Στις 17 Νοέμβρη 1904 γεννήθηκε ο  Gustav Doster, γνωστός και ως «Gustl». Γερμανός εργάτης μεταλλοτεχνίας, αγρότης, αναρχοσυνδικαλιστής και αντιμιλιταριστής. Οργάνωσε υπόγεια αναρχικά δίκτυα σε συνθήκες ναζισμού, πολέμησε στην Ισπανική Επανάσταση πριν εξορισθεί στη Σουηδία και γίνει ενεργό μέλος της Sveriges Arbetarens Centralorganisation (SAC). Ο πατέρας του Gustav Doster ήταν κατασκευαστής λεβητών, δραστήριος συνδικαλιστής και μέλος του Sozialdemokratische Partei Deutschlands (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα).

Από το 1919 έως το 1923 εργάστηκε ως χειριστής τόρνου και έπειτα ως εκπαιδευτής εργαζομένων στη μεταλλουργία μέχρι το 1933. Το 1920 ο Gustav εντάχθηκε στον Διεθνή Αντιμιλιταριστικό Σύλλογο (Internationalen Antimilitaristischen Vereinigung) και το επόμενο έτος στην αναρχοσυνδικαλιστική Γερμανική Ελεύθερη Ένωση Εργατών (Freien Arbeiter-Union Deutschlands - FAUD).

Διετέλεσε γραμματέας του Τμήματος της FAUD του Darmstadt και εξέδωσε την εφημερίδα “Der Stempfelbreder” που πρόβαλε κυρίως τα συμφέροντα των ανέργων της περιοχής. Τον Σεπτέμβριο του 1929, διένειμε ένα φυλλάδιο έξω από τα γραφεία του Εργατικού Κόμματος στο Darmstadt που καλούσε σε άμεση δράση των ανέργων, γενική απεργία και μαζική απαλλοτρίωση των καταστημάτων και των αποθηκών, για το οποίο συνελήφθη και παραπέμφθηκε σε δικαστήριο, αλλά η δίωξή του δεν προχώρησε.

Ήταν, επίσης, δρασηριοποιημένος στη Γερμανική Αναρχοσυνδικαλιστική Νεολαία (Syndikalistisch-Anarchistische Jugend Deutschlands), ενώ πιστεύεται ότι υπήρξε η κινητήρια δύναμη πίσω από την ομάδα αναρχικών αντιφασιστικών πολιτοφυλακών Schwarze Scharen (Μαύρες Αγριόχηνες ή Μαύρα Κοπάδια), που συγκροτήθηκε στο Darmstadt.

Το 1933 ο Doster συνελήφθη, αλλά υπάρχει κάποια σύγχυση κατά την ημερομηνία της σύλληψής του, μιας και η ακολουθία των γεγονότων εμφανίζεται ως εξής: συνελήφθη στις 9 Μάρτη 1933 και στις 20 Απρίλη 1933 ασκήθηκαν κατηγορίες εναντίον του για διάφορες παραβιάσεις, που ενέπιπταν στο νόμο περί Τύπου, στον Νόμο περί Όπλων και στο Άρθρο 15 του Διατάγματος του Προέδρου του Ράιχ για την προστασία του γερμανικού λαού της 4ης Φλεβάρη 1933, γνωστότερο ως Reichstag Fire Ordinance. Τότε απελευθερώθηκε [αργότερα ισχυρίστηκε ότι ήταν κατά τη διάρκεια της περιόδου της Πεντηκοστής, ωστόσο αυτό πέφτει στο πρώτο Σαββατοκύριακο του Ιούνη]. Όμως συνελήφθη εκ νέου στις 6 Μάη 1933 [όπως επιβεβαιώνεται και από τα επίσημα έγγραφα] και μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Osthofen. Στις 11 Μάη 1933, το περιφερειακό δικαστήριο Darmstadt τον καταδίκασε σε τρεις εβδομάδες φυλάκισης για “παράβαση του νόμου περί πυροβόλων όπλων”. Σύμφωνα με δικές του δηλώσεις, απολύθηκε από το στρατόπεδο συγκέντρωσης Osthofen στα τέλη Οκτώβρη. Ωστόσο εμφανίζεται σε μια φωτογραφία που ελήφθη στις 30 Ιούλη 1933, η οποία απεικονίζει μια παράνομη συνάντηση των μελών της FAUD στη διασταύρωση Eberbach-Beerfelden.

Στις 9 ή 10  Μάρτη 1933 συνελήφθη και φυλακίστηκε, αλλά απελευθερώθηκε λίγο αργότερα, για να σταλεί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Osthofen. Ως ένοχο για την παραγωγή και τη διανομή πολιτικών φυλλαδίων και για "δημόσια πρόσκληση για βία κατά προσώπων και περιουσιών" μέσω φυλλαδίων και αφισών, στις 11 Μάη 1933, το περιφερειακό δικαστήριο Darmstadt τον καταδίκασε σε τρεις εβδομάδες φυλάκισης για “αδίκημα με βάση τον Νόμο περί Όπλων".

Τον Νοέμβρη του 1933 κατάφερε να δραπετεύσει και να διαφύγει στο Άμστερνταμ με τη βοήθεια των υπόγειων δικτύων της FAUD. Χωρίς διαβατήριο έπρεπε να υποβάλει αίτηση για προσωρινά έγγραφα τον Οκτώβριο του 1935 και να εμφανίζεται στην Αστυνομία κάθε δύο μήνες. Υπήρξε ένα αλλοδαπό γραφείο της FAUD που σχηματίστηκε το καλοκαίρι του 1933 και ο Gustav Doster ανέλαβε την παραγωγή της αναρχοσυνδικαλιστικής προπαγάνδας «Deutschtum im Ausland» (Γερμανοί στο εξωτερικό), καθώς και τη μεταφορά παράνομου προπαγανδιστικού υλικού στη Γερμανία, για την οποία διέσχισε τα γερμανικά σύνορα αρκετές φορές με ολλανδικό διαβατήριο.

Με τον Fritz Schröder και σε συνεργασία με την ολλανδική συνδικαλιστική οργάνωση Nederlandsch Syndicalistisch Vakverbond (Ολλανδική Συνδικαλιστική Ένωση) ίδρυσε την ομάδα Deutschen Anarcho-Syndikalisten (Γερμανοί Αναρχοσυνδικαλιστές) που ανήκε στην FAUD στην εξορία. Διετέλεσε επίσης συντάκτης του περιοδικού "Internationale Review".

Τον Φλεβάρη του 1936 πληροφορήθηκε ότι δεν μπορούσε πλέον να μείνει στην Ολλανδία και στις 6 Απρίλη του είπαν ότι έπρεπε να φύγει από τη χώρα και έπρεπε να απελαθεί στο Βέλγιο. Αρνήθηκε να υπογράψει ένα έγγραφο ότι θα εγκαταλείψει οικειοθελώς την Ολλανδία και ζήτησε πολιτικό άσυλο. Συνελήφθη στις 26 Ιούνη στο Άμστερνταμ και στη συνέχεια άρχισε απεργία πείνας.

Υπό την απειλή της έκδοσης στη Γερμανία, διέφυγε και μέσω Βελγίου και Γαλλίας πήγε στην Ισπανία, όπου εργάστηκε στο γερμανόφωνο πρόγραμμα του Radio CNT-FAI. Αργότερα αγωνίστηκε στις μονάδες που διοργάνωσε η DAS, τις Φάλαγγες Erich Mühsam και Sacco-Vanzetti. Μετά από τα γεγονότα του Μάη του 1937, ο ίδιος και όλα τα υπόλοιπα μέλη της DAS συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για «κατασκοπεία» και ο ίδιος και οι σύντροφοί του της DAS, στους οποίους ήταν και ο Helmut Kirschey, κρατήθηκαν στη φυλακή Segorbe μέχρι τον Απρίλιο του 1938. Αν και δεν βασανίστηκαν, οι σύντροφοι της DAS έπρεπε να υποστούν πολλές ώρες ανακρίσεων από Γερμανούς και Ρώσους σταλινικούς μυστικούς αστυνομικούς σχετικά με τη δραστηριότητά τους στην Ισπανία και το υπόγειο έργο τους στη Γερμανία. Οι συνθήκες της φυλακής ήταν τρομακτικές με λίγη τροφή.

Το 1939 κατέφυγε στη Σουηδία όπου εργάστηκε ως χειριστής τελεφερίκ στη Στοκχόλμη μέχρι το 1951 όταν έγινε αγρότης. Έγινε μέλος της συνδικαλιστικής ένωσης Sveriges Arbetarens Central (Κεντρική Οργάνωση Σουηδών Εργαζομένων).

Ο Gustav Doster πέθανε στο Hallstavik στις 7 Οκτωβρίου 1977.

*Μετάφραση: Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης.