Αν κανείς προσέξη καλά στους διαφόρους τρόπους με τους οποίους φανερώνεται η ζωή εις τας σημερινάς κοινωνίας όλων των πολιτισμένων λαών, θα ιδεί με απορία του ότι η κοινωνία δεν είναι ένα σύνολο ανθρώπων, που αν και αισθάνονται τας ίδιας ανάγκας για τη ζωή και μπορούν --- ένεκα της κατασκευής τους να εργασθούν όλοι μαζί για να τις εξυπηρετήσουν, αλλά ένα σύνολο που μάς παρουσιάζει το εξής έξω φρενών φαινόμενο:

Ένας πολύ μικρός αριθμός του συνόλου αυτού τρώγει άφθονα και πλούσια, καλλιεργεί το μυαλό και τις αισθήσεις του και απολαμβάνει την χαρά της ζωής χωρίς καθόλου να χύσει με την προσωπική του εργασία ιδρώτα να παράγονται αγαθά που απολαμβάνει τόσο πολύ …, ο δε μεγάλος αριθμός του συνόλου αυτού εργάζεται από το πρωί έως την βαθειά νύχτα, χύνει άφθονο ιδρώτα, κοπιάζει περισσότερο από όσον επιτρέπουν οι φυσικές του δυνάμεις και εν τούτοις μόλις εξυπηρετεί τα απαραίτητα για μια φτωχή ζωή.

Τους πρώτους τους ονομάζουμε πλουσίους, τους δευτέρους φτωχούς, και ιδιαίτερα εργάτας η μισθωτούς.

Αν κανείς ζωγράφος ή φωτογράφος μάς δείξει εικόνες της ζωής και των δύο αυτών τάξεων, αι εικόνες αυταί θα μάς έμοιαζαν και θα απορούσαμε πώς ο εργάτης ανέχεται να κυλιέται σε τόση αθλιότητα και ανανδρία και πώς ο πλούσιος που απολαμβάνει δεν θεωρεί τον εαυτό του πως ατιμάζεται και είνε άναδρος, όταν σκεφθή πως η απόλαυσί του προέρχεται από την πείνα, γδύμνια, τους στεναγμούς, τα δάκρυα και τους ανθυγεινούς όρους της ζωής εκατοντάδων ομοίων του, μηχανεύεται μάλιστα άπειρα μέσα κακοηθέστατα για να βασανίση περισσότερο, ν’ αδικήση πιο πολύ, με όσα δόλια μέσα και άτιμα ξέρουμε πώς μεταχειρίζονται πολλοί απ’ αυτούς.

Τον τύπο αυτόν της μορφής του οργανισμού των σημερινών κοινωνιών τον έχουμε δυστυχώς για νόμο καθιερωμένο, φυσικά, γνωστό από τας παραδόσεις, ίδιον και ομοιόμορφον, με παραλλαγές αναλόγως των διαφόρων εποχών της ανθρωπότητος.

Εις όλας τας εποχάς της ζωής της ανθρωπότητας μάς διδάσκει η ιστορία, έγιναν τρομερές επαναστάσεις εκ μέρους των πολλών αδικουμένων εναντίον των ολίγων τυράννων των, απόπειρες και προσπάθειες και μια συνεχής διαμαρτυρία, για να επικρατήση κοινωνική διοργάνωσις που να ικανοποιή καλύτερα τη ζωή των εργαζομένων γεωργών, ή εργατών των πόλεων.

Κάθε κοινωνική εξέγερση άλλαξε μόνο τη μορφή της αδικίας κι έφερε τη γαλήνη πρόσκαιρα, όταν όμως άρχισαν να νιώθουν ότι δεν επέτυχε τίποτα και η κατάστασις εχειροτέρευε, νέα εξέγερσις προετοιμάζεται.

Το ίδιο γίνεται και στη δική μας σημερινή περίοδο, αλλά ευρισκόμεθα υπό όρους καλύτερους των προγόνων μας, γιατί έχουμε την πρόοδο της επιστήμης στη γεωργία, στη βιομηχανία, στη μηχανική, που εδημιούργησε πολύ μεγάλες ευκολίες στην παραγωγή και ελάττωσε τον προσωπικό κόπο στο ελάχιστο και η παραγωγή του κοινωνικού πλούτου μπορεί να φθάση σε βαθμό που μόλις κατορθώνει να ακολουθήση η φαντασία.

Αλλά δυστυχώς τα τεράστια αυτά μέσα της παραγωγής είνε ιδιοκτησία της μικράς προνομιούχου τάξεως των πλουσίων, και οι φτωχοί επειδή δεν έχουν τα μέσα της ζωής, προσφέρονται να εργασθούν, όχι με τη συμφωνία να πάρουν τόσο από την άφθονη αυτή παραγωγή, που είνε έργο των χεριών τους, όσα χρειάζονται για να ζήσουν έστω και φτωχά, αλλά με την πληρωμή που λέγεται μισθός ή αξία της εργασίας, που προορίζεται από τον πλούσιο κατά το συμφέρον του και αναγκάζεται να δεχθή ο εργάτης, γιατί στερείται!

Ο πλούσιος εργοδότης στις δουλειές του πέρνει μισθωτούς εργάτας με το χρόνο, με το μήνα, με την ημέρα και πολλές φορές με την ώρα! Ώστε βλέπουμε πως ο εργάτης δεν θεωρείται ως μονάς κοινωνική, για τον οποίον πρέπει να φροντίζη η Κοινωνία για την συντήρησίν του εις την ζωήν του, αλλά ως όργανο που το μεταχειρίζονται άμα λάβουν την ανάγκη του, και αδιαφορούν πώς θα ζήση όταν δεν τον χρειάζονται.

Το σημερινόν λοιπόν πνεύμα της εξεγέρσεως κατά της κοινωνικής αδικίας, αναγνωρίζει πως κάθε τι που κατέχεται σήμερα από λίγους πλουσίους είνε προϊόν … …, πολλάκις της βίας (μεγάλη ιδιοκτησία) καθώς και της σημερινής εκμταλλεύσεως δια του συστήματος της πληρωμής – μισθός, ημερομίσθιο – και έχει πρώτη και κύρια αποστολή να επιδιώξη … ώστε από λόγους δημοσίας ανάγκης, για να λείψη η στέρησις, αι ανθυγιειναί συνθήκαι, η αμάθεια, το έγκλημα και κάθε κακό, να έχουν το δικαίωμα όλα τα μέλη της κοινωνίας να έχουν μέσα άφθονα της ζωής και να έχουν από το άλλο μέρος την υποχρέωσιν να εργάζονται όλοι μαζί, για να τα έχουν πάντοτε …, και τότε η εργασία η παραγωγική θα ανυψωθή και θα θεωρηθή ως ηθικός αυτουργός της Κοινωνίας, ενώ σήμερα η εργασία θεωρείται βάναυσος και δεν εκτιμάται και ο καθένας από μας προσπαθεί να την αποφύγη.

Για να γίνη τούτο πρέπει να γίνουν κοινά όλα τα μέσα τα χρήσιμα για τη ζωή. …, εργαλεία, εκπαίδευσις, … και όλη η εργασία να διοργανωθή εις δημοσίαν υπηρεσίαν. Το ιδεώδες αυτό της κοινωνικής αδελφότητος θα επετύχουν χωρίς άλλο … Πρώτον γιατί έβαλαν το ζήτημα στη θέσι του και προσπαθούν γι’ αυτό, έπειτα γιατί αι σημεριναλι πολιτείαι βγαίνουν από λαϊκή κυριαρχία, και επομένως είνε έργον των πολιτικών, και επειδή ο εργάτης είνε πολίτης και αποτελεί τα 8/10 της Κοινωνίας, όταν νιώση το αληθινό του συμφέρον θα αποτελέση ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ και θα το επιβάλλει στην πολιτεία.

Η.Α.

* Κείμενο που προφανώς γράφτηκε από τον Ηρακλή Αναστασίου, αυτοδίδακτο αναρχικό που δραστηριοποιήθηκε στις οργανώσεις του Σταύρου Καλλέργη και στις μετέπειτα ανατρχουνδικαλιστικές συλλογικότητες τη δεκετία του 1890. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Ο Εργάτης” του Βόλου σε τεύχος του Μάρτη του 1909. Όπου υπάρχουν τελιτσες (…) είναι δυσανάγωστη λέξη.