“Δεν φαντάζονται ότι μια κοινωνία μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αφέντες και υπηρέτες, χωρίς αρχηγούς και στρατιώτες ” ΚΑΤΩ ΟΙ ΑΡΧΗΓΟΙ . J. De jacques

Οι δημοσιεύσεις αυτές έχουν σαν στόχο ή την πρόθεση να ξανανοίξουν τη συζήτηση σχετικά με την οργάνωση, τον αυθορμητισμό και την συνείδηση. Πιστεύουμε ότι η παρούσα κατάσταση καθιστά επίκαιρη αυτήν τη συζήτηση  από την στιγμή που θέλουμε να βάλλουμε το λιθαράκι για την δημιουργία προοπτικά ενός  πλατιού ελευθεριακού επαναστατικού κινήματος ταυτόχρονα με την αργή αλλά σταθερή ανανέωση του αναρχικού χώρου.

Εκείνο που είναι ενδιαφέρον, στην προκειμένη περίπτωση, είναι ότι οι νέες καταστάσεις  που προβάλλουν στο προσκήνιο – παράλληλα με τα παλιά προβλήματα – στο μέτρο που γίνονται πια ολοφάνερες στα μάτια χιλιάδων προλετάριων της σημερινής εποχής ορισμένες καταστάσεις, λογουχάρη, ο αποκλεισμός των εφικτών λύσεων μέσα στη αστική καπιταλιστική κοινωνία, η πλήρης αποτυχία του σοβιετικού «κομμουνισμού»  από την άποψη των δεδηλωμένων του στόχων, η συμπαιγνία ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία, τον “προωθημένο φιλελευθερισμό” και μια ορισμένη λανθάνουσα φασιστικοποίηση ρατσιστικοποίηση της κοινωνίας, αναγκά- ζουν ένα ποσοστό του προλεταριάτου των πόλεων (ιδιαίτερα των νέων) και ορισμένα στρώματα των μισθωτών να αντιμετωπίσουν συνολικά το σύστημα (τηρουμένων των αναλογιών), όπως έκανε και το βιομηχανικό προλεταριάτο των πόλεων στο τέλος του δέκατου ένατου αιώνα.

Αν σήμερα  σπρώχνονται  εκατοντάδες χιλιάδες καταπιεσμένοι και εκμε- ταλλευόμενοι άνθρωποι στο να διεκδικούν αυτό που ήδη υπάρχει και στον κρετινισμό του κοινοβουλευτισμού, αύριο θα καταλάβουν ότι αυτό το σύστημα δεν επιδέχεται βελτίωση προς το ανθρωπινότερο ούτε καν μεταρρύθμιση, γιατί η αξιακή του αναγωγή βασίζεται στο “ παν μέτρο είναι το χρήμα και το κέρδος ”.

Με αυτήν ακριβώς την έννοια, ανακαλύπτουμε πάλι ορισμένες κριτικές και δράσεις ενάντια στο συνδικαλιστικό οικονομισμό (τραίηντ-γιούνιονς) και κορπορατιβισμό,  κριτικές ενάντια στις δομές κυριαρχίας, στην οικογένεια και την καθημερινή ζωή. Επιπλέον, ορισμένες μορφές αγώνα που κατατείνουν να αυτονομηθούν και να αυτοοργανωθούν έξω από το κατεστημένο συστημικό συνδικαλιστικό πλαίσιο,  όπως και αρκετοί κοινωνικοί αγώνες έξω από την πολιτική διαμεσολάβηση, αλλά και  το σαμποτάζ και ορισμένες μορφές άμυνας, περισσότερο ή λιγότερο παράνομες, ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια.

Οπωσδήποτε, η αντίθεση ανάμεσα στην τάση για οργάνωση και τη μη οργάνωση, ανάμεσα στον αυθορμητισμό, την αυτοθέσμιση και τη θεσμοποίηση, ανάμεσα στο συγκεντρω- τισμό και την ετερονομία  την αποκέντρωση και την αυτονομία, είναι εγγενής στο καπιταλιστικό σύστημα, στην ταξική κοινωνία, όπως και η μόνιμη αντίθεση ανάμεσα στο ρεφορμισμό και την επανάσταση. Είναι αλήθεια αυτό που γράφει ο Μάτικ: “ Όσο θα διαιωνίζονται η ταξική κοινωνία και οι προσπάθειες για την καταστροφή της, θα υπάρχει αντίθεση ανάμεσα στην οργάνωση και τον αυθορμητισμό’’.

Θέλουμε να καταδείξουμε τα διάφορα επίπεδα με βάση τα οποία μπορούμε να προσεγγίσουμε το θέμα της οργάνωσης. Γιατί αλλά ζητήματα θέτει κατά την γνώμη μας η οργάνωση και ο αυθορμητισμός των μαζών ειδικά κατά την εξεγερτική ή επαναστατική διαδικασία, άλλα η ειδική οργάνωση των επαναστατών και εντελώς άλλα πάλι, η εφικτή οργάνωση μιας κοινωνίας χωρίς κυριαρχία και εκμετάλλευση.

Με αυτό δεν θέλουμε να πούμε ότι βρισκόμαστε σε επαναστατική περίοδο, αλλά δεν είναι κακό να λαμβάνουμε υπόψη μας μερικούς παράγοντες.

Όπως έχει δείξει η κοινωνική ιστορία (την οποία πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη, αν δεν θέλουμε να μας κλείνει πονηρά το μάτι), είναι ότι στα πλαίσια μιας επανάστασης, η σχέση μεταξύ προγράμματος και πράξης (εξέγερση) παίρνει δραματική οξύτητα.

Εκεί συναντώνται:

α. Η παλιά κοινωνία, μια κοινωνία που πεθαίνει αλλά ανθίσταται.

β. Ο αυθορμητισμός των μαζών που επιζητά την οργάνωση μιας νέας κοινωνίας.

γ. Οι επαναστάτες, αυτοί που έχουν μελετήσει και επεξεργαστεί ένα πρόγραμμα μέσα στα σκοτάδια των διώξεων, μέσα από τις ρωγμές του παλιού κόσμου.

Είναι φανερό ότι από αυτήν την άποψη, δύο είναι τα σημαντικά προβλήματα που εμφανίζονται συνεχώς  κατά την κοινωνική επαναστατική διαδικασία:

α. Το ένα αναφέρεται στη δυνατότητα ύπαρξης μιας κοινωνίας χωρίς καταναγκασμούς, μιας κοινωνικής οργάνωσης, μιας αυτοθέσμισης της κοινωνικής ζωής που θα βασίζεται στην αυτονομία των ατόμων και των κοινοτήτων. Εν προκειμένω μιας αντιεξουσιαστικής  οργάνωσης της κοινωνίας ως ένα όλον.

β. Το άλλο αναφέρεται στη σχέση που πρέπει να εδραιωθεί στο εσωτερικό της υπάρχουσας κοινωνίας, μιας ταξικής, ιεραρχικής και γραφειοκρατικής κοινωνίας, ανάμεσα στην πλειοψηφία των εκμεταλλευομένων που “πρέπει” να κάνουν την επανάσταση  και τη μειοψηφία των επαναστατών που ‘’θέλουν’’ να την κάνουν.  Ανάμεσα σ΄ αυτά τα προβλήματα που περιγράψαμε σχηματικά, εμφανίζονται και τα προβλήματα που αναφέρονται στη συνείδηση της κατάστασης και στο πρόγραμμα για την αλλαγή.

Ως προς το πρώτο, είναι πια γνωστό ότι οι αναρχικοί επιμένουν πως υπάρχει η δυνατότητα μιας κοινωνικής οργάνωσης χωρίς κυριαρχία και ιεραρχία η οποία θα βασίζεται στις ελεύθερες συμφωνίες μεταξύ των ανθρώπων και στην κοινωνική αλληλεγγύη. Η οργάνωση της ελευθεριακής κοινωνίας είναι ο βασικός πυρήνας της αναρχικής θεωρίας, όπως και η ιδέα ότι αυτή η δυνατότητα υπάρχει εδώ και τώρα, στο παρόν της καθημερινής ζωής και όχι σε ένα υποθετικό μέλλον όπου, χάρη στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού, θα καταλήξουμε στην εξαφάνιση των τάξεων και στο μαρασμό του κράτους.

Πράγμα που σημαίνει – και αυτό αναφέρεται στο δεύτερο πρόβλημα που τέθηκε προηγουμένως -  ότι στο εσωτερικό  της πάλης των τάξεων (με τη σημερινή ευρύτερη έννοια), έτσι όπως εκδηλώνεται μέσα στο  σημερινό καπιταλιστικό σύστημα και σε συνάρτηση με ένα αντιεξουσιαστικό επαναστατικό πρόγραμμα, η θεωρητική και πρακτική κριτική των σχέσεων εξουσίας (κυριαρχίας) θα πρέπει να γίνεται τόσο με βάση τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την εφικτή οργάνωση των αναρχικών, όσο και με βάση τις σχέσεις ανάμεσα στην πλειοψηφία και την μειοψηφία στο εσωτερικό των διαφόρων κοινωνικών ομάδων που αγωνίζονται ενάντια στο σύστημα.

“Πρέπει να απαλλαγούμε από το ρομαντισμό. Θέλω να πω: να δούμε τις μάζες  σε προοπτική. Δεν υπάρχει ο ομοιογενής λαός αλλά το πλήθος των ανθρώπων που διαφέρουν μεταξύ τους, που είναι χωρισμένοι σε κατηγορίες. Δεν υπάρχει η επαναστατική θέληση των μαζών αλλά επαναστατικές στιγμές κατά τις οποίες οι μάζες λειτουργούν ως κινητήριος μοχλός’’, γράφει πολύ σωστά από το 1925 κιόλας ο Καμίλο Μπερνέρι. Πώς να οργανωθούμε – ή να μην οργανωθούμε – λοιπόν; Να περιμένουμε πότε θα φτάσει η επαναστατική στιγμή; Να θεωρήσουμε ως συνώνυμα τον αυθορμητισμό της μάζας και την αυτονομία της;

Είναι σαφές ότι για τους αναρχικούς η συνείδηση δεν είναι “εξωγενής” ως προς την τάξη. Δεν υπάρχει καμιά πρωτοποριακή ομάδα που πρέπει να διαφωτίσει και να καθοδηγήσει το προλεταριάτο. Ωστόσο, η συνείδηση αυτή δεν είναι ούτε “ενδογενής”. Είναι αποτέλεσμα της επαναστατικής διαδικασίας. Είναι η επεξεργασία του προγράμματος από μέρους των διαφορετικών  επαναστατικών ομάδων οι οποίες, σε συνάρτηση με την επιμέρους συνείδηση που έχουν για τη διαδικασία, αγωνίζονται με διαφορετικούς τρόπους μέσα στα πλαίσια της ταξικής κοινωνίας. Αυτή η επιμέρους συνείδηση εκφράζεται με τις ιδέες, τις ιδεολογίες, τις θεωρητικές αντιλήψεις. Χάρη σε αυτές συναντώνται, έρχονται σε επαφή, οργανώνονται οι επαναστάτες και όχι μόνο σε σχέση με την ταξική τους θέση. Αλλά, όπως επεσήμανε ο Μπακούνιν, “οι ιδέες μπορούν να επιδράσουν μόνο πάνω στα άτομα. Οι μάζες παραμένουν αδιάφορες ή εχθρικές εφόσον οι ιδέες τους δεν συναντώνται και δεν συνδέονται με τα ίδια τους τα ένστικτα, με τη μοιραία κίνηση που τους επιβάλλεται από την οικονομική τους κατάσταση”.

Ειδικότερα στις μέρες μας που ο αστισμός αναπαράγεται κάθε δευτερόλεπτο από τα μαζικά μέσα αποβλάκωσης, και η εδραίωση του συστήματος της διαμεσολαβημένης κοινωνικής ζωής φαντάζει ακλόνητη μπορεί να αισθανόμαστε ασφυκτικά περικυκλωμένοι από αυτή την κατάσταση, όμως δεν χρειάζεται να περάσουμε σε άλογες πρακτικές. Αυτό που χρειάζεται είναι η ανασυγκρότηση των επαναστατικών εννοιών ενάντια στην ασυναρτησία, ιδιαίτερα τώρα που οι ελίτ παρουσιάζουν με ένα  κυνικό τρόπο την κρίση του συστήματος ως “δημιουργικό καταστροφισμό”.

Η διαστρέβλωση των εννοιών και του λόγου είναι  μια πολύ παλιά τακτική των διανοούμενων απολογητών των κυρίαρχων τάξεων για να θολώνουν τα νερά και να προκαλούν σύγχυση στους κυριαρχούμενους. Ο Ράουτερ παρατηρούσε από την δεκαετία του 60 κιόλας στο "Η Κατασκευή Υπηκόων" ότι: "όσο ασαφέστερα εκφράζεται κανείς, τόσο περισσότερο μένει κρυμμένο το ψέμα που υπάρχει στον λόγο του...".

Αλλά δεν είναι μόνο το ψέμα που προκύπτει από την αποσύνθεση των εννοιών που προάγουν αναπαράγουν οι απολογητές (θεραπαινίδες) του συστήματος, είναι ο πόλεμος για τη διατήρηση του στάτους της κυριαρχίας, εδώ πολύ σωστά παρατηρεί ο Τόμας Σαζ στο «Ο Πόλεμος των Ορισμών» ότι: «… Ο πόλεμος για τον έλεγχο του κόσμου είναι πόλεμος ορισμών… Ο αγώνας καθορισμού και ελέγχου των νοημάτων είναι αγώνας για επιβίωση… αυτός που πρώτος θα ορίσει το νόημα μιας κατάστασης, επιβάλλει στον άλλον την δική του πραγματικότητα και τον ορίζει, είναι ο νικητής... έτσι κυριαρχεί κι επιβιώνει. Εκείνος που ετεροκαθορίζεται, υποτάσσεται και ίσως ακόμα και εξοντώνεται...»

Σίγουρα το ζήτημα της οργάνωσης δεν είναι εννοιολογικό, από την άλλη θα επαναλάβουμε με  έναν κουραστικό τρόπο ότι η οργάνωση δεν λύνει όλα τα προβλήματα. Είμαστε της άποψης ότι καλύτερα μη οργανωμένοι παρά άσχημα οργανωμένοι. Όμως μπορούμε να ξεκινήσουμε τουλάχιστον σε ένα πρώτο επίπεδο να οργανώνουμε με σαφήνεια και συνοχή το ποιοι είμαστε και τι θέλουμε.  Γνωρίζουμε  ότι για να περάσουμε σε μια σοβαρή διαδικασία αμφισβήτησης και ανατροπής των αφεντικών και να γκρεμίσουμε την οργάνωση τους το κράτος,  πρώτα από όλα χρειάζεται οι ανατροπείς να έχουνε μεταξύ τους κοινότητα απόψεων, ιδεών και πεποιθήσεων. Από αυτή την κοινότητα εκπορεύονται οι κοινές θελήσεις.

http://eleftheriakos.gr/