Στις 28 Μάη 2007 πέθανε ο αναρχικός αγωνιστής Eduard Pons Prades, ο οποίος υπήρξε επίσης ιστορικός και συγγραφέας, γνωστός με το ψευδώνυμο Floreado Barsino.

Γεννήθηκε στη γειτονιά Raval της Βαρκελώνης το 1920. Υπήρξε αρχικά μέλος του Συνδικαλιστικού Κόμματος του Angel Pestaña, και μετέπειτα αγωνιστής και προπαγανδιστής της Εθνικής Εργατικής Συνομοσπονδίας (CNT). Ήταν γιος ενός εργάτη επιπλοποιού από τη Βαλένθια, εσωτερικού μετανάστη στη Βαρκελώνη, ο οποίος ήταν ενεργό μέλος του Ομοσπονδιακού Κόμματος και ιδρυτής του συνδικάτου των επιπλοποιών.

Το 1937, ο Eduard Pons Prades, αφού συνεργάστηκε με το Οικονομικό Συμβούλιο του Συνδικάτου Κολλεκτιβοποιημένου Ξύλου (της CNT), κατατάχθηκε στον Λαϊκό Στρατό της Δημοκρατίας, παραποιώντας την ηλικία του, μπαίνοντας στη Λαϊκή Σχολή Πολέμου της Sierra Scoral. Αναδείχθηκε στον βαθμό του λοχία πυροβολικού, που του απονεμήθηκε από τον ποιητή Miguel Hernandez, ο οποίος ήταν τότε πολιτικός επίτροπος της 46ης Μεραρχίας.

Τραυματίστηκε στις 17 Μάρτη 1938 μέσα στη δίνη των πιο έντονων βομβαρδισμών που υπέστη η Βαρκελώνη κατά τη διάρκεια του πολέμου. Μόλις συνήλθε από τους σοβαρούς τραυματισμούς του, εντάχθηκε σε μια από τις αντιφασιστικές φάλαγγες όπου συνάντησε τον Καταλανό λογοτέχνη Joan Llarch. Αργότερα πολέμησε στις μάχες των Guadarrama, Brunette και Ebro.

 

 

Με την ήττα της Δημοκρατίας βοήθησε αποφασιστικά στην επακόλουθη εκκένωση των τραυματισμένων δημοκρατών από νοσοκομεία από τη Βαρκελώνη και τη διοχέτευσή τους προς τα σύνορα με τη Γαλλία. Από τις 15 Δεκέμβρη 1938 έως τις 10 Φλεβάρη 1939 κατάφερε να βγάλει από τη χώρα 10.300 τραυματίες πολέμου. Το 1942 ενσωματώθηκε στις δυνάμεις της Αντίστασης και ήταν στη διοίκηση ενός αποσπάσματος Γάλλων και Ισπανών ανταρτών.

Έκανε, επίσης, δύο λαθραία ταξίδια στην Ισπανία (Οκτώβρη 1944 και Δεκέμβρη 1945). Στις 5 Γενάρη 1946 συνελήφθη όταν ετοιμαζόταν να επιστρέψει στη Γαλλία με οδηγό ένα μέλος της ομάδας του Quico Sabate. Κατάφερε να διαφύγει, όμως για λίγο γιατί τον βρήκαν και μεταφέρθηκε στο Pont de Molins όπου βρισκόταν η Υπηρεσία Πληροφοριών Στρατού. Ο Eduard έφερε κάποιες σημειώσεις στο πόδι του ανάμεσα στις σελίδες ενός παλιού τεύχους της εφημερίδας “El Español”. Σε ένα σημείο του ταξιδιού ζήτησε να πάει στο βουνό για σωματική ανάγκη και το εκμεταλλεύτηκε για να απαλλαγεί από τα χειρόγραφα που κουβαλούσε. Όμως δύο πολιτοφύλακες τον ακολούθησαν, βρήκαν τα χειρόγραφα και όταν έφτασε στο Pont de Molins τα βρήκε πάνω από το γραφείο του Επιτρόπου…

Από εκεί τον έστειλαν στο Salt, όπου ο Josep Pallach (ο οποίος ως νέος ήταν ελευθεριακός κομουνιστής αλλα μετέπειτα έγινε υψηλό στέλεχος των σοσιαλιστών) ήταν ο δάσκαλος της φυλακής και μελέτησαν και οι δύο μια στρατηγική για να τον πάνε στη Βαρκελώνη με λίγες μέρες διακοπές στο ενδιάμεσο. Κάπως έτσι έφτασε στη Βαρκελώνη μια μέρα πριν τις 26 Γενάρη, ημερομηνία που ο Φρανκισμός γιόρταζε την «απελευθέρωση» της πόλης.

Μπορούσε να δραπετεύσει χάρη σε μια πρώτη δωροδοκία που υποτίθεται ότι θα χρησίμευε ως εγγύηση ενώ έφτασαν αναφορές, ότι ο αδελφός του Alberto Carsi, Ricardo, ο αστυνομικός επιθεωρητής μέσω του Layetana, ο οποίος δεν γνώριζε ακόμη τις αναφορές, για την επικίνδυνη πόλη του.

Αμέσως ο Eduard κατευνθύνθηκε προς τη Βαλένθια όπου είχε συγγενείς που τον παρέλαβαν. Μπόρεσε να αναζητήσει καταφύγιο εκεί για λίγο, πριν αναχωρήσει για τη Γαλλία, όπου έμεινε μέχρι το 1962, όταν επέστρεψε στην Ισπανία χάρη σε μια αμνηστία.

Συμμετείχε στην ίδρυση του εκδοτικού οίκου Alfaguara και εντάχθηκε στο Συνδικάτο Δημοσιογράφων της Καταλονίας, μέσα από το οποίο επιδόθηκε και πάλι στον ακούραστο αγώνα για την ελευθερία, κάνοντας γνωστή μέσω των έργων του τη ζωή και τους αγώνες των Ισπανών αγωνιστών κατά του ναζισμού και του φρανκισμού. Συνεργάστηκε επίσης σε διάφορες εκδόσεις και εφημερίδες, σε λογοτεχνικά περιοδικά και σε ντοκιμαντέρ, είτε ως σεναριογράφος είτε ως ηθοποιός, όπως στο «Το αντάρτικο της μνήμης».

Κυκλοφόρησε νουβέλες, μυθιστορήματα και ιστορικές εργασίες.

*Πηγές:
Wikipedia
Manel Aisa, The Sphere of Books, etc.
Lluis Guix Moreno
**Μετάφραση: Ούτε Θεός Ούτε Αφέντης.