Paul Goodman*

Αυτό που είναι πιο σημαντικό, κατά τη γνώμη μου, είναι η προσοχή που δίνεται στα παιδιά και την οικογένεια ως ένα συγκεκριμένο θέμα, η επιθυμία των γονέων να ενημερώνονται και να κάνουν το καλύτερο που μπορούν, με αποτέλεσμα να μην ακολουθούν το μυαλό και τον αυθορμητισμό τους. Για να το πω με άλλο τρόπο, αυτό που είναι σημαντικό είναι η βαρύτητα που δίνεται στην Ψυχολογία στην κοινωνία μας. Γιατί η Ψυχολογία είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος της όπως την έχει φτιάξει ο Φρόιντ και ασχολείται με προβλήματα ζήλιας, βρεφικών εξαρτήσεων, την εξουσία, υποταγή και επαναστατικότητα, και ανταγωνισμός ανάμεσα στα αδέρφια. Προβλήματα μίσους, ηθικών προκαταλήψεων και άλλους αντιδραστικούς μηχανισμούς που απορρέουν από την έλλειψη ενστίκτων. Αυτό το ενδιαφέρον για τα Παιδιά είναι φυσικά ελπιδοφόρο, γιατί η αύξηση της σοφίας δε μπορεί πάρα να βοηθήσει στην επανόρθωση καταχρήσεων, κάτι το οποίο μέχρι τώρα έχει ήδη κάνει.

Ωστόσο αυτό το ενδιαφέρον είναι επίσης από μόνο του ένα σύμπτωμα μιας ατυχούς κοινωνικής περίστασης. Ο κόσμος δίνει τόση μεγάλη προσοχή στα παιδιά, και γενικότερα στις διαπροσωπικές του σχέσεις γιατί δεν υπάρχουν άλλα πράγματα που να τους προκαλούν το ενδιαφέρον. Όχι ότι δεν υπάρχουν καθόλου, απλώς στην παρούσα κοινωνική κατάσταση δεν υπάρχουν αρκετά συναρπαστικά, διαθέσιμα και αναμφισβήτητα αυτό-αιτιολογούμενες ασχολίες, μέσω των οποίων τα άτομα μπορούν να εξασκούν την ικανότητα της πρωτοβουλίας και να χρησιμοποιούν τις ψυχικές και φυσικές δυνάμεις τους στο έπακρο. Αυτό το πρόβλημα, νομίζω, είναι βαθύτερο από τις υπάρχουσες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες και δε νομίζω πως υπάρχει κάποια άμεση λύση που να μπορεί να το ανακουφίσει.

Διανύουμε μια φάση συλλογικών επιχειρήσεων, στην οποία αυτόνομα και προικισμένα όντα όπως οι άνθρωποι (-παιδιά) δεν έχουν ερεθίσματα, και ειδικότερα αν λάβουμε υπόψη τα χρόνια πριν ο άνθρωπος “σκουριάσει” και αποθαρρυνθεί. Επίσης το ίδιο συμβαίνει και με τις γνώσεις και την τεχνολογία της κοινωνίας μας. Επομένως, όλο και περισσότεροι είναι πιθανό να εκτονωθούν μέσω θρησκευτικών αναζητήσεων με αποτέλεσμα το φορτίο να πέφτει στην ενασχόληση με τα παιδιά και τις διαπροσωπικές σχέσεις, διότι αυτά είναι τα μόνα πράγματα για τα οποία μπορεί κανείς ατομικά να ενεργήσει και πετύχει κάτι.

Οι καλοί γονείς προσπαθούν να δώσουν όση περισσότερη ενέργεια μπορούν για τα παιδιά τους, ενώ τα παιδιά με τη σειρά τους όταν μεγαλώσουν βλέπουν ότι δεν έχουν κάπου αλλού να διοχετεύσουν αυτή την ενέργεια παρά μόνο στα δικά τους παιδιά.
Η βοήθεια προς τα παιδιά έχει το καλό ότι μπορεί να είναι ανιδιοτελής, συμπονετική και είναι υποχρέωση των προνομιούχων, ότι πιο κοντινό στον ιπποτισμό. Το πρόβλημα είναι πως πέραν αυτών που έχουν γεννηθεί δάσκαλοι, το επάγγελμα υποβαθμίζεται-γελοιοποιείται ως απλά μια σταθερή εργασία.

Ωστόσο κάπως πρέπει να κινηθούν τα γρανάζια της κοινωνίας και να παραχθούν προϊόντα. Ένας φίλος μου είπε πως η καλύτερη φροντίδα που μπορείς να δώσεις στα παιδιά είναι να τα αφήσεις ελεύθερα και απλά να είσαι δίπλα τους. Με την έκφραση “να είσαι δίπλα τους” φαντάζομαι εννοεί να προσφέρεις ασφάλεια, να τα ακούς, να παρέχεις υλικό ώστε να κάνουν το επόμενο βήμα και να απαντάς στα ερωτήματά τους. Αυτή η συμβουλή όμως είναι τόσο απλή που δε μπορεί να καλύψει το χρόνο 20 διαλέξεων σε σεμινάρια για τα παιδιά.

Η οικογένεια ως πεδίο μάχης

Έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί οι οικογένειες στην παρούσα φάση, τα παιδιά με τις αναπτυσσόμενες δυνάμεις τους και την ελεύθερη ανάπτυξή τους συνεχώς καταπιέζονται, συνθλίβονται, πληγώνονται και τυγχάνουν λάθος καθοδήγησης από τους ενήλικες. Ειλικρινά αμφιβάλω αν υπάρχει κάποιος που να μην έχει τραυματιστεί, κυριολεκτικά ή μεταφορικά, από την οικογένειά του. Θα έλεγα να πολεμήσουμε αυτή την κατάσταση, αν όμως δε πίστευα ότι οι εναλλακτικές είναι χειρότερες. Αλλά σκεφτείτε και την άλλη πλευρά, ότι δηλαδή οι γονείς είναι δεμένοι και τυραννιούνται από μικρούς Νέρωνες. Και δε μπορείς να τους βάλεις στη θέση τους για διάφορους λόγους: 1) Απλά δε γίνεται, δοκιμάστε το 2) Δε μπορείς να τους “χαστουκίσεις” γιατί αν “τραυματιστούν” όλο αυτό θα γυρίσει πίσω σε σένα κάποτε στο μέλλον 3) Κυριότερα, στην καλύτερη των περιπτώσεων, δε μπορούμε να αρνηθούμε στα παιδιά όλα αυτά που θέλουν καθώς είναι δικαιολογημένα: θέλουν χώρο, ενθουσιασμό, σεξουαλική ελευθερία, ευγενή πρότυπα καθώς μεγαλώνουν, σοφία και εμπειρία, πραγματικές τέχνες και δεξιότητες, να κυνηγήσουν ζώα, να εξερευνήσουν το άγνωστο, και κατανοητές απαντήσεις σε ευθύς ερωτήσεις. Δεν είναι όμως το θέμα πως η οικονομία, οι επιστήμες, το στυλ μας, τα σύνορά μας δεν μπορούν να εκπληρώσουν αυτές τις δικαιολογημένες παιδαριώδεις απαιτήσεις. Οι συνθήκες στην κοινωνία μας έχουν γίνει τόσο αντικειμενικές που λίγοι ενήλικες και κανένα παιδί δε έχουν ένα διαθέσιμο αντικειμενικό κόσμο. Έτσι ένας ευαίσθητος γονέας, δικαιολογημένα νιώθει ενοχές. Προσπαθεί με άγχος, σε άκρως ακατάλληλες συνθήκες, να μη στερήσει από τα παιδιά του τα φυσικά τους δικαιώματα. Ενοχλούμαστε από την ελεύθερη και παρθένα δύναμη των νέων, χωρίς να έχουμε δικαίωμα να την αντέξουμε και παραιτούμαστε και εγκαταλείπουμε τα ίδια μας τα δικαιώματα.

Ένα τρανταχτό παράδειγμα ένοχης γονικής συμπεριφοράς με καλές όμως προθέσεις, βρίσκεται στον κοινωνικό μας σχεδιασμό. Πως όλες οι ενήλικες απαιτήσεις για ποιότητα, στυλ και αποτελεσματικότητα θυσιάζονται μπροστά σε προαστιακά βοηθητικά προγράμματα για ασφάλεια και χώρους παιχνιδιού.

Όντας κύριος της εξουσίας

Ορίστε μια αντίθεση για να γίνω κατανοητός. Στην περίπτωση ενός δασκάλου και των μαθητών του, είτε είναι καλλιτέχνης ή τεχνίτης ή ένας καθηγητής, χρησιμοποιεί τα παιδιά για συγκεκριμένους λόγους, τους λέει τι να κάνουν και τι όχι με καθαρή συνείδηση διότι η ψυχή του είναι στραμμένη προς το έργο του. Διδάσκει από συμπόνια για την αποτροπή λαθών και την μελλοντική εξέλιξη. Από τη μεριά τους τα παιδιά δεν είναι ούτε ταπεινωμένα ούτε εκφοβισμένα ούτε τυγχάνουν εκμετάλλευσης. Αναπτύσσουν τις δεξιότητές τους στη συγκεκριμένη δουλειά μέσω του δασκάλου, καθώς αυτός είναι ο “μάστορας” της τέχνης. Η συναρπαστική απόδειξη μάλιστα όλων αυτών δε πηγάζει από την εξουσία αλλά από τη δουλειά. Τώρα, σχετικά με την οικογένεια ως ένα σχολείο της τέχνης της ανάπτυξης στη ζωή, των ανακαλύψεων και της έμπνευσης για καριέρα, μια μητέρα και ένας πατέρας νιώθουν σαν “μάστορες” του θέματος και μπορούν να διευθύνουν και να απαγορεύουν βάση των πιστεύω τους, εκτός από ορισμένα στοιχειώδη θέματα όπως η υγειά, η ασφάλεια και ίσως η γραμματική και τα ήθη/τρόποι. (Όπως είπε ο Yeats “Οι καλύτεροι στερούνται κάθε πεποίθησης- οι χειρότεροι είναι γεμάτοι παθιασμένες εντάσεις.”). Δε μπορούμε να ξέρουμε τη σωστή μέθοδο για να φτάσουμε έναν άγνωστο στόχο. Αυτό συχνά εκφράζεται με τα λόγια “Δε με νοιάζει τι θα γίνουν τα παιδιά μου, αρκεί να είναι ευτυχισμένα”. Μια ειλικρινής, ταπεινή και λογική πρόταση, η οποία όμως κάνει τους γονείς να προσπαθούν να εκπληρώσουν μια απροσδιόριστη ευθύνη. Έτσι, αντί να ενεργούν με βάση το μυαλό και τις εμπειρίες τους, βασίζονται στην Ψυχολογία και την Ψυχική Υγιεινή.

Άλλη μια αιτία ενασχόλησης με τα παιδιά είναι το γεγονός πως είναι μια εύπεπτη δικαιολογία για την ύπαρξη του μονογαμικού γάμου. Από οικονομικής απόψεως, οι γυναίκες βγάζουν λεφτά, τα οποία, στο μεγαλύτερο μέρος τους, τους ανήκουν. Ως τρόπος ζωής, με την κατάρρευση των παλιών σεξουαλικών συμβάσεων και την εξασθένιση των παλιών αναστολών, ο μονογαμικός γάμος φαίνεται σαν παγίδα και απογοήτευση. Οι άνθρωποι εκτίθενται, και επιτρέπουν στους εαυτούς τους να νιώθουν πειρασμούς αλλά δε μπορούν να τους ικανοποιήσουν, με αποτέλεσμα να υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια και ενοχή, γεγονός που είναι προβλέψιμο. Ειλικρινά και πάλι, έχω να κάνω την παρατήρηση πως αν πολλοί γάμοι (οι περισσότεροι) διαλυόταν μετά από κάποια χρόνια, οι σύντροφοι θα γινόταν πιο φωτεινοί και νέοι. Ως εκ τούτου, θα ήθελα να παροτρύνω να γίνει αλλαγή όλου του θεσμού. Η κατάσταση όμως δεν είναι τόσο απλή. Ζούμε ακόμη κάτω από την πλεκτάνη της ζήλιας και τον ίδιων μας των Οιδιπόδειων συμπλεγμάτων, και στην παρούσα φάση του κοινωνικού κατακερματισμού ο γάμος, με τη μορφή που έχει, είναι μια ασπίδα απέναντι στη μοναξιά και την απομόνωση. (Η οικογένεια ήταν το προπύργιο της ατομικής οικονομίας και τώρα είναι ένα καταφύγιο για την συλλογική οικονομία). Ωστόσο, οι βάσεις του θεσμού, όπως έχει διαμορφωθεί, δε μπορούν να αντέξουν απέναντι στον συνεχή ηθικό έλεγχο, λαμβάνοντας υπόψη το κόστος. Τα παιδιά είναι αυτά που αναμφισβήτητα δικαιολογούν αυτή την προσπάθεια, και πλέον με την ύπαρξη 2 ή 3 παιδιών σε κάθε οικογένεια, το βάρος για αιτιολόγηση είναι ακόμη μεγαλύτερο.

Σωτηρία μέσω τεχνικών του σεξ

Για τη ζωή μιας ολόκληρης νέας γενιάς, έχει γίνει ο υπέρτατος στόχος η “επίτευξη” ενός κανονικού και χαρούμενου γάμου και η ανατροφή υγειών (ψυχολογικά υγειών) παιδιών. Αυτό ήταν που στο παρελθόν θεωρούσαν ως πλεονεκτικό υπόβαθρο για εργασία αλλά και την υπηρεσία στο θεό, ενώ τώρα είναι κάτι το οποίο οι άνθρωποι παλεύουν να πετύχουν. Αυτό είναι παράλογο. Ωστόσο, θα ήθελα να επαναλάβω πως το συναίσθημα είναι βαθιά δικαιολογημένο από το γεγονός πως είναι ένας στόχος για τον οποίο παλεύει ο καθένας σε προσωπικό επίπεδο. Είναι συνδεμένος με πραγματικές, και όχι απλά συμβολικές απολαύσεις και ευθύνες, ενώ δε μπορούμε να πούμε το ίδιο για άλλους στόχους, που έχουν να κάνουν κυρίως με μυθοπλασίες περί κύρους και δύναμης. Σκεφτείτε, σαν δοκιμή, όταν ο στόχος δε μπορεί να επιτευχθεί, ή όταν εμφανίζονται ρωγμές σε ένα γάμο, είναι η εξαιρετική εκείνη περίπτωση στην οποία η εργασία και ο κοινωνικός ρόλος του ατόμου είναι αρκετά σημαντικός και πραγματικός ώστε να απασχολήσουν τις σκέψεις του και να του επιτρέψουν να συνεχίσει την πορεία του με αρρενωπό ψυχικό σθένος. Υπό αυτό το πρίσμα, τα χιλιάδες εγχειρίδια για το σεξ και ένα χαρούμενο γάμο, έχουν την συγκινητική αξιοπρέπεια ευαγγελικών εκτάσεων, όπως και το ύφος τους. Διδάσκουν πως να σωθεί κανείς, και δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας.
Οι καλοπροαίρετοι, τρυφεροί και αγανακτισμένοι γονείς, κάνουν την ενασχόληση με τα παιδιά τους επάγγελμα, μέχρι στο τέλος να τα στείλουν, από όλο και πιο μικρές ηλικίες, σε παιδικούς σταθμούς και σχολεία. Ίσως τα σχολεία να προσφέρουν δυνατότητες “εξερεύνησης και έμπνευσης για μια καριέρα”. Αλλά και η κατάσταση των καθηγητών στα σχολεία δε διαφέρει και πολύ. Γιατί το ερώτημα θα είναι πάντα, τί να διδάξουμε;, ρεαλιστικά, τί αξίζει να διδάξουμε;. Τα σχολικά προγράμματα γίνονται όλο και πιο φτωχά, καθώς είναι προφανές ότι οι ανθρωπιστικές και επιστημονικές πληροφορίες που εμπεριέχονται δεν έχουν επαφή με την καθημερινότητα του μέσου όρου των μαθητών. Ούτε όμως και η λεγόμενη “επαγγελματική” εκπαίδευση είναι η απάντηση. Η απάντηση του Σχολείου είναι και πάλι η Ψυχολογία. Αυτό που έχει ένας καθηγητής δεν είναι ένα αντικείμενο αλλά μια μέθοδος, και αυτό που διδάσκει είναι Διαπροσωπικές Σχέσεις. Η μόνη απαραίτητη τέχνη είναι η ικανότητα της ανάγνωσης, γιατί η παραγωγή και διανομή βασίζονται σ‘ αυτήν. (Υπάρχει εδώ και 100 χρόνια καθολική δωρεάν πρωτοβάθμια εκπαίδευση, με το χαρακτηριστικό των “παραβατικών ανθρώπων”, οι οποίοι δε χωρούσαν στην οικονομία, να είναι πως δεν ήξεραν ή δε μπορούσαν να μάθουν να διαβάζουν. Αλλά η άγρια και αφόρητη ειρωνεία είναι η ξέφρενη ζήτηση για παραπάνω μαθηματικά και φυσική, μη τυχόν και τα ραντάρ μας και οι βόμβες μας είναι χειρότερα από της Ρωσίας. Τόσο όμορφες μελέτες που αποτέλεσαν υπερβατικούς στόχους για τους καλύτερους επιστήμονες! Και τώρα υποστηρίζονται από καθηγητές λόγω της απληστίας τους για επιδοτήσεις και μαθητές κάτω από οποιεσδήποτε προϋποθέσεις.

Επιτυχία χωρίς επιτεύγματα

Μεγαλωμένοι σε ένα κόσμο στο οποίο δε μπορούν να δουν τη σχέση μεταξύ δραστηριότητας και επιτεύγματος, οι νέοι, πιστεύουν πως τα πάντα γίνονται με καθρέφτες, η επιτυχία στα διαγωνίσματα επιτυγχάνεται με κόλπα, τα προϊόντα είναι γνωστά από τις συσκευασίες τους και η υπόληψη ενός ανθρώπου κρίνεται από την εμφάνισή του. Οι “παραβατικοί άνθρωποι” που δε μπορούν να διαβάσουν και παρατάνε το σχολείο, και επομένως είναι λιγότερο δυνατό να συμμετέχουν σε συνηθισμένες δραστηριότητες, εμφανίζουν έντονο συναίσθημα και ζωντάνια όταν προσπαθούν να αποκτήσουν απευθείας πράγματα όπως λεφτά, αίγλη και φήμη, γεγονός που θα αποδείξει μονομιάς πως δεν είναι ανίκανοι. Και είναι περίεργο και βαθιά διδακτικό το πως υποχωρούν, από πολιτικής απόψεως, σε νομικό πλαίσιο συμμορίας-αρχηγού, το οποίο κατανοούν πιο εύκολα. Ο κώδικας μιας συμμορίας έχει πολλά κοινά με τον κώδικα του Άλφρεντ του Μέγα. Είναι πραγματικά αποκαρδιωτικό το να είσαι με μια ομάδα νεαρών, με νηφάλια διάθεση και οι οποίοι δεν ξέρουν τι θέλουν να κάνουν με τη ζωή τους. Γιατροί, δικηγόροι, ζητιάνοι, κλέφτες, πλούσιοι, φτωχοί, Ινδιάνοι αρχηγοί, πολύ απλά δεν έχουν καμία φιλοδοξία και δε μπορούν ούτε να φαντασιωθούν κάτι τέτοιο. Αλλά δεν είναι αλήθεια ότι δε νοιάζονται, το “ε και;”, είναι κάτι το ευάλωτο, τα μάτια τους είναι ακίνητα και ικετεύουν. (Λέω ότι είναι “αποκαρδιωτικό”, και εννοώ πως τρέχουν δάκρυα στα μάγουλά μου. Και ακόμα και γω που είμαι αναρχικός και ειρηνιστής αισθάνομαι πως θα είναι πιο ευτυχισμένοι όταν θα είναι στο στρατό).

Η ψυχολογία της αφθονίας

Είναι μια θλιβερή ικανά. Φυσικά, διότι είναι θλιβερό όταν γράφεις για κάτι αντί να κάνεις στην πράξη κάτι. (Το να γράφεις ποίηση δεν είναι θλιβερό, είναι μια ενέργεια). Δε νομίζω πως υπάρχει λόγος για αγανάκτηση ούτε για απογοήτευση. Δεν υπάρχει λόγος για αγανάκτηση, γιατί υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι που κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν και πολλές από τις δυσκολίες που εμφανίστηκαν ήταν μη αναμενόμενες και χρίζουν υπομονετικής αντιμετώπισης. Δεν υπάρχει λόγος για απογοήτευση, γιατί έχω την αίσθηση πως βρισκόμαστε σε μια περίεργη μετάβαση: στο να βρούμε ένα είδος συλλογικών συμβάσεων που θα είναι πλούσιες με τη ζωτικότητα των ζώων και δημιουργικό αυθορμητισμό και δε θα έχουν να κάνουν με Διαπροσωπικές Σχέσεις. Φυσικά δε μπορώ να φανταστώ ένα τέτοιο αντιφατικό πράγμα, καθώς αν μπορούσα θα έγραφα για εκείνο και όχι για ότι γράφω τώρα. Εν τω μεταξύ, εμείς οι ψυχολογικά ενήμεροι γονείς συμβάλλουμε πεισματικά (και έξω από τις φωλιές μας) στην έκρηξη του όλου θέματος. Κατά εκατομμύρια -σύντομα κατά την πλειοψηφία- έχουμε χαλαρώσει σχετικά με την εκπαίδευση για τη χρήση τουαλέτας, απελευθερώνουμε τη σεξουαλικότητα, έχουμε εγκαταλείψει παλιομοδίτικες αρχές γιατί δε γνωρίζουμε περί σωστών αρχών. Εν συνεχεία, στη νέα γενιά υπάρχει όλο και περισσότερη υγεία και διαθέσιμη ενέργεια, και όλο και λιγότερα πράγματα να κάνει κανείς με αυτές. Όλο και περισσότερα παιδιά χωρίς προκαταλήψεις, αποταξικοποιημένα, με καλύτερο χιούμορ, τα οποία όμως είναι όλο και πιο ηλίθια. Αυτή είναι η ψυχολογία της αφθονίας που συνοδεύει την οικονομία της αφθονίας.

Με την ανακούφιση των ανησυχιών για τη φτώχεια, καραδοκούν μεγαλύτερες και αρχικά πιο αόριστες ανησυχίες για το πεπρωμένο. Αυτό που έχουμε να κάνουμε, μου φαίνεται πως είναι το να απαλλαγούμε από μερικές ακόμα ιδέες, να απαλλαγούμε από τη Ζωή για να αποκτήσουμε λίγη ζωή, και εν τέλει να απαλλαγούμε από την Ψυχολογία ώστε να έχουμε μια επαφή και εφευρετικότητα. Όπως είπε ο Λάο Τσε, “Καλή διακυβέρνηση είναι να αδειάζεις το μυαλό των ανθρώπων και να γεμίζεις την κοιλιά τους”.

*Από το περιοδικό “Anarchy”. Μετάφραση: “Το Μικρό Δέντρο”.