Τον 20ό αιώνα, οι προσταγές του πολέμου αποτέλεσαν, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, την ευκαιρία να αναπτυχθεί με μεγάλη ταχύτητα ο μηχανισμός της παραγωγής· δηλαδή να εισαχθούν τεχνικές, μηχανές, αναγκαία και απαραίτητα πλαίσια που να αντιστοιχούν στη μαζική παραγωγή. Στο τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου όλα βρίσκονταν στη θέση τους και η δεκαετία του ’60 ήταν ακριβώς εκείνη η στιγμή της μετάβασης όπου επρόκειτο να δημιουργηθεί, να επεκταθεί, να ενισχυθεί η μαζική κατανάλωση και επομένως να σκηνοθετηθούν, με την ευρεία χρήση της διαφημιστικής προπαγάνδας, οι πραγματικές ανάγκες και οι υποτιθέμενες ή κατασκευασμένες ανάγκες της νέας κατηγορίας καταναλωτών. Αυτή η εικόνα της ευτυχίας και της επιτυχίας που συνδέεται με την υλική αφθονία θα επιβληθεί ως πρότυπο και ορίζοντας σε όλες τις λεγόμενες δημοκρατικές ή εκδημοκρατιζόμενες χώρες, παρόλο που η εν λόγω αφθονία ήταν και παρέμεινε συχνά περισσότερο απεικονιζόμενη παρά υλοποιημένη.
Καθώς η τεχνοκρατία εδραιωνόταν, η σύνθεση της κυρίαρχης τάξης άλλαζε. Στους μεγάλους ιδιοκτήτες (τράπεζες, βιομηχανία, εμπόριο) προσαρτιόταν ένας μεγάλος αριθμός ειδικών, hightech μηχανικών, ερευνητών κάθε είδους, ενώ την ίδια στιγμή εμφανίζονταν οι νέοι πολιτικοί, διαχειριστές, διανοούμενοι που ήταν εκπαιδευμένοι στα σύγχρονα μέσα της “επικοινωνίας” και του management. Προφανώς, το πανεπιστήμιο δεν έμεινε έξω από αυτή την ανατροπή. Μια σημαντική άνοδος του βιοτικού επιπέδου αύξησε κατά πολύ το δυναμικό του. Η φοιτητική ζωή είχε γίνει προσιτή σε πληθυσμούς που, καθώς ήταν αποκλεισμένοι μέχρι τότε, δεν έδειχναν μεγάλη βιασύνη να ενταχθούν στον κόσμο της εργασίας. Το πανεπιστήμιο έγινε έτσι, σε μια διπλή και αντιφατική διαδικασία, ένα εργοστάσιο παραγωγής τεχνοκρατών και ο τόπος όπου γεννιόταν και εξαπλωνόταν η αμφισβήτηση αυτής της νέας τάξης του κόσμου. Η διευρυνόμενη μεσαία τάξη περιείχε, ταυτόχρονα, τις νέες ελίτ και ένα μέρος της εξεγερμένης νεολαίας που θα ταρακουνούσε τον κόσμο κατά τη διάρκεια μιας ωραίας δεκαετίας.
Αλλά η ταξική κοινωνία δεν είχε διαλυθεί μέσα στην κοινωνία της κατανάλωσης. Έβγαινε μάλιστα παροξυμμένη από αυτή και κάποιες άλλες μερίδες της νεολαίας, μαύρες, φτωχές ή εργατικές ένιωθαν ολοένα πιο έντονα τον θεμελιωδώς άνισο και διαχωριστικό χαρακτήρα του καπιταλισμού. Με αυτή την έννοια, οι φυλετικές ταραχές εκείνης της εποχής, στις Ηνωμένες Πολιτείες, ήταν πρωτίστως εξεγέρσεις ενάντια στο ψέμα σχετικά με την πραγματική φύση της θεαματικής εμπορευματικής επέκτασης. Η πιθανή συνάντηση μεταξύ αυτών των δύο συμπληρωματικών αρνήσεων υποδείκνυε ακριβώς το σημείο ανάφλεξης εκείνης της περιόδου. Σε διεθνές επίπεδο, έξω από την πλασματική ενότητα που παράγεται από την πολιτική διαχείριση αλλά εμπνευσμένη από κοινά ιδεώδη, αυτή η επιθετική λιποταξία θα θέσει υπό αμφισβήτηση μια κοινωνική οργάνωση όπου, σύμφωνα με την περίφημη διατύπωση, “η βεβαιότητα ότι δεν θα πεθάνει κάποιος από πείνα θα ανταλλασσόταν με τον κίνδυνο να πεθάνει από πλήξη”.
Στο πλαίσιο ενός φρανκισμού που παρήκμαζε και επιδίωκε να πραγματοποιήσει όσο το δυνατόν πιο ειρηνικά την πολιτική του μετάβαση, οι Ακράτας εξέφρασαν με τον καλύτερο τρόπο, και μάλιστα πριν από τον γαλλικό Μάη του ’68, το αποφασιστικά ανατρεπτικό μέρος αυτού του αντικαθεστωτικού αναβρασμού. Ζούσαν την άρνησή τους ως μια εμπειρία, μια αποαλλοτρίωση in situ. Και μπορεί να υπογραμμιστεί ότι δεν είχαν καμία γνώση των καταστασιακών θέσεων. Τα δύο ακόλουθα αποσπάσματα καταδεικνύουν με σαφήνεια την προσωπικότητά τους,...
Την Πέμπτη 15 Μαρτίου 2012, το HQ, μια τετραώροφη κατάληψη στην περιοχή Ashfield του Σίδνεϊ της Αυστραλίας εκκενώθηκε από δυνάμεις ιδιωτικής σεκιούριτι. Για 3 μήνες έμπνευσης και δραστηριότητας το κτίριο φιλοξενούσε πάνω από 20 άστεγους φοιτητές, εργάτες και αναρχικούς. Ο χώρος είχε γίνει κέντρο αναρχικής οργάνωσης και αντιπληροφόρησης, σημείο οργάνωσης διαδηλώσεων και δράσεων και αμέτρητων εντύπων, φυλλαδίων και αφισών που τυπώθηκαν για μαζική διανομή.
Από τυς ίδιους τους καταληψίες είχε ειπωθεί τότε:
«Μέσα στο HQ ο κόσμος είχε τη δυνατότητα να συλλογικοποιήσει τα όνειρά τους και να ξεκινήσει να στήνει το μικρόκοσμο μιας ελεύθερης κοινωνίας μέσα στην κυψέλη ενός παλιού κτιρίου....
Μια σύντομη ιστορική εισαγωγή σε μια από τις διάδοχες οργανώσεις του Melbourne Anarchist Club, στις αρχές του 20ού αιώνα.
Joe Toscano*
Η διάλυση του Melbourne Anarchist Club (Αναρχική Λέσχη Μελβούρνης) και η εξαφάνιση σχεδόν της αναρχικής παρουσίας στη Μελβούρνη κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, είχε ως αποτέλεσμα, εκτός των άλλων, την εμφάνιση του Σοσιαλιστικού Κόμματος Βικτώριας (VSP - Victorian Socialist Party). Οι σοσιαλιστές, επηρεασμένοι από τον Βρετανό ηγέτη των Εργατικών Tom Mann, συγκρότησαν το Σοσιαλιστικό Κόμμα Βικτώριας το 1906.
Το Σοσιαλιστικό Κόμμα Βικτώριας αναπτύχθηκε γρήγορα και μέσα σε ένα χρόνο από την ίδρυσή του διέθετε ορχήστρα, μουσικό συγκρότημα, χορωδία...
Στο κτήριο της Ελληνικής κοινότητας της Μελβούρνης στις 18/07/2019
Με τον Ελευθεριακό στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα, 22/01/2018