Στις 29 Ιούλη 1921 γεννήθηκε η Ιταλίδα αναρχική και φεμινίστρια Maria Occhipinti στη Ραγκούσα. Συμμετείχε σε όλη της τη ζωή ενεργά στους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες, για την καλυτέρευση της κατάστασης των εργαζομένων που πέφτουν θύματα της εκμετάλλευσης του συστήματος και για την ελευθερία.

Με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι φασίστες με τα καφέ πουκάμισα συνέχισαν το έργο της επίθεσης κατά του αναρχικού, σοσιαλιστικού και συνδικαλιστικού κινήματος και των δομών τους σε μια ήδη κατεστραμμένη Ιταλία.

Την ημέρα που τελείωσε ο πόλεμος, η Maria Occhipinti, η οποία είναι ήδη πέντε μηνών έγκυος, βλέπει μια ομάδα συμπολιτών της να έχει συλληφθεί και να έχει φορτωθεί στην καρότσα ενός οχήματος από το στρατό και αντιδρά. Χτυπάει τα πόδια της κάτω και στέκεται στη μέση για να εμποδίσει το όχημα, επιτρέποντας στους συλληφθέντες να διαφύγουν. Αυτή η χειρονομία λειτουργεί ως πυροκροτητής καθώς αμέσως ξεσπάει μια εξέγερση που κράτησε τέσσερις ημέρες.

Η Maria Occhipinti συνελήφθη μετά από ένα σύντομο διάστημα που κρυβόταν. Κρατήθηκε αρχικά σε ένα στρατόπεδο στην Ustica, όπου γεννήθηκε η κόρη της Maria Lenina, και μετά μεταφέρθηκε σε μια άλλη φυλακή. Μετά από δύο χρόνια απελευθερώθηκε και όταν επέστρεψε στην πόλη της βρήκε μια εχθρική οικογένεια και ένα πολύ άσχημο πολιτικό περιβάλλον σε όλη τη Ραγκούσα.

Μόνο οι αναρχικοί της παρείχαν αλληλεγγύη και επέδειξαν τη φιλία τους. Από εκείνη την στιγμή συμμετέχει στο αναρχικό κίνημα, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες κατά της φτώχειας και της σωματικής, ψυχολογικής και ηθικής δουλείας, ειδικά κατά των γυναικών. Έτσι εγκατέλειψε την πόλη της και για πάνω από 25 χρόνια έζησε σε διάφορες πόλεις του κόσμου.

Στην Ελβετία έγραψε μια αυτοβιογραφία με τίτλο «Μια γυναίκα της Ραγκούσα» («Una donna di Ragusa»), που κυκλοφόρησε στη Φλωρεντία το 1957, με πρόλογο του συγγραφέα, ζωγράφου και αντιφασίστα Carlo Levi.

Επέστρεψε στην Ιταλία το 1973 και εγκαταστάθηκε στη Ρώμη. Συνέχισε να διατηρεί στενούς δεσμούς με το αναρχικό, φεμινιστικό και αντιμιλιταριστικό κίνημα. Την υπόλοιπη ζωή της την αφιέρωσε στη συγγραφή επιστολών, ποιημάτων και ιστοριών.

Πέθανε στη Ρώμη στις 20 Αυγούστου 1996.

*Μετάφραση: “Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης”.