ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟΝ ΕΡΓΑΤΙΚΟΝ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΕΚΔΟΤΙΚΟΝ ΤΜΗΜΑ ΤΩΝ ΝΕΟΛΑΙΩΝ Αριθ. 6
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1919


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η εισαγωγή των μηχανών στον τόπο μας, που τόσες προκαλεί διαμαρτυρίες και ανησυχίες στην εργατική τάξη αναγκάζει για πρώτη ίσως φορά τους Έλληνες εργάτες να αντιμετωπίσουν το σπουδαιώτερο και φοβερώτερο ζήτημα, το ζήτημα του εκτοπισμού τους από τις μηχανές. Η σημερινή εξ άλλου εξαιρετική κατάστασις, που προεκλήθηκε από τον πόλεμο, με την αναδουλεία που καθημερινά παρουσιάζει, κάνει το ζήτημα αυτό ακόμα πιο σοβαρό.

Ποια είνε η λύσις του ζητήματος αυτού;

Τι πρέπει να γίνη; Πως θα αποφύγουν οι εργάτες τον τρομερό αυτό κίνδυνο της αναδουλειάς;
Αυτοί είνε οι λόγοι για τους οποίους το εκδοτικό μας τμήμα απεφάσισε να βγάλη το βιβλιαράκι αυτό, που εξετάζει το παγκόσμιο αυτό ζήτημα, απ’ την εργατική του άποψη και δίνει τη μοναδική λύση του ζητήματος των μηχανών, που είνε η βάσις όλου του κοινωνικού ζητήματος.


ΕΡΓΑΤΗΣ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΕΣ

Σήμερα ο εργάτης αισθάνεται μίσος άσπονδο για τις μηχανές. Η εφαρμογή τους στην παραγωγή των προϊόντων φέρνει ως άμεσο αποτέλεσμα τον εκτοπισμό των εργατών από τη δουλειά τους, ώστε το μίσος αυτό να είναι τελείως δικαιολογημένο. Από το μίσος αυτό γεννιέται στους εργάτες ο πόθος του περιορισμού των μηχανών. Και το ζήτημα θα ήταν τελειωμένο με τον περιορισμό των μηχανών, αν η πλεονεξία των εκμεταλλευτών δεν εξαφάνιζε τη στιγμιαία καλυτέρευση που έτσι θα αποχτούσαν οι εργάτες.

Σήμερα -σε όλους είναι φανερό- οι μηχανές ζημιώνουν τον εργάτη, με όσα κι’ αν λένε οι διάφοροι οικονομολόγοι που ισχυρίζονται ότι τα μηχανήματα αντικαθιστούν τις δυνάμεις των εργατών, ότι ελαττώνουν τα έξοδα της παραγωγής και επομένως κάνουν φτηνότερα τα προϊόντα που τα αγοράζουν όλοι, εργάτες και καταναλωτές! Βέβαια αυτή η καλή όψη του ζητήματος, θα ήτανε καθ’ ολοκληρίαν αληθινή, αν η κοινωνία ήταν καλύτερα ωργανωμένη. Σήμερα όμως με την εκμετάλλευση που κάνουν οι κεφαλαιούχοι επάνω στους εργάτες, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι μηχανές, είναι αλήθεια, παράγουν τα διάφορα προϊόντα γληγορώτερα, επιτρέπουν στον παραγωγό να τα πουλήση φτηνότερα στην αγορά και έτσι αυξάνουν την κατανάλωση. Η καλυτέρευσις όμως που φέρνει στον εργάτη αυτή η υποτίμησις των προϊόντων είναι ασήμαντη, με τη σημερινή άθλια πληρωμή του που δεν του επιτρέπει παρά ένα ελάχιστο μέρος των αναγκών του να ικανοποιήση. Δηλαδή ενώ η παραγωγική δύναμις της μηχανής μένει ελεύτερη και ολοένα μεγαλώνει, η δύναμις της καταναλώσεως είναι περιωρισμένη από το μικρό ημερομίσθιο που παίρνει ο εργάτης. Και αν ακόμα περιοριζότανε η παραγωγή των μηχανών, πάλι αυτό θα έφερνε ζημία στους εργάτες. Πολλοί θα παυότανε από το εργοστάσιο, όλοι θα περνούσαν μαύρες μέρες φτώχειας και δυστυχίας.

Η μηχανή, επίσης, έχει καταδικάσει εις αχρηστίαν την επαγγελματική μόρφωση των εργατών. Και τώρα μαθαίνει κανείς ευκολώτερα το χειρισμό μιάς γιγάντιας μηχανής παρά την κατασκευή με τα παλιά μικρά εργαλεία και του μικρότερου αντικειμένου.

Σε πολλά επαγγέλματα, ύστερα από μιάς εβδομάδας εξάσκηση, ο εργάτης μπορεί να διευθύνη ολόκληρη μηχανή, ενώ πρώτα χρειαζότανε πολλά χρόνια για να μπορή να φτιάξη ένα αντικείμενο από εκείνα που τώρα παράγει κατά εκατοντάδες με τη σιδερένια μηχανή. Η ευκολία αυτή με την οποία μπορεί σήμερα ο εργάτης να μάθη μια δουλειά, θα του έφερνε αρκετή ωφέλεια, επειδή θα του επέτρεπε να βρίσκη δουλειά σε άλλο κλάδο όταν άφηνε τη δική του. Αλλά και εδώ ακόμα η κεφαλαιοκρατική οργάνωσις κατώρθωσε να μεταβάλη την ωφέλεια του εργάτη σε ωφέλεια του εργοδότη. Πρώτα, μόλη τους την πλεονεξία οι κεφαλαιούχοι ήταν υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουν μερικά όρια, μερικές συνθήκες. Όταν είχαν στην υπηρεσία τους έναν εργάτη μορφωμένο, ικανό και έμπειρο ήταν υποχρεωμένοι να τον κρατήσουν έστω και με μερικές θυσίες.

Σήμερα όμως; Σχεδόν όλο το προσωπικό μιάς εργασίας μαζεύεται από τους δρόμους όταν χρειάζεται, και διώχνεται όταν τελειώση η δουλειά.

Και η ευκολία αυτή με την οποία μπορούν οι κεφαλαιούχοι να αντικαταστούν τους εργάτες των, τους κάνει περισσότερο απαιτητικούς, περισσότερο αυθάδεις.

Άλλοτε, ο εργάτης έχοντας συνείδηση της αξίας του μπορούσε να κρατήση ψηλά το μέτωπό του μπροστά στην αφέντη του. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Δεν φτάνει πιά να είναι καλός εργάτης, να ξέρει καλά τη δουλειά του· πρέπει να είναι ταπεινός και ευπειθής μπροστά στην Αυτού Εξοχότητα, τον κεφαλαιούχο.

Η δύναμις, η εργατικότης, η επιμέλεια είναι κοινά εμπορεύματα στην αγορά. Δεν φτάνουν όμως αυτά. Χρειάζεται ακόμη και ταπείνωσις και εξευτελισμός.

Και δεν είναι μόνον αυτά τα αποτελέσματα των μηχανών.

Ο εργάτης όλη την ημέρα είναι υποχρεωμένος να παρακολουθή την κίνηση της μηχανής ώσπου να βγή τελειωμένο το προϊόν της μηχανής, χωρίς βέβαια η ασχολία του αυτή να τον διασκεδάζη καθόλου, ούτε να του αναπτύση το μυαλό του.

Και όταν αυτή η δουλειά επαναλαμβάνεται κάθε μέρα χωρίς διακοπή και ανάπαυση επί ολόκληρα χρόνια, είναι φανερό ότι ο εργάτης χάνει κάθε άλλη ιδιότητα πνευματική που είχε, και καταντάει στο τέλος σαν ηλίθιος.

Στις μηχανές ακόμα οφείλεται και η αντικατάστασις του εργάτη από τις γυναίκες και τα παιδιά, πράγμα που λιγόστεψε ακόμα περισσότερο το ψωμί των εργατών.

Έπειτα απ’ όλα αυτά που είπαμε, βλέπουμε όλοι πως το μίσος κατά των μηχανών που έχουν οι εργάτες είναι πολύ-πολύ δικαιολογημένο.


*****

Μια ματιά αν ρίξουμε γύρω μας θα ιδούμε ότι όλα αυτά είναι τελείως αληθινά.

Σε κάθε επάγγελμα σήμερα ο τεχνίτης εξαφανίζεται μπρός στον ειδικό, στο χειριστή της μηχανής που υποταγμένος στη ρυθμική και αυτόματη κίνηση της κουράζεται τώρα περισσότερα από πρίν εντείνοντας την προσοχή του και τας δυνάμεις του.

Αιτίες της αναδουλειάς δεν είναι μόνο η αντικατάσταση του εργάτη από τις γυναίκες και τα παιδιά, ή η ευκολία με την οποία μπορεί να μάθη κανείς το χειρισμό μιάς μηχανής.

Η μηχανή με δέκα, είκοσι, τριάντα εργάτες κάνει τόση δουλειά για την οποία χρειαζότανε πρώτα τριάντα, πενήντα, εκατό. Πολλές φορές με κάτι μικρές τελειοποιήσεις των μηχανών μπορούν δυό ή τρείς εργάτες να κάνουν τη δουλειά πολλών εκατοντάδων εργατών. Άλλοτε ο βιομήχανος χρειαζότανε έξη μήνες ας πούμε για να κάνη μια παραγγελία, ενώ τώρα μπορεί να την τελειώση σε δεκαπέντε μέρες με τους μισούς εργάτες.

Άλλοτε με τα ατελή παραγωγικά μέσα, οι βιομήχανοι για να ανταποκριθούν στη ζήτηση των προϊόντων, ήταν υποχρεωμένοι να κρατούν και να περιποιούνται μάλιστα τους εργάτες των όλον τον καιρό. Αυτό είναι ένας λόγος που εμπόδιζε την αναδουλειά.

Σήμερα όμως δεν συμβαίνει το ίδιο. Με τις μηχανές που αντικατέστησαν εκατοντάδες εργατών, με τον αμέτρητο στρατό των αέργων που περιμένουν δουλειά κάθε πρωί μπροστά στην πόρτα του εργοστασίου, ο κεφαλαιούχος δεν έχει νανησυχήση καθόλου για τους εργάτες που πετάει στο δρόμο όταν πάψη ή λιγοστέψη η ζήτησις των προϊόντων του.

Όταν έχη μια παραγγελία, αμέσως πέρνη δέκα, είκοσι, εκατό εργάτες που του χρειάζονται. Άμα τελειώση η παραγγελία, διώχνει τους εργάτες. Κι’ αυτός ο απαίσιος περίπατος των εργατών στους δρόμους επαναλαμβάνεται διαρκώς, χωρίς να υπάρχη ελπίς ότι θα πάψη, εφόσον διατηρήται η αιτία του.

Και έτσι μέρα με την ημέρα, οι τελειοποιήσεις των μηχανών δεν κάνουν άλλο παρά να τελειοποιούν την εκμετάλλευση, να την κάνουν πειό σοφή, να επιτρέπουν στον κεφαλαιούχο οικονομία του χρόνου, ενώ από τάλλο μέρος πιέζουν ακόμα περισσότερο τους εργάτες, δένουν ακόμη πειό σφιχτά τα δεσμά της δυστυχίας των.

*****
Οι οικονομολόγοι –άνθρωποι πολύ φρόνιμοι και ειλικρινείς- χωρίς να ταραχθούν καθόλου μας απαντούν:

«Είναι δυστυχία, κανείς δεν το αμφισβητεί. Αλλά τη δυστυχία τη φέρνει η γή, που δεν μπορεί ακόμα να ικανοποιήση όλες μας τις ανάγκες.

»Βέβαια! –εξακολουθούν υποκριτικά- η κοινωνία σήμερα έχει πολλά άδικα· σπαταλάει πάρα πολλές δυνάμεις· αλλά τέλος πάντων η εξέλιξις τραβάει το φυσικό της δρόμο και δεν μπορούμε παρά να υποταχθούμε στα πράγματα.

»Οι σοσιαλισταί θέλουν να μοιράσουν τις περιουσίες των πλουσίων –λένε οι κύριοι οικονομολόγοι- Τί θα φέρη στον καθένα αυτή η μοιρασιά; Τη δυστυχία! Δεν είναι λοιπόν καλύτερα, να εξακολουθήσουν οι λίγοι κατέχοντες τα πάντα και οι άλλοι να εξακολουθούν πεθαίνοντας από την πείνα; Τουλάχιστον οι δεύτεροι θα ξέρουν πως η πείνα και η στέρησίς των συντελεί στο να αυξήση την καλοπέρασι μιάς τάξεως ανθρώπων –της αστικής- που είναι η εκλεκτή τάξις της ανθρωπότητος!

Πολλοί μάλιστα λογαριάσανε και πόσα θα πέφτανε στον καθένα με τη μοιρασιά.

Κάποιος Νοβικώφ, τραπεζίτης πολύ-πολύ πλούσιος, βρήκε πως με τη μοιρασιά έρχονται 21,000 φράγκα σε κάθε οικογένεια από τέσσερα μέλη. Και με μια αριστοκρατική περιφρόνηση για ένα τέτοιο ασήμαντο ποσόν, συμπεραίνει πως ούτε καν αξίζει τον κόπο μια τέτοια μοιρασιά, και επομένως τα πράγματα είναι τόσο καλά, όσο πρέπει να είναι.

Ας ησυχάσουν όμως όλοι αυτοί που τρέμουν μήπως χάσουν την περιουσία τους. Σήμερα κανένας σοσιαλιστής δεν ζητάει τη μοιρασιά των περιουσιών. Θέλουν ίσα-ίσα κάτι αντίθετο, εντελώς αντίθετο από τη μοιρασιά. Θέλουν να ενώσουν, να συγκεντρώσουν όλο τον πλούτο της γης, για να ικανοποιούνται έτσι οι ανάγκες όλων των ανθρώπων και να μην απολαμβάνουν, όπως γίνεται σήμερα, μερικά μόνον πρόσωπα, οι κεφαλαιούχοι.

*****
Η δυστυχία που απλώνεται σόλο τον κόσμο δεν οφείλεται στην ανεπάρκεια των παραγομένων προϊόντων. Η γη, τα μεταλλεία, η θάλασσα ζητούν να μας πλημμυρίσουν με τα προϊόντα τους. Οι μηχανές είναι έτοιμες να τα κατεργαστούν και να τα μεταμορφώσουν σύμφωνα με τις ανάγκες μας.

Τι είναι όμως εκείνο που γεννάει τη φτώχεια, τη δυστυχία μέσα στη καρδιά της αφθονίας των προϊόντων;

Αυτό δεν οφείλεται πουθενά αλλού παρά στον τρόπο της ιδιοκτησίας των μηχανών, των εργοστασίων των χωραφιών, δηλαδή όλων των μέσων της παραγωγής. Σήμερα τα μέσα της παραγωγής βρίσκουνται στα χέρια μερικών ανθρώπων, των κεφαλαιούχων, οι οποίοι τα εκμεταλλεύονται όχι σύμφωνα με το συμφέρον όλων των μελών της κοινωνίας αλλά σύμφωνα με το ατομικό τους συμφέρον. Αυτοί λοιπόν οι κεφαλαιούχοι άμα καταλάβουν πως έχουν στις αποθήκες αρκετά προϊόντα, ώστε να φτάνουν για την κατανάλωση, σταματούν απότομα τις δουλειές τους, παύουν τους εργάτες των. Και έτσι βυθίζονται χιλιάδες εργατικές οικογένειες στη δυστυχία, ενώ τα μαγαζιά είναι γεμάτα από εμπορεύματα και προϊόντα.

Αλλά συμβαίνει και κάτι χειρότερο. Όσο περισσότερο τελειοποιούνται τα μηχανήματα τόσο περισσότερο χειροτερεύει και η κατάστασις των εργατών.

Γιατί με τα τελειότερα μανχανήματα παράγονται περισσότερα προϊόντα και έτσι παύονται πειό γλήγορα οι εργάτες από τις δουλειές τους.

Ως συμπέρασμα απ’ όλα αυτά που είπαμε παραπάνω βγαίνει ένα γεγονός άδικο και παράλογο τόσο όσο αληθινό.

Ο εργάτης πεθαίνει της πείνας κοντά στα προϊόντα που ο ίδιος παρήγαγε.

Κοντά σαυτά τα αγαθά του πολιτισμού, κοντά στη φτώχεια και την πείνα των εργατών έρχονται να προστεθούν και άλλα. Η φθίσις, ο αλκοολισμός και ένα σωρό άλλες αρρώστιες που δεκατίζουν την εργατική προπάντων τάξη.

Η δυστυχία μεγαλώνει ακόμα, γίνεται πειό άγρια με τις καθημερινές πτωχεύσεις των μικροϊδιοκτητών. Οι κερδοσκόποι βρίσκουν την ευκαιρία για να μαζέψουν κολοσσιαία κεφάλαια, με τα οποία θα πιέζουν ύστερα την εργατική τάξη.

Και έτσι μέρα με την ημέρα τα κεφάλαια μαζεύονται σε λιγώτερα ολοένα χέρια ενώ από τάλλο μέρος κατρακυλούν στην τάξη των εργατών, των «προλεταρίων» ένα πλήθος από μικροεισοδηματίες, μικροϊδιοχτήτες και μικρεμπόρους.

Έτσι μέρα με την  ημέρα η ανθρωπότης χωρίζεται σε δυό ξεχωριστά, σε δύο εχθρικά στρατόπεδα. Ο πόλεμος που είναι κηρυγμένος μεταξύ τους, δηλαδή η πάλη των τάξεων, θα πάψη τότε μόνον όταν η μια από τις δύο κάμη τόπο στην άλλη. Μένει να εξετάσουμε ποια από τις δύο θα νικηθή.

Πολλοί, βλέποντας τη φαινομενική τάξη που επικρατεί στην τωρινή κοινωνία, βλέποντας την ψεύτικη δύναμη της αστικής τάξεως, θα βιαστούν να ειπούνε ότι αυτή είναι που θα νικήση.

Ας μη βιάζονται όμως. Μέσα στη σιδερένια αστική κοινωνία κρύβεται το μικρόβιο που θα την κάμη να πέση σε σκόνη από σκουριά. Αυτό το μικρόβιο είναι ο συναγωνισμός που κάνουν μεταξύ τους οι κεφαλαιούχοι.

Ο καθένας κυτάζει να εξασθενίση, να κατανικήση να εκμηδενίση το συναγωνιστή του. Η εσωτερική αυτή πάλη των κεφαλαιούχων, επιτρέπει στην εργατική τάξη να συγκεντρώση τις δυνάμεις της, να τους δώση μία ενιαία κατεύθυνση, να επιχειρήση την τελειωτική σύγκρουση με τη διηρημένη και εξασθενημένη τάξη των κεφαλαιούχων.

Η σύγκρουσις αυτών των τάξεων, η κοινωνική επανάστασις δεν πρέπει να μας τρομάζει. Η ιδέα αυτή κερδίζει έδαφος κάθε μέρα. Σιγά-σιγά χαράζεται στο μυαλό των εργατών. Σκορπίζεται στον αέρα και σχηματίζει μια καινούρια ατμόσφαιρα, την ατμόσφαιρα της Κοινωνικής Επαναστάσεως.

Η ημέρα της εκρήξεως δεν είναι μακρυά. Ο ανεμοστρόβιλος που θα σηκωθή θα συμπαρασύρη εξουσίες, προνόμια και όλους εκείνους που αντικρύζουν τον αγώνα με φόβο και δυσπιστία.


*****

Εργάτες, με το σημερινό σύστημα είναι βέβαιον ότι οι μηχανές σας βλάφτουν.

Φέρνουν την αναδουλειά, φέρνουν την ελάττωση του μισθού σας.

Αυτές, ρίχνοντας σας στο δρόμο, σας κάνουν να έρχεστε σε σύγκρουση μεταξύ σας, να τσακώνεσθε για το ψωμί που σας μοιράζουν ταφεντικά σας, ώσπου η δυστυχία θα σας εξαναγκάση να προβήτε στα έσχατα.

Όλα όμως αυτά τα κακά πρέπει ναποδοθούνε στο κατειργασμένο σίδερο των μηχανών; Αυτές πρέπει να καταριώμαστε γιατί μας παίρνουν τη δουλειά μας; Θα μείνουμε τάχα ευχαριστημένοι κυτάζοντας τις μηχανές που θα παράγουν αντί για μας; Δεν θα είναι το πειό ωραίο ιδανικό της ανθρωπότητος να κατανικήσουμε τις δυνάμεις της φύσεως και να τις βάλουμε να χειρίζωνται αυτές τα μηχανήματα, ο πλούτος να παράγεται για όλους γενικώς και να απαιτή λιγώτερες δυνάμεις από τα άτομα;

Λοιπόν, εργάτες, όλα αυτά μπορούν να γίνουν άμα το θελήσετε σεις. Άμα μάθετε να ελευθερωθήτε από τα παράσιτα που όχι μόνον αφαιρούν το προϊόν της δουλειάς σας, αλλά και σας εμποδίζουν από το να παράγετε αναλόγως των αναγκών σας.

Σήμερα η μηχανή είναι βλαβερή, γιατί οι λίγοι, οι κεφαλαιούχοι, κατώρθωσαν να κάμουν δικιά τους ιδιοκτησία όλες τις εφευρέσεις και τις τελειοποιήσεις που μπόρεσε να παραγάγη η ανθρώπινη εξυπνάδα.

Αν οι μηχανές ανήκαν σόλους αντί νανήκουν σε λίγους μόνο, τότε τα πολλαπλασιασμένα προϊόντα θα έφερναν την ευτυχία όλων των ανθρώπων, ικανοποιώντας όλες τους τις ανάγκες.

Θα παρήγοντο τόσα προϊόντα, όσα θα έφταναν για την κατανάλωση.

Όταν καταργηθή η ιδιοκτησία των μηχανών, των εργοστασίων, των εργαλείων, δηλαδή των μέσων της παραγωγής, όταν καταργηθή το μεροκάματο, αυτή η τελευταία και η χειρότερη μορφή της σκλαβιάς των εργατών, τότε η επισώρευσις των προϊόντων, η υπερπαραγωγή θα έφερνε αποτελέσματα εντελώς αντίθετα από τα τωρινά.


Έτσι οι μηχανές θα ήταν ευεργετικές για όλους.

Λοιπόν δεν φταίνε οι μηχανές αν οι εργάτες δυστυχούνε.

Φταίνε εκείνοι που τις χρησιμοποιούν ως μέσον εκμεταλλεύσεως.

Εργάτες!

Όταν απογοητευμένοι από την ατέλειωτη αναδουλειά, όταν απελπισμένοι από τις τόσες στερήσεις καταριέστε τη θέση σας και σκέφτεστε πως θα την καλυτερέψετε, τότε συλλογιστήτε την αληθινή αιτία της δυστυχίας σας, δηλαδή την πλουτοκρατική οργάνωση της κοινωνίας που έχει μεταβάλει τον εργάτη σε μηχάνημα της μηχανής.

Μην καταριέστε όμως τις μηχανές. Αυτές, άμα εμείς μάθουμε ναπαλλαγούμε από αυτούς που μας εκμεταλλεύονται και τις πάρουμε στα χέρια μας, είναι κείνες που θα μας απαλλάξουν από τη δυστυχία μας.

*****
Είδαμε ποια είναι η τελειωτική και μήνη λύσις του ζητήματος των μηχανών για τους εργάτες. αλλά για να φτάση η εργατική τάξη στο σημείο να είναι δυνατή να εφαρμόση αυτή τη λύση, για να γίνη δυνατή να πάρη τις μηχανές στα χέρια της και να απολυτρωθή από τον κεφαλαιοκρατικό ζυγό, είναι ανάγκη να κάνει έναν αγώνα, είνε ανάγκη να αντιμετωπίση το καθημερινό ζήτημα της αναδουλειάς, που φέρνουν οι μηχανές. Πως θα το κατορθώσει αυτό; Πως θα παρακευασθή για τον αγώνα;

Τα μέσα που η εργατική τάξη πρέπει να μεταχειρισθή για την άμυνά της και που η πείρα της ζωής μας διδάσκει είναι τα ακόλουθα:

1) Περιορισμός των ωρών εργασίας και καλυτέρευση των συνθηκών. Η ελάττωση των ωρών εργασίας (οκτάωρο, Αγγλική εβδομάδα), έχει για αποτέλεσμα την απασχόληση μεγαλείτερου αριθμού εργατών και την ελάττωση του αριθμού των αέργων. Το αποτέλεσμα αυτό είναι περισσότερο βέβαιο, όταν στην ελάττωση των ωρών της δουλειάς προστεθή ο περιορισμός της εντάσεως της δουλειάς, της γρηγοράδας της δουλειάς και καλλυτέρευση των υγιεινών συνθηκών που προλαμβάνει αποτελεσματικά, τα πρόωρα γηρατειά, τη φθορά του οργανισμού και τη σχετική ανικανότητα για δουλειά, αιτίες που προμηθεύουν στους κεφαλαιούχους χέρια φθηνότερα και ρίχνουν στην αναδουλειά γερούς εργάτες.

2) Ελευθερία δράσεως των εργατικών οργανώσεων. Πειό ουσιώδες από κάθε άλλο μέτρο, το μέτρο αυτό, εξασφαλίζει στην εργατική τάξη τη δράση της, για όλα τάλλα μέσα αυξάνει τη δύναμη της οργανώσεώς της και δυναμώνει τον αγώνα της.

3) Προστατευτική νομοθεσία για τις γυναίκες και τα παιδιά. Ο περιορισμός της εργασίας των ανηλίκων και η καλλιτέρευση των ορών της δουλειάς των γυναικών, εκτός από μέτρο εξασφαλίσεως του ανθρωπίνου είδους από τον εκφυλισμό είνε και ένα μέτρο κατά της αναδουλειάς που πάντα αυξάνει με τη χρησιμοποίηση της γυναίκας και του παιδιού στα εργοστάσια.

4) Κατώτατο όριο ημερομισθίου. Οι εργατικές οργανώσεις πρέπει να προσπαθήσουν να επιβάλλουν ένα κατώτατο όριο ημερομισθίου που να ανταποκρίνεται στα έξοδα της ζωής του εργάτη. Ο όρος αυτός εχτός του ότι θα απαλλάξη τον εργάτη από τις επικίνδυνες διακυμάνσεις των ημερομισθίων, δεν θα τον αναγκάζει πειά να δουλεύη πάρα πάνω για να μπορέση να ζήση αφαιρώντας τη δουλειά άλλου.


5) Κατάργησις της κατ’ αποκοπήν εργασίας. Η κατ’ αποκοπή εργασία σπρώχνει τον εργάτη να δουλεύη όσο μπορεί περισσότερο και γρηγορότερα κι έτσι να γίνεται αιτία αναδουλειάς των συντρόφων του.

6) Περιορισμός της δουλειάς των φυλακών και των φιλανθρωπικών καταστημάτων. Η δουλειά των φυλακών και των φιλανθρωπικών καταστημάτων επειδή γίνεται με φτηνότερα χέρια, γεννάει ένα αφάνταστοι συναγωνισμό στην εργατική τάξη και προκαλεί αναδουλειά. Γι’ αυτό πρέπει να περιοριστή σε εκπαιδευτική εργασία (δηλαδή να μαθαίνουν μόνον, οι φυλακισμένοι κλπ., διάφορες δουλειές).

Μ’ αυτά όλα δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι το ζήτημα των μηχανών δεν λύεται οριστικά. Οι εργάτες πρέπει να τα επιδιώκουν να τα ζητούν και να αγωνίζονται γι’ αυτά, να ενώνονται κάτω από τα κοινά συμφέροντά τους και να προπαρασκευάζωνται για την τελική απελευθέρωση τους από τις μηχανές, για το πάρσιμο των μηχανών και εν γένει των μέσων της παραγωγής, που θα μεταβάλη τη σημερινή κεφαλαιοκρατική κοινωνία σε κοινωνία σοσιαλιστική.