαση στην επιστήμη, την ιστορία και την κοινωνιολογία. Ο Φερρέρ βρισκόταν στην εμπροσθοφυλακή του όλου κινήματος και των διεργασιών αυτών ακολουθώντας την ευρωπαϊκή παράδοση. Αλλά στην Ισπανία είχαν σημειωθεί και κάποιες πρώιμες προσπάθειες δημιουργίας αντιθρησκευτικών σχολείων για όλους τους εργαζόμενους επιθυμούσαν να τα παρακολουθήσουν, κυρίως από τον Χοσέ Σάντσεζ στην Ανδαλουσία και τον Ελίας Πουίγκ στην Καταλονία. Η παράδοση αυτή είχε τις ρίζες της στο ορθολογιστικό κίνημα του 18ου αιώνα και στο ρομαντισμό του 19ου, ενώ άλλαξε και η διδασκαλία στον τρόπο μάθησης με βάση το παράδειγμα και όχι την επανάληψη και την απομνημόνευση όπως γινόταν πριν. Άλλαξε, επίσης, η εμπειρική εκπαίδευση με βάση την ίδια την καθημερινή ζωή.

Το σύνθημα του Φερρέρ ήταν «Ελευθερία στην εκπαίδευση», με το οποίο απέρριπτε ολοκληρωτικά την πειθαρχία και την τυπικότητα μιας συμβατικής αίθουσας, τους περιορισμούς και τους κανονισμούς που κατέστειλαν την ατομική ανάπτυξη και διαχώριζαν την εκπαίδευση από το παιχνίδι. Προώθησε τη σωματική και διανοητική ανάπτυξη, τις Καλές Τέχνες και την ανάγνωση βιβλίων. Ήταν εχθρικός σε κάθε δόγμα και δεισιδαιμονία, διάλεξε τη λογική, την παρατήρηση, την επιστημονική εξήγηση, την ανεξαρτησία, την αυτονομία και την καλλιέργεια της αυτοπεποίθησης. Μέσω ενός αντικαταπιεστικού και αντιεξουσιαστικού τρόπου, τόνιζε την αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα των παιδιών δίνοντας έμφαση στη ζεστασιά, την αγάπη, τη στοργή και όχι στον κομφορμισμό και την ομοιομορφία. Οι λέξεις-κλειδιά που χρησιμοποιούσε ήταν ελευθερία, αυθορμητισμός, δημιουργικότητα, ατομικότητα και αυτοπραγματοποίηση.

Αυτή ήταν η παράδοση που ανέδειξε το Ελεύθερο Σχολείο, ελεύθερο από θρησκευτική και πολιτική κυριαρχία, από οποιαδήποτε εξουσία. Για τον Φερρέρ και τους προκατόχους του, η Εκκλησία ήταν το μεγαλύτερο εμπόδιο στην κοινή διαφώτιση του λαού και τω παιδιών του. Όπως είχε πει και ο Μ. Μπακούνιν, η εκπαίδευση «πρέπει να βασίζεται εξ ολοκλήρου στην επιστημονική ανάπτυξη του συλλογισμού και όχι στην πίστη, στην ανάπτυξη της προσωπικής αξιοπρέπειας και ανεξαρτησίας και όχι στην ευσέβεια και την υπακοή, στην αλήθεια και τη δικαιοσύνη και, προπάντων, στο σεβασμό της ανθρωπιάς που πρέπει να αντικαταστήσει τη θεία λατρεία σε κάθε επίπεδο». Τα σχολεία, έλεγε ο Μπακούνιν, πρέπει να καταργήσουν «τούτο το ψέμα του θεού, την αιώνια απόλυτη δουλεία».

Ο Φερρέρ και οι σύντροφοί του απέρριψαν ολοκληρωτικά και την κρατική εκπαίδευση, γιατί η Εκκλησία και το κράτος προσπάθησαν να αποκρύψουν τις νέες ιδέες που ίσως υπονόμευαν το καθεστώς Έγραψε ο ίδιος: «…Οι κυβερνήτες έλεγχαν πάντα την εκπαίδευση του λαού…, γνωρίζοντας καλύτερα απ’ όλους τους υπόλοιπους ότι η εξουσία τους βασίζεται σχεδόν ολοκληρωτικά στο σχολείο και έτσι επιμένουν να διατηρούν το μονοπώλιό τους σε αυτό». Για τον Φερρέρ το σχολείο ήταν «όργανο της εξουσίας στα χέρια της κυρίαρχης τάξης. Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τα σχολεία για να παράγει πιστούς σ’ αυτήν πολίτες, η Εκκλησία για να παράγει πιστούς ενορίτες, οι βιομήχανοι για να παράγουν υπάκουους εργάτες». Η ελευθερία στην παιδεία σημαίνει ελευθερία από την εξουσία των δασκάλων, από την Εκκλησία και το κράτος. «Κάτω από τις σημερινές συνθήκες», έγραφε ο Φερρέρ, «ο δάσκαλος είναι απλώς όργανο της αστικής τάξης, εκπαιδεύοντας ανθρώπους να υπακούουν, να πιστεύουν και να σκέφτονται ανάλογα με τα κοινωνικά δόγματα που μας κυβερνούν. Σαν το στρατό και την αστυνομία, ο δάσκαλος επιβάλλει, βιάζει και χρησιμοποιεί βία. Ο πραγματικός παιδαγωγός είναι ο άνθρωπος εκείνος που δεν επιβάλλει τις ιδέες και τα δημιουργήματα του μυαλού του στο παιδί, αλλά αυτός που προωθεί τις ενέργειες του παιδιού. Αντιδρώντας στην παράδοση του στρατού που κάνει μαθήματα γυμναστικής στους εκπαιδευόμενους, με ένα συνδυασμό επανάληψης και τιμωρίας, που καταστρέφει τη φαντασία και αναχαιτίζει τη φυσική ανάπτυξη του κόσμου, η παιδεία πρέπει να είναι μια αυθόρμητη και δημιουργική πράξη».

Το πρώτο σχολείο που άνοιξε ο Φερρέρ ήταν στο Calle de las Cortes, στις 8 Σεπτέμβρη 1901, με 12 μαθήτριες και 18 μαθητές. Βασιζόταν σε τρεις άξονες εκπαίδευσης: αρχικό, ενδιάμεσο και προχωρημένο. Διέθετε εργαστήρια, χάρτες και άλλα βοηθητικά μέσα διδασκαλίας. Δεν γίνονταν εξετάσεις. Έπρεπε να καταβάλλεται μια αμοιβή για τη διδασκαλία αλλά αυτή ήταν ανάλογη με το εισόδημα της κάθε οικογένειας. Οι μαθητές και μαθήτριες κατάγονταν και από εργατικές και από αστικές οικογένειες. Συμμετείχαν μαζί με τους γονείς τους στη διαχείριση του σχολείου, ενώ οι γονείς μπορούσαν τα βράδια και τα απογεύματα της Κυριακής να παρακολουθούν διαλέξεις από σπουδαστές για διάφορα ζητήματα. Οι διαλέξεις αυτές ήσαν ανοιχτές σε όλους και έγινα δημοφιλείς, προπαντός για τους εργάτες, σε απίστευτο βαθμό τόσο που τη δεύτερη χρονιά χρειάστηκε να δίνονται κάθε βράδυ, ενώ μετέπειτα ο Φερρέρ αναγκάστηκε να καλέσει καθηγητές πανεπιστημίων για να διδάξουν ή α δώσουν διαλέξεις. Δημιουργήθηκε έτσι η δυνατότητα για ένα Λαϊκό Πανεπιστήμιο που να συνδέεται άμεσα με το Μοντέρνο Σχολείο (Escuela Moderna).

Στο ίδιο κτίριο ιδρύθηκε, επίσης, .ένα ριζοσπαστικό εκδοτικό κέντρο που περιλάμβανε ομάδα μεταφραστών και τυπογράφων καθώς και γνωστούς έξοχους συγγραφείς που έγραφαν βιβλία σε κατανοητή γλώσσα στο καθέναν. Το κέντρο αυτό εξέδωσε περίπου 40 βιβλία με θέματα μαθηματικών, φυσικών και κοινωνικών επιστημών, θρησκείας καθώς και για τις αδικίες που σχετίζονταν με τον πατριωτισμό, τη φρίκη του πολέμου και την ανομία της κατάκτησης.

Ο αναρχικός Charles Malato (Τσαρλς Μαλατό) έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Κοινωνικές τάξεις», ο Λέων Μαρτίν έγραψε το «Φτώχεια. Ο σκοπός και η θεραπεία της» και ο Ζαν Γκραβ το «Οι περιπέτειες του Νόνου» ένα δημοφιλές παιδικό βιβλίο που είναι ουτοπικό παραμύθι. Επίσης εκδόθηκαν διάφορα άλλα εκπαιδευτικά βοηθήματα καθώς και το Bulletin de la Escuela Moderna (το Δελτίο του Σχολείου) το οποίο περιλάμβανε τακτικά άρθρα ου Φερρέρ, του Τολστόϊ, του Κροπότκιν και του Ρομπέν.

Στις αίθουσες τα παιδιά μάθαιναν τις ιδέες της ελευθερίας, της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, τις αξίες της κοινωνικής συνεργασίας, τη συμπάθεια για τους καταπιεσμένους. Μάθαιναν ότι ο πόλεμος ήταν έγκλημα ενάντια στην ανθρωπιά, ότι ο καπιταλισμός είναι ένα κακό σύστημα ότι η εξουσία είναι σκλαβιά και ότι η ελευθερία είναι απαραίτητη για τη ανθρώπινη ανάπτυξη. Ανάμεσα στα βιβλία που χρησιμοποιούσαν ήταν το «Αναρχική Ηθική» του Π. Κροπότκιν, το «Πόλεμος» του Τσαρλς Μαλατό, το «Ένας ελεύθερος κόσμος» του Ζαν Γκραβ και το «Η γιορτή της ζωής» του Ανσέλμο Λορέντζο, όλα αντικρατικά, αντικαπιταλιστικά και αντιμιλιταριστικά έργα. Χρησιμοποιούνταν στην αίθουσα παραδείγματα πατριωτισμού, δεισιδαιμονίας και εκμετάλλευσης. Εκθέσεις και διάφορα άλλα γραπτά των μαθητών παρουσιάζονταν συχνά στο Δελτίο του σχολείου.

Η βασική και μοναδική ιδέα ρου σχολείου ήταν να αναδειχθούν ελεύθερα, ανεξάρτητα και σκεπτόμενα άτομα που θα άντεχαν οποιαδήποτε αδικία και θα αντιστέκονταν ενεργά στις αδικίες αυτές. Συνεργαζόμενοι μεταξύ τους, τέτοια άτομα θα ήσαν το θεμέλιο μίας καινούργιας αναρχικής κοινωνίας. Ο Φερρέρ κατανάλωσε μεγάλη ενέργεια για να δημιουργήσει ένα ριζοσπαστικό εργατικό κίνημα στην Καταλονία, χρησιμοποιώντας τις μεθόδους της άμεσης δράσης και από το 1901 έως το 1903 κυκλοφορούσε το περιοδικό «La Huelga General» («Η Γενική Απεργία»).

Μέχρι τις αρχές του 1906, μόνο στην περιοχή της Βαρκελώνης λειτουργούσαν 120 περίπου ελεύθερα σχολεία. Την Παρασκευή,12 Απρίλη 1906, ο Φερρέρ και 1.700 παιδιά συγκρότησαν διαδήλωση υπέρ της λαϊκής εκπαίδευσης και ακολούθως πήγαν για πικνίκ στην εξοχή.

Όπως ειπώθηκε πριν, το Escuela Moderna βασίστηκε σε συγκεκριμένες ιδέες. Ήταν σχολείο για παιδιά και ων δύο φύλλων και από κάθε κοινωνική τάξη. Τα δίδακτρα ήταν ανάλογα με το εισόδημα κάθε οικογένειας. Η εκπαίδευση ήταν αντιθρησκευτική. Η λογική και η επιστημονική εξήγηση ήταν από τις σημαντικές ηθικές αξίες που διδάσκονταν και τα παιδιά χρησιμοποιούσαν ευρέως τα παραδείγματα της καθημερινής ζωής. Αποφευγόταν στο σχολείο κάθε μέσο πίεσης και τα παιδιά πήγαιναν στο σχολείο ή έφευγαν όποτε ήθελαν. Αμοιβές, τιμωρίες και εξετάσεις δεν χρησιμοποιούνταν ποτέ. Η εκπαίδευση θεωρείτο μέθοδος που ίσχυε σε όλη σχεδόν τη ζωή και έτσι το σχολείο ήταν ανοιχτό για ανθρώπους κάθε ηλικίας. ¨όταν οι μαθητές γίνονταν εργαζόμενοι-σκλάβοι, ενθαρρύνονταν να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Με τη χρησιμοποίηση του άμεσου περιβάλλοντος ως μεθόδου μάθησης, τα παιδιά μάθαιναν περισσότερο από την εμπειρία. Μπορούσαν να μάθουν για τη φύση (οικολογία) καθώς και για τη μεταχείρισή της από την καπιταλιστική κοινωνία Όλα αυτά μαζί συνέθεσαν μια αρκετά συντονισμένη και ισχυρή επίθεση στις ιδέες της πατριαρχίας, του εθνικισμού, της εκμετάλλευσης σε βάρος της φύσης και των ανθρώπων από το χρήμα (μισθωτή εργασία), τη θρησκεία κ.λπ.

Έτσι, η ολοκληρωμένη αυτή αντιεξουσιαστική (αναρχική) προσέγγιση και στάση ζωής έκανε τον Φερρέρ κύριο στόχο του μίσους και προσβολών εκ μέρους των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων της Ισπανίας, καθώς διέθετε μεγάλη περιουσία, πολύ καλές επαφές και βοήθεια από το εξωτερικό και μια απίστευτη οργανωτική ικανότητα. Οι παλιές του ριζοσπαστικές δραστηριότητες καθώς είχε πάρει μέρος σε διάφορες εξεγέρσεις και είχε βοηθήσει αρκετούς πολιτικούς πρόσφυγες, έπεισαν τους αντιδραστικούς κύκλους ότι το Escuela Moderna ήταν ένα σχολείο όπου διδάσκονταν η επανάσταση, η βία και η ανταρσία, ένας μέρος που γεννούσε επαναστάτες, που μπορούσε να εξαπλωθεί σαν καρκίνος. Το κράτος τον θεώρησε επικίνδυνο τρομοκράτη, η Εκκλησία βλάσφημο και κάποιο περιοδικό της Μαδρίτης έγραψε ότι ήταν «εχθρός κάθε κοινωνικού θεμελίου, της θρησκείας, της οικογένειας, της ιδιοκτησίας, της εξουσίας, του στρατού».

Από την ημέρα της δημιουργίας του σχολείου τον παρακολουθούσαν διαρκώς. Έγινε επιδρομή στο σπίτι του και προσπάθεια ενοχοποίησής του για μια συνωμοσία και εξαπολύθηκε εναντίον του μοχθηρές συκοφαντίες και υπαινιγμοί ώστε να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας, οι ιδέες και οι πράξεις του. Τον αποκάλεσαν κερδοσκόπο, χαρτοπαίκτη και λάτρη της «ελεύθερης αγάπης». Χρησιμοποιήθηκαν λεπτομέρειες από την προσωπική του ζωή για να τον μειώσουν. Για παράδειγμα, είχε χωρίσει από τη σύζυγό του Teresa San Marti και είχε σχέση με τον Leopold Bonnard, σύντροφο της μαθήτριας που του είχε δώσει τα χρήματα με τα οποία άνοιξε το σχολείο, ενώ μετέπειτα ερωτεύθηκε τη Soledad Villanueva που ήταν δασκάλα στο σχολείο. Όλα αυτά λέγονταν ολοφάνερα και η κοινή γνώμη βομβαρδιζόταν με τη ιδέα ότι ο Φερρέρ και το σχολείο έπρεπε να φύγουν από τη μέση.

Στις 4 Ιούνη 1906, συνελήφθη ο Φερρέρ και στις 15 του ίδιου μήνα φυλακίστηκε. Για να κατανοήσουμε το λόγο της σύλληψης και φυλάκισής του αυτής πρέπει να γυρίσουμε ένα χρόνο πίσω. Στις 13 Μάη 1905, ο βασιλιάς Αλφόνσος ΙΓ’ επέστρεφε από την Όπερα, όταν δύο βόμβες ρίχτηκαν κατά της άμαξάς του, από τις οποίες εξερράγη η μία και κάποια αμάξια έπαθαν ζημιές. Ο βασιλιάς δεν τραυματίστηκε. Ένα χρόνο μετά, τη ίδια μέρα, στη Μαδρίτη, καθώς ο Αλφόνσος και η μνηστή του επέστρεφαν από το γάμο τους, ρίχτηκε ξανά μια βόμβα εναντίον του και σκοτώθηκαν 24 άτομα και 107 τραυματίστηκαν, αλλά και πάλι ο ίδιος δεν έπαθε τίποτα. Στη δεύτερη απόπειρα εκείνος που έριξε τη βόμβα ήταν ο Ματέο Μαρράλ, ένας 25χρονοςαναρχικός, από πλούσια οικογένεια βαμβακοβιομηχάνων από το Σαμπαντέλ, βόρεια της Βαρκελώνης. Ο ίδιος εργαζόταν στο εκδοτικό κέντρο του Ελεύθερου Σχολείου του Φερρέρ, όπου είχε βάλει σε πράξη τις γνώσεις του, καθώς γνώριζε αρκετές γλώσσες και ήταν φίλος του Φερρέρ από το 1903. Φαίνεται ότι είχε πάρει μέρος και στην πρώτη απόπειρα κατά του Αλφόνσου μαζί με μερικούς άλλους αναρχικούς αλλά κατάφερε να ξεφύγει από τη γαλλική αστυνομία. Στη δεύτερη απόπειρα, αφού πρώτα σκότωσε έναν αστυνομικό αυτοκτόνησε επί τόπου.

Το γεγονός αυτό ήταν η ευκαιρία που περίμενε το κράτος από καιρό για να συλλάβει το Φερρέρ και να κλείσει το Escuela Moderna, ευχαριστώντας και την αντίδραση καθώς ένα περιοδικό έγραψε: «… τα εγκλήματα αυτά θα συνεχιστούν όσο οι Ισπανοί διατηρούν την ελευθερία να διαβάζουν, να διδάσκουν, να σκέφτονται, καταστάσεις από όπου προέρχονται όλα αυτά τα κοινωνικά τέρατα».

Στα κορτές (βουλή) έξι δεξιοί βουλευτές έκαναν πρόταση να κλείσουν όλα τα αναρχικά σχολεία μαζί με τα παραρτήματα του Escuela Moderna, αλλά καταψηφίστηκαν. Ο Φερρέρ φυλακίστηκε για ένα χρόνο και το κράτος προσπάθησε να ανακαλύψει αποδείξεις για να τον συνδέσει με το βομβιστικό έγκλημα. Στη δίκη του αθωώθηκε, αφού δεν μπόρεσαν να αποδείξουν καμία ενοχή του. Αποφυλακίστηκε στις 12 Ιούνη 1907 και στις 22 Ιούλη ταξίδεψε στη Γαλλία, το Βέλγιο και την Αγγλία, όπου έδωσε διαλέξεις για την εκπαίδευση, επισκέφθηκε παλιούς φίλους ενώ απέκτησε νέες επαφές. Τον Σεπτέμβρη επέστρεψε στην Βαρκελώνη και επανασυγκρότησε το εκδοτικό κέντρο. Τύπωσε και κυκλοφόρησε νέα βιβλία, φυλλάδια, μεταφράσεις κλασικών αναρχικών βιβλίων. Του είχε απαγορευτεί να ανοίξει το Escuela Moderna, αλλά υποστήριξε με όλες του τις δυνάμεις την αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση «Solidaridad Obrera» («Εργατική Αλληλεγγύη» - τον προκάτοχο της CNT) και το ομότιτλο περιοδικό της. Παρά τις κρατικές παρενοχλήσεις, το 1908 ίδρυσε τη Διεθνή Ένωση για την Λογική Εκπαίδευση των παιδιών, που ήταν μια πανευρωπαϊκή εκστρατεία προβολής ης ελευθεριακής εκπαίδευσης με την υποστήριξη και αναρχικών και μη προσωπικοτήτων (Τρονς, Πόρτερ, Τζονέσκι, Χέφορντ, Μαλατό, Φορ, Νιούβενχους, Μαστερλίνο και άλλων). Η Ένωση εξέδωσε και το περιοδικό «L’ Ecole Remouee» με ευθύνη του Φερρέρ και το πρώτο τεύχος παρουσιάστηκε στις Βρυξέλες στις 15 Απρίλη 1908. Το δεύτερο τεύχος εκδόθηκε στο Παρίσι εννιά μήνες αργότερα. Περιείχε κείμενα των Κροπότκιν, Ρομπέν, Γκιγιώμ, Μαρμόλ και Φερέρ. Η Ένωση υποστήριξε επίσης τα περιοδικά «La Scuola Laika» από τη Ρώμη και φυσικά το «El Boletin de la Escuela Moderna» από τη Βαρκελώνη. Βασικά η όλη κίνηση ήταν ένα όργανο παιδαγωγών, διανοητών και άλλων που ενδιαφέρονταν για ζητήματα ης ελευθεριακής εκπαίδευσης.

Η άποψη ότι η «ουδέτερη» εκπαίδευση ήταν μύθος αναφέρθηκε ξεκάθαρα στο πρώτο τεύχος του «L’ Ecole Remouee»: «…δεν πρέπει να κρύψουμε το γεγονός ότι θα αφυπνίσουμε στα παιδιά την επιθυμία για μια κατάσταση στο σχολείο χωρίς βία, ιεραρχίες και κάθε προνόμιο». Αλλά «δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να επιβάλλουμε τις ιδέες αυτές στο παιδί». Αυτό που ήλπιζαν ήταν αν τα παιδιά έβλεπαν και κατανοούσαν αυτά που γίνονταν γύρω τους τότε θα αναγνώριζαν τις αδικίες και θα υπήρχε η πιθανότητα ν αντισταθούν σ’ αυτές.

Τα βασικά χαρακτηριστικά της Ένωσης ήταν τα ίδια με αυτά του Escuela Moderna, δηλαδή: 1) Η εκπαίδευση να βασίζεται σε λογικά και επιστημονικά στοιχεία. Να αποφεύγεται να είναι μυστηριώδης. 2) Ολοκληρωμένη εκπαίδευση το ατόμου. Η εκπαίδευση με βάση τη διανόηση έπρεπε να απορριφθεί. 3) Η σχέση ων μεθόδων διδασκαλίας με την ψυχολογία των παιδιών. 4) Αναγνώριση της σπουδαιότητας της πρακτικής εκπαίδευσης με βάση το μεγάλο φυσικό νόμο της αλληλεγγύης.

Η Ένωση προκάλεσε δραστήρια συνεργασία σε όλη την Ευρώπη γιατί διέθετε άριστη εκτελεστική επιτροπή, έξοχη δράση με το περιοδικό και τις προκηρύξεις του, μπορώντας να αποδείξει ότι αυτά ου έλεγε γίνονταν πράξη. Τακτικές αναφορές δημοσιεύονταν στο «L’ Ecole Remouee» σχετικά με το θέμα του La Rouche που ιδρύθηκε το 1904 και ήταν άμεσα συνδεδεμένο με την όλη δράση του Σεμπαστιάν Φορ, το L’Avenir Social ( Το Κοινωνικό Μέλλον) της Madeleine Vernet στο Παρίσι και τα παραρτήματα του Escuela Moderna στην Ισπανία.

Την ίδια χρονιά ου ιδρύθηκε η Ένωση οι επαφές και οι δράσεις του επεκτάθηκαν σε όλη την Ευρώπη, βοηθώντας να ανοίξουν ελευθεριακά σχολεία στο Άμστερνταμ, τις Βρυξέλλες και το Μουλάν. Υποστήριξε επίσης όσους ήθελαν να απαιτήσουν αλλαγές στα κρατικά σχολεία και με το και με τον καιρό το περιοδικό της Ένωσης έγινε πιο διεκδικητικό.

Μετά την κρατική δολοφονία του Φερρέρ, τον Οκτώβρη του 1909, το 1910-1911, το περιοδικό αυτό αντικαταστάθηκε από το «L’Ecole Emanciper» που ήταν πιο συνδικαλιστικό.

Ο Φερρέρ εκτελέστηκε από μια μοίρα πυροβολικού με τη συνενοχή της Καθολικής Εκκλησίας. Οι ιδέες του πολεμιούνται ακόμα από την κάθε αντίδραση. Τον Σεπτέμβρη του 1989 εθνικιστές και φασίστες διαδήλωσαν ενάντια στην πρόταση ανέγερσης μνημείου γι’ αυτόν. Στις 13 Οκτώβρη του ίδιου χρόνου, αναρχικοί στην Ισπανία ονόμασαν και πάλι (από το 1936-1939) μια πλατεία με το όνομά του.

*Από τη «Black Flag» Νο 198 (Μάης 1990) και Νο 201 (Νοέμβρης 1990). Μετάφραση: Γ.Φ. Επιμέλεια: Δ.Τ.